
Ἡ σχέση δύο σεμνῶν ἀγωνιστῶν τῆς Πατρίδας, μέσα ἀπὸ κείμενά τους
Τὸ 2014 συμπληρώνονται 160 χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατο ἑνὸς μεγάλου ἀλλὰ ἀφανοῦς ἀγωνιστῆ τῆς ἐθνικῆς παλιγγενεσίας τοῦ 1821, τοῦ Ἰωάννη Ἀναγνώστη Κοντάκη, ἀπὸ τὸν Ἅγιο Πέτρο Κυνουρίας στὴν Ἀρκαδία. Ὁ Κοντάκης, ἀπὸ τοὺς πρώτους Πελοποννήσιους ποὺ μυήθηκε στὴν Φιλικὴ Ἑταιρεία, ὑπῆρξε ὁ στρατιωτικὸς καὶ πολιτικὸς ἀρχηγὸς τῆς Κυνουρίας κατὰ την ἐπανάσταση, προσωπικὸς φίλος καὶ συνεργάτης τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια. Ἡ προσφορά του στὴν πατρίδα ὑπῆρξε ἰδιαιτέρως διακριτὴ καὶ σπουδαία. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσωπική του συμμετοχὴ σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς μεγάλες μάχες τοῦ ἀγῶνα στὸν Μοριά, ἔδωσε θυσία στὴν πατρίδα τοὺς τρεῖς γιούς του καὶ ὅλη τὴν μεγάλη περιουσία, ποὺ διέθετε ὡς πρόκριτος τῆς Ἐπαρχίας Ἁγίου Πέτρου καὶ Πραστοῦ.
Τὰ ἀπομνημονεύματα ποὺ ἄφησε φωτίζουν σημαντικὲς πτυχὲς τοῦ ἀγώνα στὴν Πελοπόννησο καὶ στὴν Στερεὰ Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ τῆς περιόδου διακυβέρνησης τοῦ νεοσύστατου κράτους ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια[1]. Παρουσιάζει ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἡ ἀναφορὰ τοῦ Κοντάκη, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἴδιος πρότεινε τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια στὴν Δ’ Ἐθνοσυνέλευση στὴν Ἑρμιόνη ὡς μελλοντικὸ κυβερνήτη τοῦ ὑπὸ ἵδρυση ἑλληνικοῦ κράτους, ἡ δὲ πρότασή του ἔγινε ἀποδεκτὴ παμψηφεί.
Ὁ Κοντάκης περιγράφει μὲ λεπτομέρειες τὴν τραγικὴ κατάσταση στὴν ὁποία βρισκόταν τὸ ἑλληνικὸ κράτος τὴν ἐποχὴ ποὺ ἀνέλαβε ὁ Καποδίστριας τὴν ἡγεσία καὶ ἐπισημαίνει τὸ τεράστιο ἔργο τοῦ Κυβερνήτη σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς, οἰκονομία, διοίκηση, δικαιοσύνη, παιδεία.
Ἐπίσης σημαντικὴ πληροφορία τῶν «Ὑπομνημάτων» τοῦ Κοντάκη ἀποτελεῖ ἡ ἀναφορὰ ὅτι ὁ Καποδίστριας τὸν διόρισε Ἔπαρχο Καρπενησίου, Ἀποκούρου καὶ Κραβάρων, περιοχὲς οἱ ὁποῖες δὲν εἶχαν ἀρχικὰ ἐνταχθεῖ στὸ ἑλληνικὸ κράτος. Μὲ προσωπικὴ μέριμνα τοῦ Κυβερνήτη περιελήφθησαν στὰ σύνορα καὶ γιὰ τὴ διασφάλισή τους διορίστηκε ὁ στενὸς συνεργάτης τοῦ Καποδίστρια Ἔπαρχος ἐκεῖ. Στὰ Γενικά Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους φυλάσσονται δύο ἐπιστολές τοῦ πρώτου Κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδας πρὸς τὸν Ἰωάννη Κοντάκη[2], στὶς ὁποῖες ἐπιβεβαιώνεται ξεκάθαρα τὸ γεγονὸς αὐτὸ καὶ ἐπίσης διαφαίνεται ἡ ἐκτίμηση καὶ ὁ σεβασμὸς ποὺ ἔτρεφε ὁ Καποδίστριας πρὸς τὸν συνεργάτη καὶ φίλο του.
Ὡς λιτὴ ἀλλὰ ἐπιστημονικὰ πρωτότυπη κατάθεση, καθὼς ἡ ἔκδοση τῶν «Ὑπομνημάτων» καὶ τῶν ἐπιστολῶν πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὴν ὑποφαινομένη, παρατίθενται ἀκολούθως ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ «Ὑπομνήματα» τοῦ Ἰωάννη Ἀναγνώστη Κοντάκη ποὺ ἀναφέρονται στὴν σχέση τοῦ ἀγωνιστῆ μὲ τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια, καθὼς καὶ οἱ δύο ἐπιστολὲς τοῦ Κυβερνήτη πρὸς τὸν Κοντάκη.
Ι.
Ὑπομνήματα ἀναγκαιότατα, ἀξιόπιστα καί ἀξιοσημείωτα
πρός γνῶσιν τῶν ἀπογόνων τοῦ ὑποφαινομένου,
οἱ ὁποῖοι ἐντέλλονται νά τά ἔχωσιν ὡς ὀδηγόν καί νά ἐξακολουθῶσι τήν σειράν τῶν σημειώσεων τῶν κατά καιρούς συμβαινόντων
Τήν α’ Μαρτίου 1820 ἐν Ἁγίῳ Πέτρῳ
Ἰωάννης Ἀναγνώστης Κοντάκης
Δ΄ Ἐθνική Συνέλευσις[3]
(…) Σκεπτομένη δέ ἡ συνέλευσις περί σχηματισμοῦ διοικήσεως, ἡ γνώμη ὅλων ἦτον Σύνταγμα, Βουλή καί Ἐκτελεστικόν. Ἔμενε λοιπόν νά ἀποφασισθῇ ἐκ πόσων μελῶν νά σύγκειται τό Ἐκτελεστικόν καί αἱ γνῶμες ἔκλιναν δι’ ἕνα καί μόνον ἄτομον. Τό κακόν ἦτον ὁποῦ ὁ ἄνθρωπος οὖτος δέν ἐφαίνετο εἰς τήν Ἑλλάδα, καί ἄλλος ἔλεγε τόν Ρώμα, ἄλλος τόν Καποδίστρια, καί ἄλλοι ἄλλους, οὐχί ὅμως ἐπί συνεδριάσεως.
Ὁ Κοντάκης ὑποστηρίζει τήν ἐκλογήν τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια ὡς Κυβερνήτου
Ὅθεν ἔκαμα ἕν ἔγγραφον, τό ὁποῖον εὑρίσκεται εἰς τόν Ρήγα Παλαμίδην, εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἰωαν. Α. Καποδίστρια, εἰς τό ὁποῖον ὑπέγραψαν οἱ περισσότεροι καί οὕτως διελύθη τό πρόβλημα.
Εἰς τήν ἐποχήν ἐκείνην ἔφθασεν καί ὁ Τζούρς καί ὁ Κόχραν, οἱ ὁποῖοι ἐβάλθησαν διά τά συμφέροντά των νά ἐνώσουν τήν συνέλευσιν καί ἔλαβον συνέντευξιν καί μετά τῶν δύο μερῶν, καί ἑπομένως ἔγινεν ὁμιλία δι’ ἐπιτρόπων καί ἀπεφασίσθη ἡ ἕνωσις, μέ τήν παραδοχήν ὅλων τῶν πράξεων τῶν ἐν Ἑρμιόνη, τόν πρόεδρον, γραμματεία και φρουράν τῆς συνελεύσεως, ὁ δέ τόπος ἀπεφασίσθη ἡ Τροιζήνη – καί ὅυτως μετέβησαν ἐκεῖ ἀμφότερα τά μέρη – καί ἀσπασθέντες εἰς τά Ἁλώνια ἔγινε ὑποκάτω τῶν λεϊμονιῶν.
Ἐκλογή Καποδίστρια, στρατηγοῦ Τσούρτς, ναυάρχου, Κόχραν
Καί πρῶτον ἐκλέχθη τό Μέγα Σάββατον ὁ Κόχραν ναύαρχος, καί ὁ Καποδίστριας Κυβερνήτης, ὁ δέ Τζούρς ἐκλέχθη ἀρχιστράτηγος.
Ἡ ἐκλογή ὅμως τοῦ Κυβερνήτου ἐπροξένησεν εἰς τούς προύχοντας δυσαρέσκειαν, ἀλλά δέν ἠδύναντο νά κάμουν διαφορετικά κοντά εἰς τήν κοινήν θέλησιν.
Μετά ταῦτα ἐκλέχθη ἡ Ἀντικυβερνητική Ἐπιτροπή, ὁ Γ. Μαυρομιχάλης, ὁ Γιαννούλης Νάκος, καί ὁ Μαρκῆς Μιλαΐτης.
Ἔγινεν μεγάλη φιλονικία περί προέδρου τῆς Βουλῆς εἰς τρεῖς συνεδριάσεις, καί ἐκλέχθη παμψηφεί ὁ Νικόλαος Ρενιέρης, περί τοῦ ὁποίου δέν ἦτο ποσῶς λόγος, ἀλλά αἴφνης ὁ Κολοκοτρώνης τόν ἐσήκωσεν διά νά παύσουν αἱ λογοτριβαί καί ἀπεφασίσθη παμψηφεί.
Ἀφοῦ λοιπόν ἔγινεν ὁ συνταγματικός χάρτης, ἐσυζητήθη καί ὑπεγράφη, ἔκλεισαν αἱ ἐργασίαι τῆς συνελεύσεως τήν 6 Μαΐου, καί διελύθη ἡ συνέλευσις, καί ἀπεφασίσθη ἕδρα προσωρινή τῆς Διοικήσεως τό Ναύπλιον.
Μεθ’ ἡμέρας δέκα ἐσυνάχθησαν οἱ βουλευταί εἰς Ναύπλιον καί ἡ Ἀντικυβερνητική Ἐπιτροπή καί ἄρχισαν τάς ἐργασίας των. (…)
Ἄφιξις Καποδίστρια
Τήν 7 Ἰανουαρίου (1828) ἔφθασεν ὁ Καποδίστριας εἰς Ναύπλιον καί τήν 8 ἔφθασεν εἰς Αἴγινα, καί ἐβγῆκεν μετά μεγάλης ὑποδοχῆς, καί ἀφοῦ ἔδωκεν τόν ὅρκον, ἄρχισε τάς ἐργασίας. Καί πρῶτον διέλυσε τήν Βουλήν, ἑπομένως ἔκαμεν τό Πανελλήνιον, διορίσας τούς προκρίτους ὅλους εἰς θέσεις.
Τό Ταμεῖον εὗρεν εἰς μεγάλην ἀνέχειαν. Μόνον αἱ πρόσοδοι τῆς Πελοποννήσου ἦτον εἰσέτι ἀπώληται, τάς ὁποίας ἐφύλαξεν ἡ Βουλή καί ἀφοῦ τήν διέλυσεν, δέν ἐπλήρωσε καί τούς μισθούς τῶν βουλευτῶν τουλάχιστον.
Οἱ προύχοντες, μολονότι ἐδιορίσθησαν εἰς τάς λαμπροτέρας θέσεις, δέν ἔμενον εὐχαριστημένοι, καθώς ἐξέφρασεν ὁ κ. Γεώργιος Κουντουριώτης τήν δυσαρέσκειάν του ἐνώπιον τοῦ Βρεσθένης, Γιαννούλη, Καραμάνου καί ἐμένα λέγων, τί πρᾶγμα εἶναι τοῦτο, ἐτρελλάθη ὁ λαός ἀπό τήν χαράν διά τόν ἐρχομόν τοῦ Καποδίστρια, καί τί ἔκαμεν αὐτός εἰς τήν Ἑλλάδα, ἤ τί ἐλπίζουν ἀπό αὐτόν.
Ὁ Καποδίστριας ἀντιμετωπίζει μεγάλας δυσχέρειας
Ἡ δέ κατάστασις τῆς Ἑλλάδος ὑπῆρχεν ἀθλιεστάτη εἰς τόν ἀνώτατον βαθμόν, ἐνῶ ἦλθεν ὁ Κυβερνήτης. Πρῶτον χρήματα δέν ὑπῆρχον, δεύτερον ἡ Πελοπόννησος ὅλη καταρημωμένη ἀπό τούς Ἄραβας καί αἱ οἰκίαι πυρπολημέναι, τό Ναύπλιον και Ἄργος κατατυραννοῦνται ἀπό τόν Γρίβα, ἡ Στερεά Ἑλλάς ἅπασα εἰς τήν ἐξουσίαν τῶν Τούρκων μέχρι τῶν Μεγάλων Δερβενίων, ἡ θάλασσα καταπλακωμένη ἀπό τήν πειρατείαν, καί πολλαί νῆσοι τῶν Κυκλάδων κατατυραννούμεναι ἀπό τήν πληθύν τῶν στερεοελλαδιτικῶν στρατιωτῶν. Καί μ’ ὅλας ταύτας τάς συμφοράς και δυσχερείας ἀνεδέχθη ὁ μέγας ἄνθρωπος τήν κυβέρνησιν τοῦ τόπου καί τό κύριον ἀντικείμενόν του ἐστάθη νά ἐπισυνάξῃ ὅλους τούς ὁπλοφόρους τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος, νά τούς κατατάξῃ ὑπομισθίους, πρῶτον νά παρηγορήσῃ τάς ἀνάγκας καί νά παύσῃ τάς ἐξ αὐτῶν προερχομένας καταχρήσεις καί δεύτερον νά τούς μεταχειρισθῇ διά τήν ἀπελευθέρωσιν τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος. Ἀπό δέ τήν Πελοπόννησον δέν ἐπῆρεν οὐδέ ἕνα στρατιώτην, γνωρίζων ὅτι εἶναι εἰς αὐτούς συμφερώτερον νά ἀκολουθήσουν τήν γεωργικήν καί λοιπάς ἐργασίας των, καί διότι ἀνάγκη ὅπλων δέν ἦτον εἰς τήν Πελοπόννησον, γνωρίζων ὅτι ὁ Ἰμπραΐμης ἔμελλεν νά τήν ἀφήσῃ ὑποχρεωμένος ἀπό τάς τρεῖς δυνάμεις.
Προσέτι ὁ ἐρχομός του ἀπήντησεν τόν ἐμφύλιον πόλεμον, ὁ ὁποῖος ἦτον ἕτοιμος νά ἀνάψῃ, μή ὑποφέροντες οἱ Πελοποννήσιοι τά κακά τῶν Στερεοελλαδιτῶν, τά ὁποῖα μετήρχοντο εἰς Ναύπλιον καί εἰς ὅλα τά χωρία τῶν ἐπαρχιῶν Ναυπλίας, Ἄργους καί Κορινθίας.
Ἀφοῦ λοιπόν ἀφ’ ἑνός μέρους ἐπαρηγορήθησαν οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν ἐμφάνισίν του, ἀφ’ ἑτέρου ἔπαυσαν οἱ μετερχόμενοι τάς καταχρήσεις, πρός δέ ἔλαβεν καί τά μέτρα διά θαλάσσης καί κατέπαυσεν πάραυτα ἡ πειρατεία, ἄρχισαν οἱ ἄνθρωποι μέ προθυμίαν μεγίστην τάς ἐργασίας των, ἐπιστραφέντες οἱ Πελοποννήσιοι εἰς τάς ἑσθίας των καί οἰκοδόμουν τάς οἰκίας των. Εἰς δέ τήν Στερεάν Ἑλλάδα ἐκίνησαν στρατεύματα, καί ἐντός ὀλίγου ἠλευθέρωσαν τάς ἐπαρχίας Λιδωρικίου, Σαλώνων, Θήβας, Λειβαδίας, Κραβάρων, Καρπενησίου, Ἀποκόρου, Βενετίκου, Ζυγοῦ, Βλοχοῦ, Ξηρομέρου, Βάλτου. Ἐκυρίευσαν τόν Ναύπακτον, Μισολλόγιον καί Βόνιτζα, καί ἄν δέν ἐμποδίζοντο αἱ ἑλληνικαί δυνάμεις, ἤθελεν ἦτον ἐλευθέρα καί ἡ Πρέβεζα καί Ἄρτα.
Φθάσαντα καί τά γαλλικά στρατεύματα ὑποχρεώθη ὁ Ἰμπραΐμης καί ἀνεχώρησεν ἀπό Πελοπόννησον καταστρέψας τήν Τριπολιτζά, οἰκίας καί φρούριον ἐκ θεμελίων. Ἑπομένως ὑποχρεώσαν καί τούς εἰς Πάτρα καί Καστέλλια ἐχθρούς καί ἀνεχώρησαν.
Ἵδρυσις δικαστηρίων
Βλέπων τήν ἀνάγκην ἐσύστησεν εἰρηνοδικεῖα καί δικαστήρια ἀνάλογα τῆς περιστάσεως, ὤν κἀγώ δικαστής τοῦ ἐν Τριπόλει Πρωτοδικείου δώσας τήν παραίτησίν μου τόν Αὔγουστον τοῦ 1829.
Ἀφοῦ ἐλευθερώθη ἡ Πελοπόννησος καί τά λοιπά μέρη τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος, ἔγινεν πρότασις εἰς τόν Σουλτάνον περί συμβιβασμοῦ μέ τήν Ἑλλάδα κατά τήν συνθήκην τῶν 6 Ἰουλίου, καί μή δεχόμενος, ἀνεχώρησαν οἱ πρέσβεις ἀπό Κωνσταντινούπολιν καί ἑπομένως ἦλθον εἰς Πόρον διά νά λάβουν συνέντευξιν μετά τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως καί νά τούς δοθῶσι πληροφορίαι, ὁποῖα ἐθνικά κτήματα ὑπάρχουν εἰς τήν Ἑλλάδα, τοὐτέστι πόσα τουρκικά ἰδιόκτητα καί πόσα τοῦ Σουλτάτου βακούφικα.
Οἱ πρέσβεις τῶν Προστατίδων ἐν Πόρῳ
Ὁ ἐρχομός λοιπόν τῶν πρέσβεων ἐπροξένησε σκάνδαλον, διότι ἔδωκαν εἴς τινας τῶν προυχόντων κακάς εἰσηγήσεις διά νά ἀρχίσουν τήν ἀντιπολίτευσιν ἐναντίον τοῦ Κυβερνήτου καί τοῦ συστήματός του, ἐπειδή ἦτον, ὡς φαίνεται, ὡς πρός τούς σκοπούς των ἀσύμφορος ἡ ὑπαρξις καί ἡ πρόοδος τῆς Ἑλλάδος, καί ἔκτοτε ἄρχισαν οἱ προύχοντες νά ζητοῦν συγκρότησιν ἐθνικῆς συνελεύσεως, ἐπί σκοπῷ ἤ νά δυσαρεστήσουν τόν Κυβερνήτην νά ἀναχωρήσῃ, ἤ μέ τήν συνέλευσιν νά τόν περιορίσουν καί νά λάβουν εἰς αὐτήν μέρος ἐνεργητικόν οἱ ἐξωτερικοί σκοποί.
Δ΄ ἐν Ἄργει Συνέλευσις
Ὁ Κυβερνήτης ἀφοῦ ἐπροσπάθησεν διά νά τούς ἐβγάλῃ ἀπό τάς τοιαύτας ἰδέας καί νά τούς παραστήσῃ εἰς ποῖον ὄλεθρον σπρώχνουν τήν Ἑλλάδα, καί δέν ἐδυνήθη, κηρυχθέντος καί τοῦ ρωσικοῦ πολέμου ἐναντίον τοῦ Σουλτάνου, ἐπροκήρυξεν τήν συγκρότησιν τῆς ἐν Ἄργει τετάρτης συνελεύσεως, ἡ ὁποία συνεκροτήθη πρός τά τέλη τοῦ Ἱουνίου καί διελύθη τήν 6 Αὐγούστου, αἱ πράξεις τῆς ὁποίας θέλουν στολίζει τήν ἱστορίαν τῆς Ἑλλάδος καί θέλουν εἶσθαι αἰώνιος ὁδηγός τῆς ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως καί τοῦ Ἔθνους. Καί κατά τό ψήφισμα τῆς συνελεύσεως ἔκλεξεν τήν Γερουσίαν ἀπό τόν δοθέντα εἰς αὐτόν κατάλογον, χωρίς νά ὑπάρχῃ μήτε Ζαΐμης, μήτε Δεληγιάννης, οὐδέ Κουντουριώτης, οὐδέ κανένας Φαναριώτης. Ἀποτυχόντες καί ἀπό τήν συνέλευσιν οἱ σπουδάρχαι, καί μή ἔχουσα χώραν ἐξωτερική ἐπιρροή, ἡσύχαζον εἰς τά ἴδιά των.
Ἀντίθεσις Κυβερνήτου – Φαναριωτῶν
Ὅλη ἡ φροντίς τοῦ Κυβερνήτου ἐστάθη πῶς νά ἀποκλείσῃ τούς Φαναριώτας ἀπό τά πράγματα καί δέν εἶχε εἰς θέσιν τινά ἄλλον, πλήν τοῦ Ἰακωβάκη Ρίζου, ὁ ὁποῖος ἔδειξε τήν μεγαλυτέραν ἀχαριστίαν ὡς Φαναριώτης καί αὐτός.
Ὁ Καποδίστριας ὀργανώνει τό νέον κράτος
Ὁ Κυβερνήτης πρό πάντων δέν ἔπαυσε ἀπό τοῦ νά κτίζῃ σχολεῖα καί νά ἐνισχύῃ τήν παιδείαν καί ἔκτισε τό ἐν Αἰγίνῃ όρφανοτροφεῖον, οἰκοδομήν σημαντικωτάτην.
Εἰς τήν ἐν Ἄργει συνέλευσιν ἀπεφασίσθη τό νέον νόμισμα τῆς Ἑλλάδος ὁ φοῖνιξ.
Μετά ταῦτα ἐδιοργάνωσε τά ἐλαφρά τάγματα τῆς ξηρᾶς καί ἦτον εἰς ἐνέργειαν ὑπέρ τάς δώδεκα χιλιάδας στρατεύματα καί ὁ στόλος ἐσύγκειτο ἀπό 125 πλοῖα μικρά καί μεγάλα.
Ἐνῶ λοιπόν τό Ἔθνος ἐπροόδευεν γιγαντιαίοις βήμασι, δέν ἔπαυσαν αἱ ἐξωτερικαί εἰσηγήσεις ἀπό νά καταστρέψουν τό πᾶν εὑρίσκοντες προθύμους τινάς ἰδιοτελεῖς σπουδάρχας Ἕλληνας.
Ὀξύτατη ἀντίθεσις Κυβερνήτου – Προυχόντων
Εἰς τήν 4ην συνέλευσιν ἤμην πληρεξούσιος. Ἡ πρώτη πηγή τοῦ κακοῦ ἐστάθη ἡ Κουντουργιωταίικη οἰκογένεια, ἡ ὁποία μέ τό νά ἐζήτησεν ἀποζημίωσιν ὅσην ἤθελε διά ὅσα εἶχεν δαπανήσει εἰς τόν πόλεμον καί ἐνῶ ὁ Κυβερνήτης τοῦ ὑπόσχετο πρός τό παρόν τό ἕν τρίτον ἀπό γῆν καί μετρητά, καθώς καί πρός τούς λοιπούς νησιώτας, δέν ἔστερξεν, ἀλλ’ ἔγινεν κέντρον τῆς ἀντιπολιτεύσεως, εἰς τό ὁποῖον κέντρον ἐσυγκεντρώθησαν Ζαΐμης, Δεληγιάννης, καί ὅλοι οἱ Φαναριῶται, ἔκαμαν τήν ἑταιρείαν τοῦ Ἡρακλέους, καί κατετάχθησαν εἰς τήν ἀντιπολίτευσιν ὅσοι διεφθαρμένοι ἔτυχον καί τυχοδιῶκται. Ἐξαπατηθείς καί ὁ Πέτρος Μαυρομιχάλης ἐκ τῆς ἀχορτάστου ἰδιοτελείας του ἐφωράθη πρῶτος καί δραπετεύσας ἀπό Ναύπλιον συλληφθείς εἰς Γλαρέντζαν, ὅπου ἔτυχεν ἀπό κακοκαιρίαν, ἐφυλακίσθη.
Δολοφονία Καποδιστρίου
Τέλος πάντων ἔφθασαν οἱ ἄνθρωποι εἰς τόσην ἀπόνοιαν, ὥστε καί τόν στόλον ἔκαυσαν τοῦ ἔθνους καί τόν Κυβερνήτην ἐδολοφόνησαν τήν 29 Σεπτεμβρίου 1831, ἡμέρα Κυριακή, ὥρα ἑωθινή. Οἱ δέ φονεῖς του ἦτον ὁ Κωνσταντίνος καί Γεώργιος Μαυρομιχάληδες, καί ἔλαβαν τά ἐπίχειρα τῆς κακίας των. (…)
ΙΙ.
Οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια
πρὸς τὸν Ἰωάννη Ἀναγνώστη Κοντάκη
Α) Ἐν Ναυπλίῳ τῇ 18 Μαΐου 1830
Ἐάν τά χιόνια, ὁ χειμών καί τά ταξίδια, σᾶς ἠμπόδισαν νά μή γράψετε, ὑποθέσεις ὀχληραί ἐστέρησαν καί ἐμέ ἂχρι τοῦδε τήν εὐχαρίστειαν ν’ ἀποκριθῶ εἰς τήν ἐπιστολήν σας τῆς 6 Μαρτίου. Ἤκουσα ἤδη καί ἀπό τόν ἀδελφόν μου Αὐγουστίνον πόσον ὠφελήθησαν αἱ ὑπό τήν διοίκησίν σας ἐπαρχίαι ἀφ’ ὄτου ἀνελάβετε τήν διεύθυνσιν αὐτῶν. Σᾶς γνωρίζω μεγάλη χάριν διά τοῦτο, καί σᾶς παρακαλῶ νά μή βαρεθῆτε ὀγλήγορα τήν θέσιν σας. Ὁ σκοπός μου δέν εἶναι νά σᾶς ἀφήσω εἰς αὐτήν πολύν καιρόν. Ἐπιθυμῶ δέ νά μείνετε ἕως νά μάθωμεν ποία εἶναι ἡ ὁρισμένη ἀπό τήν πρόνοιαν τύχη τῆς Ἑλλάδος. Θέλομεν τό μάθει, ἐλπίζω ἐντός ὁλίγου. Ἀποδέχομαι ὅλα τά μέτρα, ὅσα φρονίμως ἐλάβετε, καθώς βλέπω εἰς τήν ἐπιστολήν σας. Ὁ κύριος Ράδος εἶναι σήμερον εἰς τό τμῆμα καί θέλετε ἔχει ἐκ μέρους του συνδρομήν καί βοήθειαν.
Σᾶς ἀσπάζομαι
(υπογραφή) Ἰ. Ἀ. Καποδίστριας
Β) Ἐν Ναυπλίῳ τῇ 23 Μαΐου 1830
Ἔλαβον τό γρᾶμμα τό ὁποῖον μ’ ἐγράψατε διά τοῦ υἱοῦ σας καί διά τοῦ αὐτοῦ πάλιν σᾶς ἀποκρίνομαι. Βλέπω μέ δυσαρέσκειάν μου ὅτι ἔχετε ἀπόφασιν ν’ ἀφήσετε τόν τόπον τόν ὁποῖον διοικεῖτε μέ τρόπον τόσον ἔντιμον πρός ὑμᾶς καί τόσον ὡφέλιμον πρός τό κοινόν. Ἐπιθυμοῦσα μεγάλως τό νά μείνετε αὐτοῦ τουλάχιστον ἕως νά ἴδωμεν πώς θέλει τελειώσει ἡ μεγάλη ὑπόθεσις ἡ περί τῶν ὁροθεσίων. Κανένας δέν ἤθελεν ἠμπορέσει καλλίτερα ἀπό ὑμᾶς νά εὐχαριστήσῃ τούς κατοίκους, καί νά ἐκτελέσῃ τούς σκοπούς τῆς Κυβερνήσεως. Ἐάν ὅμως εἶναι ἀμετάθετος ἡ ἀπόφασίς σας, εἰδοποιήσατε παρακαλῶ τόν κύριον Ράδον, ὥστε συνεννοούμενος μαζί σας νά φροντίσῃ περί τῆς διοικήσεως τῆς ἐμπιστευθείσης εἰς ὑμᾶς ἐπαρχίας.
Σᾶς ἀσπάζομαι
Υ.Γ. Ἐάν ἀφήσετε τόν τόπον σας τοῦτον, εἶμαι εὔελπις ὅτι δέν θέλετε λείψει τοῦ νά ἀποδεχθῆτε ἄλλην τινά θέσιν δημόσιον, εἰς τήν ὁποίαν νά δείξετε πάλιν τόν ζῆλον καί τήν ἰκανότητά σας.
(υπογραφή) Ἰ. Ἀ. Καποδίστριας
[1] Βλ. Μ. Χρόνη-Βακαλοπούλου, Ἰωάννης Ἀναγνώστης Κοντάκης. Ἡ ζωή, τὸ ἔργο καὶ τὰ Ἀπομνημονεύματά του, ἔκδ. Σύλλογος «Ἅγιος Πέτρος» Ἁγιοπετριτῶν Ἀττικῆς, Ἀθήνα 2001, σ. 70-195.
[2] Οἱ ἐπιστολὲς δημοσιεύθηκαν στὴν ἀναφερθεῖσα μελέτη. Βλ. ὅ.π., σ. 61.
[3] Οἱ ὑπότιτλοι εἶναι τοῦ ἐκδότη.