Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός

Ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν μᾶς ἀναφέρει μόνον ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ πρωτότοκος καὶ ἀληθινός, ἀλλὰ ἀναφέρει καὶ πλῆθος ὀνομάτων τοῦ Ἰησοῦ ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι τὰ ὀνόματα τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι γνωστὲς καὶ βιώνονται ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους.

Ἕνα ἀπὸ τὰ ὀνόματα τοῦ Κυρίου εἶναι «ὁ ποιμὴν ὁ καλός»[1]. Καὶ μάλιστα στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένο στὴν μνήμη τοῦ καλοῦ ποιμένος τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ἀλλὰ καὶ σὲ ὁλόκληρο τὸ 10ο κεφάλαιο τοῦ Ἰωάννου, περιγράφονται τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ καλοῦ ποιμένος[2].

Πρῶτα πρῶτα ὁ καλὸς ποιμὴν στὸ μαντρὶ τῶν προβάτων μπαίνει μέσα ἀπὸ τὴν θύρα. Ἢ ὁ ποιμὴν ἀνοίγει τὴν θύρα γιὰ νὰ μποῦν τὰ πρόβατα. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ θύρα εἶναι ἡ ἀρχὴ γιὰ νὰ μπεῖ κανεὶς στὴν οἰκία, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἔγινε θύρα τῆς ἀρετῆς. Πρῶτος αὐτὸς σὰν ἄνθρωπος εἶχε τὸ πλήρωμα τῶν ἀρετῶν· «ἐκάλυψεν οὐρανοὺς ἡ ἀρετή σου Χριστέ»[3], ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας. Πρῶτος αὐτὸς γεννήθηκε χωρὶς ἁμαρτία. Πρῶτος αὐτὸς ἐπάτησε τὴν ἁμαρτία, τὸν θάνατο καὶ τὸν διάβολο. Πρῶτος αὐτὸς ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Ἔγινε ἡ θύρα τῆς ἀφθαρσίας. Καὶ ἀφοῦ ἐκπλήρωσε τὴν ἀνθρώπινη οἰκονομία, ἀνέβηκε στὸν Πατέρα του καὶ ἄνοιξε τὸν δρόμο καὶ τὴν θύρα τῆς σωτηρίας γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Ἀπὸ τὸν Χριστὸ θὰ μποῦν καὶ θὰ βγοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ψάξουν τὴν πνευματικὴ «νομήν», δηλαδὴ τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς γνωρίζεται ἀπὸ τὶς σχέσεις ποὺ ἔχει μὲ τὰ πρόβατα. Γνωρίζει ὅλα τὰ πρόβατά του καὶ ἐκεῖνα γνωρίζουν τὸν ποιμένα τους. Φωνάζει τὸ καθένα μὲ τὸ ὄνομά του καὶ ἐκεῖνα ἀναγνωρίζουν τὴν φωνή του. Ὅταν τὰ βγάζει νὰ βοσκήσουν, πορεύεται μπροστά τους. Τὰ πρόβατα γνωρίζουν τὸν ποιμένα καὶ ὁ ποιμὴν γνωρίζει τὰ πρόβατα, ὅπως ἀκριβῶς γνωρίζει ὁ Πατέρας τὸν Υἱό του. Τὸν ξένο ποιμένα δὲν τὸν ἀναγνωρίζουν τὰ πρόβατα, «ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾿ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν»[4].

Πράγματι, ὅπως ἀκριβῶς γνωρίζει ὁ Πατέρας τὸν Υἱό του, δηλαδὴ τὸν Χριστό, ἀφοῦ τὸν γέννησε μὲ γνήσιες ὠδῖνες ἀπὸ τὴν οὐσία του— Ὁ Χριστὸς δηλαδὴ εἶναι καρπὸς τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός— καὶ ὅπως ὁ Υἱὸς ἀναγνωρίζει τὸν Πατέρα, ἀφοῦ εἶναι γνήσιος υἱός του, κατὰ παρόμοιο τρόπο ὁ Ἰησοῦς γνωρίζει τοὺς δικούς του ἀνθρώπους. Ὅλοι ὅσοι ντυθήκαμε τὸν Χριστὸ εἴμαστε ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Χριστοῦ, πρόβατα τῆς λογικῆς του ποίμνης, δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας, τέκνα τοῦ Θεοῦ. Δὲν μᾶς τὸ λέει πολὺ ὡραῖα αὐτὸ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης; Ὅσοι, λέει, ἀνεγνώρισαν τὸν Χριστό, τοὺς ἔδωσε τὴν ἐξουσία, «τέκνα Θεοῦ γενέσθαι», νὰ γίνουν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ[5]. Τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ γεννιοῦνται ὄχι μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Χριστὸς ὅταν σταυρώθηκε, ἀγκάλιασε ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση. Δὲν ἦλθε μόνο γιὰ μιὰ μερίδα ἀνθρώπων, ἀλλὰ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἔγινε σύνδεσμος τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων. Ὅσοι μὲν ἀναγνωρίζουν τὸ πρόσωπό του καὶ πιστεύουν σ᾿ αὐτό, ὅπως τὰ πρόβατα ἀναγνωρίζουν τὸν ποιμένα τους, τοὺς ὁδηγεῖ στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Τοὺς συνάπτει μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του μὲ τὸν Θεό. Γίνεται ὁ μεσίτης ὅλων μας[6]. Γιὰ τοὺς ἄλλους, ποὺ δὲν τὸν παραδέχονται, ὁ Χριστὸς θὰ γίνει ποιμὴν «ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ», γιὰ νὰ συντρίψει αὐτοὺς ὡς σκεύη κεραμέως[7].

Ὁ Μ. Βασίλειος λέει πὼς γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν[8]. Ὅσοι ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστό, τὸν ἀκολουθοῦμε πιστά. Δὲν συζητοῦμε τὶς ἐντολές του, δὲν φιλονικοῦμε, οὔτε παρακούουμε τὰ προστάγματά του. Ὁ Χριστὸς πορεύεται καὶ ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε. Αὐτὸς ἀνοίγει τὸν δρόμο καὶ ἐμεῖς βαδίζουμε. Ὁ ἴδιος μᾶς δείχνει πρῶτος τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας μας. Εἶναι ὁ «ποιήσας καὶ διδάξας»[9] κατὰ τὴν Γραφή. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίσουμε τὸν Θεό, ἐὰν προηγουμένως δὲν μᾶς γνωρίσει αὐτός. Αὐτὸς πρῶτος ἔγινε ἄνθρωπος καὶ μετὰ ἐμεῖς πήραμε τῆς θεότητος τὸ χάρισμα.

Ἕνα ἄλλο γνώρισμα τοῦ καλοῦ ποιμένος εἶναι ὅτι θυσιάζεται γιὰ τὰ πρόβατα. Ἐνῶ ὁ κλέφτης ἔρχεται γιὰ νὰ κλέψει, νὰ σφάξει καὶ νὰ καταστρέψει ἢ ὁ μισθωτὸς δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ πρόβατα, ὁ Χριστὸς θυσιάζει τὸν ἑαυτό του ὑπὲρ τῶν προβάτων.

Κατὰ τοὺς Πατέρες ὁ κλέφτης ποὺ κλέβει τὰ λογικὰ πρόβατα ἢ ὁ λύκος ποὺ κατασπαράζει τὴν ποίμνη εἶναι ὁ διάβολος[10]. Ὁ διάβολος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κλέβει μὲ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θυσιάζει τοὺς ἀνθρώπους, ὅταν συγκατατεθοῦν στοὺς πονηροὺς λογισμούς. Εἶναι αὐτὸς ποὺ καταστρέφει τοὺς ἁμαρτωλοὺς μὲ τὶς ἁμαρτωλὲς πράξεις. Ὁ διάβολος εἶναι λύκος, λυμεών, ποὺ μὲ διάφορα τεχνάσματα σαγηνεύει τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς κατασπαράζει. Ἔτσι ὁ διάβολος σὰν πονηρὸς λύκος ἔκλεψε τὴν ψυχὴ τοῦ Ἰούδα. Τὸν ἔρριψε στοὺς λογισμοὺς τῆς φιλαργυρίας. Μετὰ τὸν θυσίασε στὸν βωμὸ τῆς κλοπῆς καὶ μετὰ τὸν κατέστρεψε μὲ τὴν αὐτοκτονία.

Ὁ διάβολος κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο εἶναι κλέφτης καὶ παλαιὸς ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, διότι ἔκλεψε μὲ τὴν ἀπάτη τῆς θεότητος τὸν ἄνθρωπο[11].

Ἐμεῖς ὅμως δὲν φοβόμαστε τὸν λύκο, γιατὶ ἔχουμε τὸν καλὸ ποιμένα. Ὁ Χριστὸς δὲν χαρίζει ἁπλῶς τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ κάτι παραπάνω, «καὶ περισσὸν ἔχωσιν»[12], ὅπως λέει σήμερα στὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ Χριστὸς χαρίζει τὴν ζωὴ στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σύμφωνα μὲ τὴν ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ θὰ ἀναστηθοῦν· «ἀναστήσονται καὶ ἐγερθήσονται οἱ ἐν τοῖς μνημείοις»[13]. Ὅλοι ὅμως δὲν θὰ ζήσουν στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Αὐτοὶ ποὺ θὰ μετάσχουν στὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ποὺ θὰ ἔχουν τὸ «περισσόν», δηλαδὴ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτοὶ ποὺ θὰ βγοῦν ἀπὸ τὰ βασίλεια τοῦ Ἅδου καὶ θὰ μποῦν στοὺς χοροὺς τῶν ἁγίων, θὰ εἶναι τὰ πρόβατα ποὺ ἀκολούθησαν τὸν καλὸ ποιμένα, δηλαδὴ τὸν Χριστό, αὐτὸν ποὺ θυσιάστηκε ἐπὶ τοῦ σταυροῦ γιὰ τὴν σωτηρία τους.

Ἐκεῖνο τὸ περισσότερο ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Χριστὸς νὰ δώσει στὰ πρόβατά του εἶναι ἐκεῖνα ποὺ πιστοποίησε ὁ Παῦλος, «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν»[14].

Τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα παρουσιάζει τὸν Χριστὸ σὰν ποιμένα· ποιμένα ὅμως προβάτων καὶ ὄχι ἐρίφων, ποὺ σημαίνει ὅτι τὰ πρόβατα εἶναι πιὸ ἥσυχα ἀπὸ τὰ ἐρίφια. Μπορεῖ κανεὶς εὔκολα νὰ τὰ κυβερνήσει.

Σύμφωνα μὲ τὸ Πατερικὸ πνεῦμα τὰ πρόβατα εἶναι ἐκεῖνα ποὺ ἀναγνωρίζουν τὸν Χριστὸ σὰν ποιμένα τους. Αὐτοὶ εἶναι εὐμετάδοτοι καὶ ἀνεξίκακοι. Αὐτοὶ πείθονται μόνο στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἐνῶ ἀπορρίπτουν τοὺς ἄλλους τοὺς μισθωτὲς καὶ ψευδοποιμένες. Καὶ εἶναι ἀλήθεια πὼς ἡ ποίμνη τοῦ Χριστοῦ γέμισε ἀπὸ ψευδοποιμένες· ποιμένες ποὺ κοιτάζουν τὸ δικό τους συμφέρον πρῶτα καὶ μετὰ τῶν ἀνθρώπων.

Τέτοιοι εἶναι οἱ διάφοροι αἱρετικοί, ὀλιγόπιστοι, ἄθεοι καὶ ὑλιστές, ποὺ ἐπηρεάζουν μὲ ποικίλους τρόπους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀντὶ νὰ τοὺς ὁδηγοῦν σὲ νομὰς σωτηρίας, τοὺς ὁδηγοῦν στὴν καταστροφή.

Γιὰ πολλοὺς κατ᾿ ὄνομα Χριστιανοὺς περισσότερη ἀξία ἔχουν οἱ ἄνθρωποι παρὰ ὁ Χριστός· οἱ πολιτικοὶ παρὰ ἡ Ἐκκλησία. Τοὺς ἀρέσουν οἱ ἁμαρτωλοὶ ψευδοποιμένες παρὰ ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός.

Ἐπίσης πολλοὺς ἀπὸ μᾶς στὴν ἄλλη ζωὴ δὲν θὰ μᾶς ἀναγνωρίσει ὁ Χριστὸς σὰν πρόβατα τῆς λογικῆς του ποίμνης. Εἴδατε τί λέει ἀλλοῦ ὁ Χριστός; Κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως θὰ παρουσιασθοῦν πολλοὶ καὶ θὰ ποῦν· Κύριε μὲ τὸ δικό σου ὄνομα κάναμε θαύματα. Καθαρίσαμε λεπρούς, κάναμε καλὰ παραλυτικούς· καὶ ὁ Κύριος θὰ τοὺς ἀπαντήσει, φύγετε μακριά μου ἐργάτες τῆς ἀνομίας· «οὐκ οἶδα ὑμᾶς»[15]. Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς δὲν ἀναγνωρίζει ἐκείνους ποὺ ἔζησαν μέσα στὴν ἁμαρτία, ἔστω καὶ ἐὰν ἔκαναν θαύματα στὸ ὄνομά του. Τί σημαίνει αὐτό; Μπορεῖ κανεὶς νὰ ἔχει τὸ χάρισμα τῆς Ἱερωσύνης καὶ μὲ τὴν δύναμη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ νὰ κάνει θαύματα, ὅταν ὅμως προσωπικὰ δὲν ἔχει συνδεθεῖ μὲ τὸν Χριστό, δὲν θὰ σωθεῖ.

Ἄλλος μπορεῖ νὰ κάνει κηρύγματα, νὰ διαβάζει τὴν ἁγία Γραφή, νὰ πηγαίνει σὲ ὁμιλίες καὶ σὲ κύκλους καὶ σὲ συγκεντρώσεις καὶ ὅμως νὰ μὴ τὸν γνωρίζει ὁ Χριστὸς «κατ᾿ ὄνομα»[16]. Δηλαδὴ πολλοὶ ἄνθρωποι μπορεῖ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὸν Χριστό, χωρὶς νὰ τὸν ἀκολουθοῦν, ὅπως τὰ πρόβατα μὲ τὸν ποιμένα.

Ἀφοῦ δὲν μετανοοῦμε καὶ δὲν ἔχουμε τὴν αἴσθηση καὶ τὴν γνώση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ προσωπικά, πῶς θὰ ἀναγνωρίσουμε τὸν Χριστό; Πολὺ περισσότερο, πῶς θὰ τὸν ἀκολουθήσουμε χωρὶς ἀντιρρήσεις καὶ ὅρους καὶ περιορισμούς;

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἦταν ὅπως ὁ καλὸς ποιμὴν τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἦταν ποιμὴν ποὺ ὁδηγοῦσε θεοφιλῶς τὰ πρόβατα.

Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Νεκταρίου γιὰ δύο πράγματα. Ἐμᾶς τοὺς ποιμένες τῶν λογικῶν προβάτων νὰ μᾶς δώσει δύναμη καὶ χάρη νὰ ποιμαίνουμε τὸ ἐμπιστευθὲν ποίμνιο καὶ νὰ μὴ μοιάσουμε μὲ τοὺς κλέφτες καὶ μισθωτές. Καὶ ἐσᾶς τὰ πρόβατα νὰ σᾶς χαριτώνει, ὥστε νὰ εὑρεθεῖτε μπροστὰ στὸν Σωτῆρα μας στὴν ἀγέλη τῶν προβάτων καὶ ὄχι τῶν ἐρίφων ποὺ ἀγαποῦν τοὺς κρημνοὺς τῆς ἁμαρτίας.

 

π. Π.

 

[1]. Ἰω. 10, 11.

[2]. Βλ. Ἰω. 10, 9-16.

[3]. Βλ. Εἱρμὸς δ΄ ὠδῆς τοῦ κανόνος ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου: «Ἐκάλυψεν οὐρανούς, ἡ ἀρετή σου Χριστέ· τῆς κιβωτοῦ γὰρ προελθών, τοῦ ἁγιάσματός σου, τῆς ἀφθόρου Μητρός, ἐν τῷ ναῷ τῆς δόξης σου, ὤφθης ὡς βρέφος, ἀγκαλοφορούμενος, καὶ ἐπληρώθη τὰ πάντα τῆς σῆς αἰνέσεως» καὶ πρβλ. Ἀββακούμ 3, 3: «Ἐκάλυψεν οὐρανοὺς ἡ ἀρετὴ αὐτοῦ, καὶ αἰνέσεως αὐτοῦ πλήρης ἡ γῆ».

[4]. Ἰω. 10, 5.

[5]. Βλ. Ἰω. 1, 12: «Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ».

[6]. Βλ. Α’ Τιμ. 2, 5: «Εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς Ἰησοῦς».

[7]. Βλ. Ψ. 2, 9: «Ποιμανεῖς αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψεις αὐτούς».

[8]. Βλ. Μ. Βασιλείου, Εἰς τὸν ἅγιον μάρτυρα Μάμαντα, PG31, 597A: «Τί γινώσκομεν Θεοῦ; Τὰ ἐμὰ πρόβατα τῆς φωνῆς μου ἀκούει. Ἴδε πῶς νοεῖται Θεός· ἐκ τοῦ ἀκούειν ἡμᾶς τῶν ἐντολῶν αὐτοῦ· ἐκ τοῦ ἀκούοντας ποιεῖν. Τοῦτο γνῶσις Θεοῦ, τήρησις ἐντολῶν Θεοῦ».

[9]. Βλ. Μτθ. 5, 19: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».

[10]. Βλ. Μ. Βασιλείου, Εἰς τὸν ἅγιον μάρτυρα Μάμαντα, PG31, 596AB: «Ἐνταῦθα ζητεῖ ἡ Ἐκκλησία, εἰ ποιμὴν ὁ Κύριος, τίς μισθωτὸς ποιμήν; Μὴ ὁ διάβολος; Καὶ εἰ ὁ διάβολος μισθωτὸς ποιμήν, τίς ὁ λύκος; Ἀλλὰ λύκος μὲν ὁ διάβολος, τὸ ἀνήμερον θηρίον, τὸ ἁρπακτικόν, τὸ ἐπίβουλον, ὁ κοινὸς πάντων ἐχθρός. Ἐχέτω τοίνυν ἰδίαν προσηγορίαν μισθωτὸς ποιμήν» καὶ Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τὸν ἅγιον Ἰωάννην, Ὁμιλία νθ΄, PG59, 326: «Ἔστι δὲ ἐνταῦθα καὶ νοητὸν ὑποπτεῦσαι λύκον. Καὶ γὰρ οὐδὲ ἐκεῖνον εἴασεν ἀπελθόντα ἁρπάσαι τὰ πρόβατα. Οὐ λύκος δέ ἐστιν οὗτος μόνον, ἀλλὰ καὶ λέων. Ὁ γὰρ ἐχθρὸς ἡμῶν διάβολος, φησὶν, ὡς λέων περιέρχεται ὠρυόμενος. Οὗτος καὶ ὄφις καὶ δράκων ἐστί· Πατεῖτε γὰρ ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων».

[11]. Βλ. Θεφάνους Κεραμέως, Ὁμιλία νζ΄, Εἰς τό, «Ἐγὼ εἰμι ἡ θύρα», PG132, 993C: «Κλέπτης ἐστὶ κατὰ τὸν ἱεροφάντορα Μάξιμον, ὁ παλαιὸς ἐχθρὸς τοῦ ἡμετέρου γένους διάβολος, ὁ κλέψας θεώσεως ἀπάτῃ τὸν ἄνθρωπον».

[12]. Βλ. Ἰω. 10, 10: «Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν».

[13]. Βλ. Ἠσ. 26, 19: «Ἀναστήσονται οἱ νεκροί, καὶ ἐγερθήσονται οἱ ἐν τοῖς μνημείοις, καὶ εὐφρανθήσονται οἱ ἐν τῇ γῇ».

[14]. Α΄ Κορ. 2, 9.

[15]. Βλ. Μτθ. 7, 22-23: «Πολλοὶ ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς» καὶ Μτθ. 25, 12.

[16]. Βλ. Ἰω. 10, 3: «Τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ᾿ ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά».

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου