100 χρόνια πριν / Ιωάννα Διαμαντή

Η Βίγα Δαρδανελλίων ή Μπίγα, η «Πατρίδα» όπως την έλεγαν η γιαγιά μου η Μαριορίτσα και ο παππούς μου ο Γιάννης, είναι κωμόπολη στην κοιλάδα του Γρανικού ποταμού, είκοσι χιλιόμετρα από τη θάλασσα της Προποντίδας. Το επίνειό της είναι η παραθαλάσσια πόλη Καράβιγα. Η πόλη ήταν κτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά ενός μεγάλου λόφου.

Στα βιβλία της Μητρόπολης ήταν καταχωρισμένη ως Βίγα Δαρδανελλίων. Το Μπίγα, όπως και το Βίγα, προέρχεται από την αρχαία ονομασία του οικισμού Πηγαί, όνομα με το οποίο τη μνημόνευσε η Άννα η Κομνηνή.

Σύμφωνα με τον παππού μου, ήταν «πόλις Νομαρχία» και τα τρία τέταρτα των κατοίκων ήταν Τούρκοι. Υπήρχαν 500 οικογένειες Αρμεναίων και 1500 οικογένειες Χριστιανών. Μετά τον βομβαρδισμό του Τσανάκαλε, κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, εγκαταστάθηκαν στην Βίγα και αρκετές οικογένειες Εβραίων. Σύμφωνα με την Μαριάνθη Τζανεράκη-Ζουριλίδου, θεία της γιαγιάς μου της Μαριορίτσας, ο πληθυσμός της ήταν 25.000 κάτοικοι.

Η διοίκησή της αποτελούνταν από 345 χωριά, τα περισσότερα τουρκικά και λίγα ελληνικά και ελληνόφωνα. Τα ελληνικά χωριά ήταν το Ιντζέ Κογιού, λίγο πιο πέρα από την Βίγα, το Καϊμέρ, το Άξαζ και το Δέρμεντζικ, που ήταν παραθαλάσσια και το Παζάρ Κογιού και το Καρά-Νταγ που ήταν πιο μέσα.

Η εκκλησία της Βίγας ήταν ο Άγιος Αθανάσιος. Υπήρχε παλαιότερα και άλλη εκκλησία, αφιερωμένη στη Θεοτόκο, η οποία όμως καταστράφηκε από την πυρκαγιά του 1900. Είχαν γίνει δυο μεγάλες πυρκαγιές και είχε καεί όλη σχεδόν η παλιά Βίγα.

Στην Βίγα υπήρχε τόσο νηπιαγωγείο όσο και δημοτικό εξατάξιο σχολείο, στο οποίο συστεγάζονταν ένα αρρεναγωγείο με δύο δασκάλους και ένα παρθεναγωγείο με μία παρθεναγωγό και μία βοηθό. Οι μαθητές της δημοτικής σχολής το 1905 ανέρχονταν σε 110 ενώ οι μαθήτριες του παρθεναγωγείου σε 50. Ο ετήσιος προϋπολογισμός των σχολείων ανερχόταν για το ίδιο έτος σε 5.500 γρόσια, τα οποία καταβάλλονταν από το εκκλησιαστικό ταμείο και από την ενοικίαση εκκλησιαστικών κτημάτων. Στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού οι μαθητές διδάσκονταν και γαλλικά. Δίδασκαν άντρες δάσκαλοι, αλλά και γυναίκες δασκάλες, τους οποίους προσελάμβανε και πλήρωνε η Δημογεροντία της πόλης.

Οι ελληνορθόδοξοι της Βίγας ήταν επαγγελματίες. Είχαν μπακάλικα, κρεοπωλεία, φούρνους κ.λ.π. Συγκέντρωναν τα σιτηρά από τα τουρκικά χωριά της περιφέρειας και τα φόρτωναν σε πλοία στο λιμάνι της Καράβιγας με προορισμό την Κωνσταντινούπολη και την απέναντι θρακική ακτή. Έστελναν επίσης ξερά κουκιά στη Μυτιλήνη και στη Χίο. Μια πολύ σημαντική δραστηριότητα ήταν η σηροτροφία και έδινε συμπληρωματικό εισόδημα σε πολλούς Βιγαλιώτες. Οι γυναίκες μέσα στα σπίτια έτρεφαν μεταξοσκώληκες, γι αυτό και πολλοί είχαν διώροφα σπίτια. Η τροφή ήταν κλαδιά από μουριές, που μάζευαν και μετέφεραν στο σπίτι.

Ο πρώτος διωγμός των ελληνορθόδοξων κατοίκων της Βίγας έγινε το 1914 με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Καράβιγα, μετά την ανακωχή του Μούδρου (Οκτώβριος 1918), ανήκε στην αγγλική ζώνη επιρροής και εκεί κατέφυγαν οι διασωθέντες κάτοικοι της Βίγας μετά την Καταστροφή. Μετά την Έξοδο οικογένειες από τον οικισμό εγκαταστάθηκαν στην Έδεσσα, στην Κομοτηνή, στη Νέα Λάμψακο Ευβοίας, στην Νέα Απολλωνία, στη Φλώρινα και στην Αθήνα.

Η ΣΥΜΦΟΡΑ

Ήταν στα εννιάμερα της Παναγίας του 1922 όταν ήρθαν οι τσέτες. Από το τούρκικο Διοικητήριο τους είπαν ότι είναι άτακτος στρατός και δεν μπορούν να τον εμποδίσουν και για να μην συμβεί κανένα κακό να τους δώσει η Δημογεροντία 600 λίρες για να φύγουν. Με πολλά βάσανα μαζεύτηκαν 600 λίρες, τις οποίες οι τσέτες πήραν και έφυγαν.

Ωστόσο σύντομα ξαναγύρισαν. Πήγαν πρώτα στους κήπους, τα ελληνικά χωράφια στις παρυφές της Βίγας και σκότωσαν όσους ήταν εκεί. Το απόγευμα μπήκαν στην πόλη και ζήτησαν να ανάψουν οι λάμπες της πόλης. Αποσύρθηκαν σε ένα κοντινό χωριό, το Τσερκέζκιοϊ, και μόλις νύχτωσε ξαναμπήκαν στην πόλη και μαζί με τους τουρκόγυφτους της πόλης άρχισαν να ορμούν και να σπάζουν πόρτες. Λεηλατούσαν τα μαγαζιά και μπαίναν στα σπίτια κατά ομάδες, σπάζοντας και ρημάζοντας, ζητώντας χρήματα και χρυσό. «Γκιαούρ, λεφτά δώσε!». Πέρνανε τους άντρες από 13 χρονών και πάνω από τα σπίτια, τους δένανε δυο δυο και τους πήγαιναν στο ποτάμι, όπου τους βασάνιζαν και μετά τους σφάζανε. Ολονύχτια σφαγή, λεηλασία και βιασμοί.

Το επόμενο πρωί τους επιζώντες, λίγους άντρες και γυναικόπαιδα, οι χωροφύλακες τους μάζεψαν και τους οδήγησαν στο Διοικητήριο. Εκεί πείνα, δίψα και βασανιστήρια. Την τρίτη μέρα το πρωί τους βάλανε όλους στη σειρά και τους μετέφεραν πεζούς στο Ντεπώ, μια στρατώνα τουρκική έξω από την πόλη. Βράδυ ήταν όταν έφτασαν. Το επόμενο πρωί τους έβαλαν να σκάψουν γύρω γύρω από το Ντεπώ χαρακώματα, με σκοπό να τους σκοτώσουν. Για καλή τους τύχη, ένας από αυτούς που κουβαλούσαν δεμένους στον Γρανικό ποταμό για να τους σκοτώσουν, ο Φωκίων Μπακιρτζής, κατάφερε να δραπετεύσει και να φτάσει στην Καράβιγα που ήταν υπό αγγλική διοίκηση. Εκεί, επειδή ήταν σε μαύρο χάλι, οι Εγγλέζοι τον συνέλαβαν και τον έβαλαν φυλακή. Αυτός όμως έγραφε γράμματα, τα οποία πετούσε στο δρόμο από το παραθυράκι, αναφέροντας για τη σφαγή, για τα γυναικόπαιδα που κινδύνευαν και παρακαλούσε τους Εγγλέζουν να τα σώσουν. Τα γράμματά του έπιασαν τόπο. Η Αγγλική Αρχή έστειλε γράμμα στους Τούρκους, λέγοντάς τους πως ό,τι έγινε έγινε, αλλά από τώρα και στο εξής ούτε μύτη δεν θα ματώσει και να τους στείλουν όλους στην Καράβιγα.

Κακοποιημένοι, μισόγυμνοι, πεινασμένοι, εξαντλημένοι, περιπλανήθηκαν σκόπιμα πεζοί για δώδεκα ώρες φτάνοντας το βράδυ στην Καράβιγα, η οποία απείχε μόλις τρεις ώρες με τα πόδια. Τους λίγους άνδρες που γλίτωσαν από τη σφαγή, τους κράτησαν αιχμαλώτους και τους κρέμασαν. Από τους αιχμαλώτους στην Ελλάδα έφτασαν τα επόμενα χρόνια μόνο 24 επιζήσαντες.

Όσοι έφτασαν στην Καράβιγα, φορτώθηκαν σε φορτηγά πλοία και έφτασαν στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) κι από κει σκόρπισαν.

Το παραπάνω κείμενο βασίζεται σε οικογενειακές ιστορίες που άκουγα όσο μεγάλωνα και στο βιβλίο «Η καταστροφή της Βίγας, Αύγουστος 1922» της Μαριάνθης Τζανεράκη-Ζουριλίδου, θείας της γιαγιάς μου Μαριορίτσας.

Στην μνήμη του πατέρα μου Θεοδόση, του παππού μου Γιάννη, της γιαγιάς μου Μαριορίτσας και της νονάς Αννίκας.

https://www.facebook.com/100014356811471/posts/pfbid0We5Y2KrYqL9GRJmx3eJg8wBizSfzxHFEeYsB3zepX84KFemVbmtrb3krAJRinpfql/

 

Ετικέτες:

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου