Η γλώσσα των αρχαίων Μακεδόνων / Ιωάννη Παπαλαζάρου Εκπαιδευτικού, Γιαννιτσά

Οι Αρχαίοι Μακεδόνες, όπως παραδέχονται σοβαροί και αντικειμενικοί ιστορικοί ερευνητές, ήταν μία από τις αρχαιότερες ελληνικές φυλές, με ιδιαίτερη γλωσσική, διαλεκτολογική συγγένεια προς τους Αιολείς και Δωριείς.

Ο μεγάλος επικός ποιητής Ησίοδος, αναζητώντας τις ρίζες των πρωτοελληνικών φύλων, θεωρεί τους Μάγνητα και Μακεδόνα ως αδελφούς, υιούς του Δία και της Θυΐας (θυγατέρας του Έλληνα και εγγονής του Δευκαλίωνα)  και τα αντίστοιχα φύλα που προέκυψαν, τους Μάγνητες και τους Μακεδόνες, ως στενά συγγενικά. Η ονομασία τους έχει την κοινή ρίζα μακ– που έχει σχέση με το μήκος ή το ύψος. Επομένως Μάγνητες και Μακεδόνες ή Μακεδνοί, ήσαν οι υψηλόσωμοι ή οι ορεσίβιοι.

Αρχική κοιτίδα των Πρωτο-Ελλήνων ήταν περιοχές της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας, απ’ όπου μετακινήθηκαν σταδιακά προς τη σημερινή Κεντρική και Βόρεια Μακεδονία, αλλού απωθώντας και αλλού αφομοιώνοντας τις εγκαταστημένες εκεί φυλές των Θρακοϊλλυριών. Η γλώσσα που μιλούσαν παρουσιάζει όλα τα βασικά γνωρίσματα της αρχαίας ελληνικής και δεν έχει καμία σημασιολογική σχέση ή φθογγολογική συγγένεια με τις γλώσσες των Θρακών και Ιλλυριών της περιοχής.

Υπέρ των ελληνικότητας των Μακεδόνων και της γλωσσικής διαλέκτου που χρησιμοποιούσαν, συνηγορούν όλα τα αξιόπιστα στοιχεία της εποχής: οι πανάρχαιες παραδόσεις της καταγωγής τους, η συμπεριφορά των Μακεδόνων βασιλέων, οι αναφορές των αρχαίων ιστορικών, Ηρόδοτου, Θουκυδίδη, Στράβωνα, Πολύβιου, Πλούταρχου, του Ελλάνικου που έζησε στη μακεδονική αυλή στα τέλη του 5ου π.Χ. αι., του Διόδωρου Σικελιώτη, του Στέφανου Βυζάντιου, αλλά και η μαρτυρία των Περσών που υπέταξαν τη Μακεδονία.

Στα ερείπια της αρχαίας Περσέπολης, στους τάφους των βασιλέων Δαρείου και Αρταξέρξη, υπάρχει εκτενής επιγραφή όπου καταγράφονται και κατονοµάζονται οι 28 υποτελείς λαοί της περσικής αυτοκρατορίας. Τα κείµενα είναι γραµµένα στην αρχαία περσική γλώσσα, µε σφηνοειδή γραφή. Μεταξύ αυτών κατονομάζονται και οι Yauna (Ίωνες), δηλαδή οι Έλληνες των πόλεων της Μ.Α σίας καθώς και οι Yauna Takabara, δηλαδή Έλληνες με πλατιά καλύμματα κεφαλής, χαρακτηριστικό των Μακεδόνων, όπως απεικονίζονται συχνά σε αρχαίες παραστάσεις με πλατύγυρα καλύμματα, τις «καυσίες».

Η μακεδονική αυτοσυνειδησία, ως ελληνικής φυλής, ως αναπόσπαστου μέλους της ελληνικής ολότητας, εκφράζεται από την περίοδο των περσικών πολέμων. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος ο Α΄, ο γνωστός ως Φιλέλλην, έγινε δεκτός στους Ολυμπιακούς Αγώνες ως γνήσιος Έλληνας. Όταν υποτάχτηκε η Μακεδονία στον Ξέρξη, υποχρεώθηκε να ακολουθήσει τον Μαρδόνιο στη Νότια Ελλάδα. Όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος, λίγο πριν την αιφνιδιαστική επίθεση του Μαρδονίου εναντίον των ελληνικών δυνάμεων στις Πλαταιές (479 π.Χ.), ο Αλέξανδρος, αναλαμβάνοντας τον «μέγιστον των κινδύνων», προειδοποίησε νύχτα τον στρατηγό των Ελλήνων για τον επικείμενο αιφνιδιασμό, βεβαιώνοντας: «Αυτός τε γαρ Έλλην γένος ειμί τωρχαίον και αντ’ ελευθέρης δεδουλωμένην ουκ αν εθέλοιμι οράν την Ελλάδα…».

Ο εγγονός του, ο Αρχέλαος, μεταξύ των οργανωτικών μεταρρυθμίσεων για το κράτος της Μακεδονίας, θεώρησε, ως ισχυρό και αδιάσειστο θεμέλιο της ισχύος και της ακμής του, την διανοητική ανάπτυξη και ηθική μόρφωση του λαού. Για τον σκοπό αυτό μετεκάλεσε από την Αθήνα, τη Θήβα και άλλα κέντρα της Νοτίου Ελλάδος επιφανείς εκπροσώπους του πνεύματος, της τέχνης, της μουσικής και του θεάτρου, όπως τον Ευριπίδη, του οποίου οι τραγωδίες «Βάκχες» και «Αρχέλαος» παρουσιάσθηκαν σε θέατρα της Μακεδονίας, τον Πίνδαρο, τον Αγάθωνα, τον εποποιό Χοιρίλο, τον περιώνυμο κιθαρωδό Τιμόθεο, τον Μελανιππίδη τον λυρικό, τον μέγα ζωγράφο Ζεύξι, οι οποίοι και τα Ανάκτορα και την πόλη κόσμησαν, αλλά κυρίως ανέδειξαν την Πέλλα ως μία από τις επιφανέστερες πόλεις της εποχής της, ισάξια του πνευματικού μεγέθους των Αθηνών.

Η παιδεία των νέων στη Μακεδονία βασιζόταν σε ελληνικά πρότυπα. Ο Αλέξανδρος ήταν αφοσιωμένος στις Μούσες. Αγαπημένο έργο του ήταν η Ιλιάδα, αλλά και η ποίηση του Πινδάρου και άλλων μεγάλων τραγικών. Στα 342 π.Χ., 14χρονο παλληκάρι, μετέβαινε στη Μίεζα, στο Ιερό των Νυμφών, κοντά στη σημερινή Νάουσα, όπου παρακολουθούσε, παράλληλα με τη στρατιωτική εκπαίδευση, μαθήματα διαλεκτικής, ρητορικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής και φυσικά φιλοσοφίας από τον περίφημο Σταγειρίτη φιλόσοφο Αριστοτέλη, μαθητή του Πλάτωνα.

Ο θρησκευτικός βίος, οι τελετές και οι λατρείες των Μακεδόνων είχαν δεχτεί επιρροές από τις αποικίες της περιοχής (Πύδνας, Μεθώνης, Ποτίδαιας κ.ά.), αλλά και από λαούς που είχαν υποτάξει, Φρύγες, Παίονες, Θράκες, από τους οποίους υιοθέτησαν λατρευτικές εκδηλώσεις, όπως τα Ορφικά, τα Διονυσιακά ή τα Καβείρια μυστήρια. Λάτρευαν τους θεούς των Ελλήνων, με ελάχιστες προσθήκες τοπικών θεοτήτων. Οι πολιτικοί τους θεσµοί τα ήθη και έθιµά τους δεν ήταν ξένα προς εκείνα των Ελλήνων. Τα ονόµατα των Μακεδόνων, το ηµερολόγιό τους και τα περισσότερα τοπωνύµια έχουν ελληνική ρίζα και τύπο.

Ως κράτος και χώρα Ελλήνων ομογλώσσων και ομοθρήσκων, επισκέπτονται τη Μακεδονία κατά καιρούς αντιπρόσωποι και πρόξενοι Ιερών και πόλεων του Νότου, όπως του Ιερού των Δελφών, του Ιερού της Επιδαύρου, του Άργους κ.ά. Η συμμετοχή των Μακεδόνων σε Αμφικτυονίες και Κοινά των Ελλήνων, η συχνή επικοινωνία με τις πόλεις-κράτη του Νότου, για εμπορικές, πολιτιστικές ή διπλωματικές συναλλαγές, είχαν αμβλύνει αισθητά τις γλωσσικές διαφορές.

Η ιστορική έρευνα δεν έχει αποκαλύψει  την ανάπτυξη επιχώριας μορφής γραπτής λογοτεχνίας  στην Μακεδονία. Λόγω της προφορικής κυρίως χρήσεως της τοπικής διαλέκτου και της επικράτησης της αττικής, ως επίσημης γλώσσας του μακεδονικού κράτους, τα αρχαιότερα μακεδονικά γραπτά μνημεία παρέχουν συνήθως ονόματα.

Τα κυριότερα ιδιόμορφα χαρακτηριστικά της μακεδονικής διαλέκτου, συγκριτικά με την ελληνική του Νότου, ήταν η χρήση μέσων χειλικών και οδοντικών συμφώνων αντί των δασέων, ήτοι του β, γ και δ αντί του φ, χ και θ. Όπως και στην αρχαία ελληνική, εφαρμόζεται κι εδώ η τροπή των ινδοευρωπαϊκών συμφώνων s σε δασεία και του m σε ν, η αποσιώπηση του τελικού υ και όλων των τελικών συμφώνων εκτός των:  ν, ρ, ξ και ς, φαινόμενα που δε τα συναντούμε σε ιλλυρικές ή θρακικές διαλέκτους.

Από τότε που εμφανίζονται εκτενέστερα μακεδονικά κείμενα, αυτά είναι διατυπω­μένα στην αττική διάλεκτο. Η μορφή των κει­μένων αυτών είναι ένα από τα επιχειρήματα όσων αρνούνται την ελληνικότητα των Μακεδόνων, υποστηρίζοντας ότι οι Μακεδόνες ήταν αλλόγλωσσοι που εξελληνίστηκαν.

Διατυπώνουν την άποψη, ότι οι ελληνικές επιγραφές που βρέθηκαν στη Βεργίνα ή στην Πέλλα, ανήκουν σε μέλη της βασιλικής αυλής και της ανώτερης τάξης, όπου καθομιλουμένη ήταν η αττική διάλεκτος. Νεότερες όμως έρευνες από την Πέλλα αποκάλυψαν επιτύμβιες επιγραφές φτωχικών τάφων, όπως του έφηβου Ξάνθου, υιού του Δημητρίου και της Αμαδίκας, από τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα ή του μολύβδινου κατάδεσμου, με ευχές και κατάρες πίστης και αφοσίωσης γάμου της Θετίμας προς τον Διονυσοφώντα, των μέσων του 4ου π.Χ. αιώνα. Οι γλωσσικές διατυπώσεις, οι ρηματικοί τύποι, οι καταλήξεις των θηλυκών κυρίως ονομάτων, όπως Αμαδίκα, Θετίμα, Ευρυδίκα, Ηγίσκα κ.ά., ανήκουν στη μακεδονική-ελληνική διάλεκτο που ομιλείτο και από τα λαϊκά στρώματα των Μακεδόνων, τουλάχιστον από τον 5ο π.Χ. αιώνα.

Γλώσσα και συνείδηση προσδιορίζουν την εθνική ταυτότητα ενός τόπου. Η προέλευση και η υφή της γλώσσας των Αρχαίων Μακεδόνων αποτέλεσε «την αιχμή του δόρατος» με την οποία, οι σύγχρονοι παραχαράκτες και βιαστές της ιστορίας, από τα Σκόπια, επιχειρούν να πλήξουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας, διακηρύσσοντας:

-Ότι οι Αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, αλλά φύλλα συγγενικά με τους Θράκες και τους Ιλλυριούς.

-Ότι οι Σλάβοι που κατέβηκαν στην περιοχή τον 6ο και 7ο μ.Χ. αιώνα, ενώθηκαν με τα φύλα των Μακεδόνων Θρακών και Ιλλυριών και από την πρόσμιξη προήλθαν οι Σλάβοι-Μακεδόνες που σήμερα αποτελούν την «μακεδονική εθνότητα».

-Ότι η γλώσσα που ομιλείτο στην περιοχή, ήταν μείγμα θρακοϊλλυρικής. Από τον επηρεασμό της με τη σλαβική, προέκυψε το ομιλούμενο ιδίωμα των Σκοπίων, η «μακεδονική γλώσσα».

Στο σημείο αυτό αξίζει να παραθέσουμε τις εξακριβωμένες διαπιστώσεις του Κ. Τσιούλκα: «Η σλαβοφανής μακεδονική είναι η παλαιά μακεδονική γλώσσα, αδελφή της ελληνικής. Φέρει ελάχιστα στίγματα βαρβαρικών επιδρομών, δεν μας έχει κληροδοτήσει προϊόντα φιλολογικά, σίγουρα όμως δεν είναι ούτε σλαβωνική ούτε βουλγαρική. Στον γλωσσικό της πλούτο εντοπίζουμε περί τις 1.260 ομηρικές λέξεις, ενώ στην ελληνική γλώσσα διασώζονται μόλις 650».

Αυτό που μονίμως και συστηματικά αγνοούν οι ανιστόρητοι και πλαστογράφοι γείτονές μας, οι οποίοι τα τελευταία 80 χρόνια αγωνιωδώς επιχειρούν να στοιχειοθετήσουν ανύπαρκτη εθνότητα και τεχνητή γλώσσα, είναι ότι οι πρόγονοί τους Σλάβοι εισέβαλαν στα Βαλκάνια τον 6ο μ.Χ. αιώνα και άρχισαν να εκπολιτίζονται μόλις τον 10ο αιώνα από τους Έλληνες-Μακεδόνες, Θεσσαλονικείς αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο, ενώ τα αρχαιολογικά ευρήματα του Δίου, της Βεργίνας, της Πέλλας, των Φιλίππων, αλλά και της Ηράκλειας και των Στόβων, έχουν αφετηρία τον 6ο π.Χ. αιώνα. Αναδεικνύουν έναν εκπληκτικό πολιτιστικό πλούτο και έναν μοναδικό πνευματικό πολιτισμό, με ανεπανάληπτα αριστουργήματα τέχνης που επιβεβαιώνουν κατηγορηματικά και με αδιάψευστα στοιχεία την πανάρχαια και αλληλένδετη σχέση Ελληνισμού και Μακεδονίας.

 

 

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου