Έλληνες. Ένας μικρός λαός με μεγάλες απαιτήσεις. Αναζητούν την αλήθεια. Αγαπούν την καλλιέπεια και πάνε πέρα απ’ αυτή. Ψάχνουν, ζητούν σε όλους τους τομείς να βρουν την πρώτη αιτία· να βρουν απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα για τον άνθρωπο, τον κόσμο, τον Θεό. Είναι έτοιμοι να ακούσουν καθετί νέο. Να ασπαστούν την αλήθεια που τους πείθει. Να απορρίψουν ό,τι δεν τους αναπαύει. Ταξιδεύουν, μελετούν, μαθαίνουν. Κάνουν τη μελέτη του θανάτου φιλοσοφία· τα προσωπικά τους προβλήματα και τις ιστορικές συμφορές τέχνη και τραγωδία. Δεν αναπαύονται στην τέχνη (και την πιο υψηλή) ούτε στη φιλοσοφία («παίδων αθύρματα»). Θέλουν να προχωρήσουν προς κάτι τολμηρότερο και θεϊκότερο· προς κάτι που τους σπρώχνει και τους προετοίμασε η μέχρι τώρα πορεία, κατάκτησις και δίψα τους.
«Πολιτισμός των Ελλήνων. Καμιά λατρεία της δύναμης. Το χρονικό ήταν μονάχα μια γέφυρα. Στις ψυχικές καταστάσεις, δεν ζητούσαν την έντασι, αλλά την καθαρότητα». (Simone Weil) H συνάντησις του Ελληνισμού με τον Χριστιανισμό σφράγισε την ιστορία του, αλλά και της ανθρωπότητος. Όταν ζήτησαν να δουν τον Χριστό Έλληνες, ο Κύριος είπε: «Νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου». Οι Έλληνες (όχι οι Ρωμαίοι ούτε οι Εβραίοι) δέχονται το μήνυμα της Καινής Κτίσεως. Είναι προετοιμασμένοι από τους φιλοσόφους, ποιητές και τραγικούς.
Διά των Ελλήνων μεταδίδεται το μήνυμα της Καινής Κτίσεως στον κόσμο. Γι’ αυτό ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι τολμά να διακηρύξη: «Το να είμαστε Χριστιανοί σημαίνει να είμαστε Έλληνες, μιας και η Καινή Διαθήκη, την ύψιστη αυθεντία της οποίας αποδεχόμαστε, είναι διά παντός ένα ελληνικό βιβλίο». Στους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, όταν η ρωμαϊκή αυτοκρατορία επεκτείνεται ως δύναμις, ο Ελληνισμός διεισδύει ως πνεύμα. Μετά τους διωγμούς και τη μεταφορά της πρωτευούσης της αυτοκρατορίας από την παλαιά στη νέα Ρώμη, το ρωμαϊκό δίκαιο υπάρχει ως πλαίσιο και βάσις διοικήσεως, η λατινική γλώσσα ως επίσημη του κράτους. Με τον καιρό φυσιολογικά σβήνει η λατινική. Τη θέσι της παίρνει η ελληνική, ομιλούμενη από τον λαό. Αυτή γίνεται γλώσσα του κράτους, της λατρείας, της θεολογίας, της λογοτεχνίας…
H αυτοκρατορία λέγεται ρωμαϊκή, από την αρχή μέχρι τέλους. Σε ελληνική εξελίσσεται. Τελικά είναι η χριστιανική αυτοκρατορία· η του χριστιανικού Ελληνισμού. Ξεπερνιέται ο παγανιστικός Ελληνισμός. Μένει η ψυχή του και η δουλειά του, μεταμορφωμένη. Φτάνουμε σ’ αυτό που ζητούσαν οι Έλληνες. Τους κλασικούς φιλοσόφους διαδέχονται οι Πατέρες της Εκκλησίας. Οι πρώτοι είναι υποδείγματα στη σκέψι και στη διανόησι. Οι δεύτεροι αναδεικνύονται οικουμενικοί διδάσκαλοι, γιατί δεν προσφέρουν το αποτέλεσμα της διανοητικής των δουλειάς και ανησυχίας, αλλά τη χάρι του Θεού, που δίδεται σε αυτούς που παραδίδονται εξ ολοκλήρου στο θέλημα του Θεού. Δεν είναι οι διανοούμενοι αλλά οι πάσχοντες τα θεία. Φανερώνονται ως μεγάλα φώτα που φωτίζουν με άκτιστο φως την οικουμένη. Είναι οι πυρπολούμενοι από το άστεκτο πυρ του θείου και εκστατικού έρωτος.
Ξεπερνούν την κτίσι και τη διανόησι. Φτάνουν στη θεία ανάπαυσι της αιωνίου παρακλήσεως που σώζει τον άνθρωπο, χαρίζοντάς του την ελευθερία του μέλλοντος αιώνος, ενώ ζη στον χώρο και στον χρόνο. Είναι νεκροί και αείζωοι. Καθ’ ημέραν αποθνήσκουν και ανασταίνονται. «Οι της καθ’ ημάς θεοσοφίας αρχηγικοί καθηγεμόνες υπέρ αληθείας αποθνήσκουσιν πάσαν ημέραν ως εικός, και λόγω παντί και έργω τη ενιαία των χριστιανών αληθογνωσία». (Άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης) Μια μεταμόρφωσις του παλαιού κόσμου ιερουργείται. Μια μετάβασις πραγματοποιείται. Από τα παλαιά περνούμε στα καινά. Από τα συγκεχυμένα και βέβηλα στα συλλειτουργούντα καθαρώς και οσίως. Από τις σκοτεινές υποθέσεις και αναζητήσεις του «ζητείν τον Θεόν ει άρα γε ψηλαφήσειαν αυτόν» (Πράξ. 17, 27) στο «νυν πάντα πεπλήρωται φωτός». Προχωρούμε από τη φιλοσοφία στη θεολογία· από την τραγωδία στη θεία μυσταγωγία. Διαμορφώνεται ως θεία κεκαθαρμένη λατρεία η Θεία Λειτουργία, η Μεγάλη Εβδομάδα.
Σπερματικός Λόγος: Θεός εστί τι αει κινούμενον κίνησιν άπαυστον.
Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά