Αρκετός λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό για την πιθανή επιστροφή νέων στη γεωργία. Εντυπωσιάζει και δημοσκόπηση (ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ) σύμφωνα με την οποία 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι φλερτάρουν με την ιδέα εγκατάλειψης των μεγαλουπόλεων.
Αποτελεί ένα θέμα που απαιτεί προσοχή, διερεύνηση αλλά ίσως και τη μοναδική λύση σε συνδυασμό με τον τουρισμό μας για τη δύσκολη προσπάθεια που καταβάλλει η χώρα για να ξεφύγει από την ύφεση. Αυτοί που ενδιαφέρονται περισσότερο για στροφή στη γεωργία είναι άτομα που είτε έμειναν άνεργοι, είτε έχει μειωθεί το εισόδημά τους και αναζητούν διέξοδο συνδυάζοντας την επιστροφή στην επαρχία, δίχως την επιβάρυνση του υψηλού κόστους ζωής στις πόλεις.
Πριν αποφασίσει κάποιος να εισέλθει στη γεωργία και τη ζωή στην ύπαιθρο, πρέπει να λάβει υπόψη πολλούς παράγοντες. Το βασικότερο θέμα αποτελεί η ουσιαστική απόφαση για επιστροφή σε έναν άλλο τρόπο ζωής. Η επαφή-γνωριμία με άλλες συνθήκες μη γνώριμες για τους νέους των αστικών κέντρων που σκέφτονται να κάνουν το εγχείρημα, όπως τα χωράφια, οι κλιματικές συνθήκες στην ύπαιθρο, οι αγροτικές εργασίες τις πρώτες πρωινές ώρες, οι δυσοσμίες των ζώων για ένα εν δυνάμει νέο κτηνοτρόφο κτλ. αποτελούν νέες συνθήκες για αυτούς, που φυσικά πρέπει να λάβουν υπόψη.
Σε ότι αφορά τη φυτική παραγωγή, η επιλογή της καλλιέργειας και το μέγεθος της εκμετάλλευσης, είναι τα σημαντικότερα στοιχεία για τις αποφάσεις του νέου αγρότη. Ιδιαίτερα η επιλογή της καλλιέργειας εξαρτάται σημαντικά από την έκταση που πρόκειται να καλλιεργήσει. Θα πρέπει να επιλέξει μια δυναμική καλλιέργεια για να μπορεί να είναι βιώσιμος στον μικρό κλήρο γης, που συνήθως κατέχει ή θα νοικιάσει από τρίτους. Δυναμικές καλλιέργειες κατά μια κλασσική έννοια συνήθως αποτελούν τα δέντρα και τα κηπευτικά. Πρόκειται για καλλιέργειες που αποφέρουν σημαντικό εισόδημα ανά στρέμμα και απαιτούν αρκετές ώρες απασχόλησης.
Υπάρχουν και πολλές περιπτώσεις νέων που σκοπεύουν να επιλέξουν τη γεωργική απασχόληση ως μερική απασχόληση συνδυάζοντάς την με άλλες εργασίες. Συχνά σε αυτές τις περιπτώσεις κάποιοι επιλέγουν πολλές από τις πολυδιαφημιζόμενες εναλλακτικές καλλιέργειες οι οποίες κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν λύση αλλά χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και απαιτούνται δοκιμές, προτού προβεί κάποιος σε κοστοβόρες επενδύσεις. Φυσικά οποιαδήποτε πιθανή καινοτόμος καλλιέργεια μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα διάθεσης των προϊόντων και βιωσιμότητας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων πρέπει να δοκιμασθεί. Υπάρχει και η κλασική μερίδα των αγροτών που καλλιεργούσαν και συνεχίζουν να καλλιεργούν τις κλασσικές αροτραίες καλλιέργειες (σιτάρι, βαμβάκι κτλ) που προφανώς απαιτούν την κατοχή ή ενοικίαση μεγάλων εκτάσεων. Αυτοί έχουν την τεχνογνωσία και κυρίως την υποδομή (πχ. μηχανήματα) που τους κρατούν σταθερούς στις συνήθεις καλλιεργητικές τους επιλογές.
Το σημαντικότερο όμως θέμα το οποίο αποτελεί και το μεγαλύτερο ερώτημα για έναν νεοεισερχόμενο αγρότη είναι η διάθεση του προϊόντος. Ό,τι προϊόν και να παραχθεί σε μια αγροτική εκμετάλλευση, εάν δεν πουληθεί, την καθιστά μη βιώσιμη. Για να αυξήσει τη διαπραγματευτική του δύναμη απέναντι στην αγορά και να διαθέσει ευκολότερα ένα προϊόν πρέπει να παράγει ένα υπολογίσιμο όγκο παραγωγής. Συνεπώς η μόνη λύση είναι να «συνεννοηθεί», να «συνεργαστεί», να «συγκροτηθεί» σε κάποια ομάδα, συνεταιρισμό κτλ. με σκοπό την παραγωγή ικανοποιητικού όγκου παραγωγής.
Η διάθεση του προϊόντος μέσω «σωστών και υγιών ομάδων παραγωγών με παραγωγή πιστοποιημένων ποιοτικών προϊόντων με εξαγωγικό χαρακτήρα» πλέον είναι το κλειδί που θα κρίνει το μέλλον γενικότερα της ελληνικής γεωργίας και θα πρέπει να αποτελεί τον στόχο του νέου αγρότη.
Εν κατακλείδι, η απόφαση λοιπόν για επιστροφή στην ύπαιθρο και τη γεωργία είναι πολυσύνθετη και δύσκολη αλλά ίσως για κάποιους αποτελεί μονόδρομο. Κάποιος νέος που σκέπτεται να «επιχειρήσει αγροτικά» αφήνοντας τα αστικά κέντρα, πρέπει να κάνει απλά, προσεκτικά βήματα σε πλαίσια συνεργασίας με πρωταρχικό στόχο τη διάθεση ποιοτικών προϊόντων. Πάνω απ όλα όμως πρέπει να αποφασίσει να γίνει επιχειρηματίας-σκεπτόμενος αγρότης.