Ένας αντίλογος στον αντίλογο για τον Ντόναλντ Τραμπ / Πολιτική

Του Νίκου Παπαδόπουλου,

Φοιτητή Φιλολογίας-Γλωσσολογίας στο ΑΠΘ(νυν μεταπτυχιακού)*

 

Ρατσιστής, εθνικιστής, φασίστας, σεξιστής, αλαζόνας, υποκριτής….Αλλά και πατριώτης, ‘‘αληθινός’’, πρωτοποριακός, ιδιοφυής, αντισυστημικός (με την καλή του έννοια) και οραματιστής. Και τι δεν έχει ειπωθεί για τον Ντόναλντ Τραμπ τους τελευταίους 19 μήνες. Από την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του για την προεδρία των Η.Π.Α, έως τη νίκη του στις 8 του Νοέμβρη του 2016 και την ορκωμοσία του στις 20 του Γενάρη του 2017. Απόψεις εκ διαμέτρου αντίθετες, βίαιες αντιδράσεις αλλά και ευρεία υποστήριξη. Ένα ομοσπονδιακό κράτος διχασμένο στα δύο. Τι ισχύει τελικά; Αν μπορεί να ισχύει κάτι με σιγουριά στον κόσμο που ζούμε.

Πρόθεσή μας δεν είναι να αναφερθούμε στην πιθανή πολιτική που θα ακολουθήσει ως προς την εσωτερική και εξωτερική πολιτική των Η.Π.Α., έτσι κι αλλιώς υπάρχουν αξιόλογοι (γεω)πολιτικοί αναλυτές, οικονομολόγοι και λοιποί ειδήμονες για αυτή τη δουλειά,  άλλα να προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε τα αίτια αυτού του φαινομενικού(;) διχασμού σε τοπική (αλλά και παγκόσμια) κλίμακα.

Κακά τα ψέματα. Η πλειονότητα όσων αναφέρονται στον Τραμπ διαδικτυακά συνήθως είναι προκατειλημμένη υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς. Λίγοι προσπάθησαν να αγγίξουν (ευαίσθητα και λεπτά) βαθύτερα θέματα. Πώς είναι δυνατόν 62,418,820 πολίτες να πείσθηκαν από τον -κατά τα φαινόμενα- εριστικό λόγο του Τραμπ; Δεν σας προξενεί εντύπωση; Προφανώς ναι (υποθέτω, αλλιώς δεν θα διαβάζατε το παρόν άρθρο), και πρόκειται για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ερώτημα. Για να απαντήσουμε πρέπει να δούμε πως δομείται ο κοινωνικός ιστός στις Η.Π.Α., ένα κράτος-πρότυπο του καπιταλιστικού συστήματος ήδη από την ίδρυσή του. Ένα κράτος που ευνοεί την αναζήτηση του κέρδους με κάθε μέσο, με αποτέλεσμα, μέσω μιας πορείας δύο περίπου αιώνων, να έχει διαμορφωθεί σήμερα μια οικονομική ελίτ (μέλος της οποίας είναι -όλως παραδόξως;- ο δισεκατομμυριούχος Τραμπ), η οποία πρακτικά ασκεί την εξουσία μέσω της διάχυσης κεφαλαίων στην αμερικανική οικονομία.

Από την άλλη πλευρά, μια μεσαία τάξη που είναι (ακόμα)‘‘καλά’’, με κινητή και ακίνητη περιουσία που της επιτρέπει να συντηρείται, και με μια στάση ζωής ‘‘κουλ’’ αλλά και υπέρ του έθνους. Τέλος, μια κατώτατη τάξη, με Αμερικανούς (κατα την συντριπτική τους πλειοψηφία) και (νόμιμους ή παράνομους) μετανάστες Λατινοαμερικανικής και Αφρικανικής προέλευσης (κυρίως), η οποία κατά κύριο λόγο απασχολείται στον εργατικό τομέα με χαμηλούς μισθούς και δυσκολία αυτοσυντήρησης, και με μια στάση απογοήτευσης λόγω της χρόνιας αδιαφορίας των κυβερνήσεων των Η.Π.Α. (και) για τη δική τους ευημερία.

Τι έκανε λοιπόν ο -αυτοδημιούργητος ας μην ξεχνιόμαστε- Τραμπ; Το προφανές, κάτι που δεν έκανε ούτε η αντίπαλός του ούτε οι προκάτοχοι του κατά την προεκλογική τους εκστρατεία. Απευθύνθηκε στο λησμονημένο (και ενίοτε θυσιασμένο στο βωμό της παγκοσμιοποίησης) αίσθημα εθνικής συνείδησης των πολιτών του κράτους. Για να κάνει ‘‘την Αμερική μεγάλη ξανά’’, χρησιμοποίησε έναν λόγο πύρινο, σχεδόν εθνικιστικό, με έντονα στοιχεία απομονωτισμού. Τα πιστεύει ο ίδιος; Ούτε που ξέρουμε αλλά έπιασε, οπότε ούτε που τον νοιάζει.

Όσοι κοίταξαν πίσω από τις λέξεις, θα αντιλήφθηκαν πως προσέγγισε με μαεστρία κάθε πτυχή της αμερικανικής κοινωνίας. Πρώτα-πρώτα με κάθε ευκαιρία έκανε λόγο για την παντοδυναμία του χρήματος ως μέσο για την ανόρθωση των Η.Π.Α.. Προσεταιρίστηκε έτσι μεγάλο ποσοστό της ανώτατης οικονομικά τάξης, μέλος της οποίας (εξάλλου) αποτελεί και ο ίδιος, όπως τονίσαμε και παραπάνω. Έπειτα, με μια ρητορική περί αναδιανομής της εκτελεστικής εξουσίας στο σώμα των πολιτών προσέγγισε τη μεσαία τάξη και την έπεισε να του δώσει τις απαιτούμενες ψήφους. Αλλά εκεί που πραγματικά θριάμβευσε είναι στην κατώτατη τάξη. Με μια ρητορική, αφενός κατά των μεταναστών (νόμιμοι-παράνομοι όλοι στο ίδιο τσουβάλι), και αφετέρου υπέρ της ενίσχυσης της ‘‘φυλετικά καθαρής’’ εργατικής τάξης σε βορρά και νότο κατάφερε να κερδίσει τις ψήφους σχεδόν ολάκερης της τάξης αυτής (με εξαίρεση τους μετανάστες οι οποίοι όμως είναι μειοψηφία).

Θα μου πείτε «Μα καλά πάνω-κάτω όλοι τα ίδια δεν υπόσχονται;». Η απάντηση είναι «μπορεί, αλλά δεν είναι αυτό που μέτρησε». Αυτό που μέτρησε είναι ότι άγγιξε τον βαθύ πατριωτισμό που χαρακτηρίζει κάθε ισχυρό έθνος, στη συγκεκριμένη περίπτωση των Η.Π.Α.. Σε έναν κόσμο πλήρως παγκοσμιοποιημένο, χωρίς εθνικό αίσθημα, με αυτή την τακτική θα έπαιρνε ένα ποσοστό της τάξης του 5% (οριακά).

Σημεία, λοιπόν, της εποχής, όπως η νίκη του Τραμπ (ή το Brexit) αποτελούν απόδειξη της παταγώδους αποτυχίας επιβολής ενός συστήματος παγκόσμιας πολιτικής, οικονομικής, και ίσως στρατιωτικής διακυβέρνησης που επιβουλεύονταν μέχρι πρότινος (και επιβουλεύονται ακόμη τα διεθνικά λόμπι) σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη του Ο.Η.Ε., υπό την ηγεσία των ισχυρών και με εξαίρεση, όσον αφορά στις υπερδυνάμεις, Κίνα και Ρωσία. Αντί να οδηγηθούμε σε έναν κόσμο ισονομίας και ισορροπίας ισχύος, όπως διατυμπανίζονται  οι φορείς της παγκοσμιοποίησης, παρατηρούμε (για άλλη μια φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας) ανάδυση του εθνικού αισθήματος, είτε με τον θετικό (πατριωτισμός) είτε με τον αρνητικό (εθνικισμός) τρόπο, επαναστάσεις καταπιεσμένων λαών σε Ασία και Αφρική, επιβολή ‘‘δικτατορικών’’ καθεστώτων είτε απροκάλυπτα είτε υπό τον μανδύα της δημοκρατίας και άλλες πολλές αισιόδοξες καταστάσεις.

Ζούμε περίεργες εποχές. Πολλοί ισχυρίζονται ότι το διεθνές ‘‘κλίμα’’ προσομοιάζει αυτό των παραμονών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου (οικονομική κρίση, ψυχρές σχέσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων και αγωνιώδεις διπλωματικές προσπάθειες για εξεύρεση λύσης). Δε θα διαφωνήσουμε, αλλά λησμονούν δύο παράγοντες. Πρώτον, την τρομοκρατική απειλή του (‘‘κατασκευασμένου’’ ή όχι, δεν έχει σημασία) Ισλαμικού κράτους (το οποίο υποτίθεται αποτελεί κοινό εχθρό, άρα πού χρόνος για διμερείς εχθροπραξίες;) και δεύτερον την κρίση αξιών και την ηθική κατάπτωση των κοινωνιών. Ο απλός κόσμος έχει κουραστεί με την κρίση κάθε τύπου, έχει βαρεθεί να είναι μόνιμα ο χαμένος της υπόθεσης, έχει απαυδήσει με το να υπηρετεί τα καπιταλιστικά συμφέροντα χωρίς δυνατότητα αντίδρασης. Τα κράτη που θα κυριαρχήσουν στο μέλλον, καλώς ή κακώς, δεν είναι αυτά που προωθούν την παγκοσμιοποίηση, αλλά αυτά που θα ανακτήσουν το εθνικό τους φρόνημα και την κοινωνική τους συνοχή. Οι Αμερικάνοι είδαν στο πρόσωπο του Τραμπ έναν ισχυρό ηγέτη, οι Ρώσοι εδώ και χρόνια πίνουν βότκα νερό στο πρόσωπο του Πούτιν, οι Γερμανοί βλέπουν στη Μέρκελ μια καγκελάριο που -για άλλη μια φορά- τους έχει φέρει στο προσκήνιο της εξουσίας και τέλος οι γείτονες βλέπουν στον Ερντογάν έναν τολμηρό σουλτάνο (γι’ αυτό ή θα φάει τα μούτρα του -το ελπίζουμε γιατί αλλιώς ζόρικα τα πράγματα- ή θα θριαμβεύσει), και ούτω καθεξής. Και οι Έλληνες φυσικά, βλέπουμε την ελπίδα να έρχεται (άργησε λίγο αλλά λογικά είναι στο δρόμο) και υπομένουμε στωϊκά.

Επιλογικά, ας ελπίσουμε η ανάληψη της αμερικανικής προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ να αφυπνίσει τους ηγέτες του κόσμου και να τους βοηθήσει να καταλάβουν ότι είναι-δεν είναι στραβός ο γιαλός, εμείς σίγουρα αρμενίζουμε στραβά. Μέχρι τότε και όσον αφορά στην πατρίδα μας, υπομονή, πίστη, ελπίδα και προσπάθεια διατήρησης του φρονήματος και της συνοχής.

Υ.Γ. Σε αντιδιαστολή όσων ‘‘κλισέ’’ γράφω αμέσως πριν, βαθιά προσωπική μου άποψη αποτελεί το ότι το μέλλον δεν θα το διαμορφώσει κανένας Τραμπ, κανένας Πούτιν, καμία Μέρκελ, καμία μαμά Τερέζα…θα το διαμορφώσουμε εσύ, εγώ, αυτός.. Σε έχουν κάνει να μοιρολατρείς και να φυτοζωείς, πίστεψε στην αλλαγή και γίνε φορέας της! Δεν είσαι μόνος, είμαστε πολλοί. Και μακάρι να βρούμε και ‘‘συμμάχους’’ εκτός Ελλάδας, εκεί να δεις πάρτι.

 

Πρώτη δημοσίευση, ηλεκτρονική εφημερίδα ‘’κοινωνείν’’, 20-1-2017

 

 

 

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου