Κασσιανή, η ποιήτρια -Κασσία, η γυναίκα / Γιώτα Χουλιάρα Συγγραφέας

Η Κασσιανή ή Κασ(σ)ία, ή Εικασία, ή Ικασία (η οποία γεννήθηκε μεταξύ 805 και 810 – πριν το 865) ήταν βυζαντινή ηγουμένη, ποιήτρια, συνθέτρια, και υμνογράφος στην οποία και αποδίδεται το ψαλλόμενο την Μεγάλη Τρίτη τροπάριο που αρχίζει με τις λέξεις: «Κύριε η εν πoλλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…»

Η ζωή και το έργο της καλύπτονται από μια ασάφεια, ξεκινώντας από το όνομά της, το οποίο απαντάται στις πηγές με τις τέσσερις παραπάνω παραλλαγές.

Το πρώτο, Κασσιανή, προέκυψε επειδή ίσως το όνομά της δεν ήταν συνηθισμένο και της δόθηκε όνομα καλογερικό, δηλαδή η θηλυκή μορφή του γνωστού καλογερικού ονόματος Κασσιανός.

Το δεύτερο, Κασ(σ)ία, χρησιμοποιείται από την ίδια στην ακροστιχίδα του μοναδικού σωζόμενου κανόνα της.

Οι δύο τελευταίες παραλλαγές, Εικασία και Ικασία, προέκυψαν από το λάθος ενός αντιγραφέα που προσέθεσε το γράμμα «Ι» όπως αναφέρει η καθηγήτρια Φωτεινή Βλαχοπούλου στο Περιοδικό Μεσαιωνικής Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού Τόμος 1 του 1987 στο πόνημα της με τίτλο: «Βιβλιογραφικό δοκίμιο για την Κασ(σ)ία-Κασ(σ)ιανή. Ο θρύλος γύρω από τη βυζαντινή ποιήτρια και η ιστορικότητά του».

Πληροφορίες για την Κασσιανή μας δίνουν τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι: ο Συμεών ο Μάγιστρος, ο Λέων ο Γραμματικός και ο Ιωάννης Ζωναράς.

Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά από τις αναφορές της εποχής όταν δεν την επέλεξε ως σύζυγό του ο αυτοκράτωρ Θεόφιλος, έγινε μοναχή και αφιερώθηκε στη λατρεία του Θεού και στην ποίηση.

Το ιστορικό, όπως περιγράφεται και από τους τρεις και αναφέρει πως η μητριά του αυτοκράτορα Θεόφιλου, Ευφροσύνη (ήταν η δεύτερη γυναίκα του πατέρα του βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄) ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση για την εκλογή νύφης, προσκάλεσε στην Αυλή τις ωραιότερες και επιφανέστερες κόρες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Δώδεκα «κάλλιστοι παρθέναι» ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και κατέφθασαν στο Παλάτι. Μετά την υποδοχή τους από την ίδια την Ευφροσύνη η οποία, όπως αναφέρουν οι ιστορικοί ήθελε να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την ομορφιά των νεαρών κοριτσιών, ήταν η σειρά του Θεόφιλου να διαλέξει.

Η συγκεριμένη τελετή πρέπει να έλαβε χώρα μεταξύ των ετών 821 και 830 και είχε ιδιαίτερη σημασία ως τελετουργικό, καθώς ο Αυτοκράτορας θα έδινε ένα χρυσό μήλο σε εκείνη που θα επέλεγε για σύζυγό του σύμφωνα με την προτροπή της μητριάς του. Η επιλογή του χρυσού μήλου δεν είναι τυχαία. Ο χρυσός συμβολίζει τη δύναμη, τον πλούτο, τη ζεστασιά, την ευτυχία, την αγάπη, την ελπίδα, την αισιοδοξία, την ευφυΐα, τη δικαιοσύνη, την ισορροπία, την τελειότητα, το καλοκαίρι, τη συγκομιδή και τον ήλιο. Το μήλο είναι ο καρπός του δένδρου της γνώσης και ως εκ τούτου και το σύμβολο της γνώσης. Πολλοί λαοί το θεωρούσαν σύμβολο της αθανασίας.

Ο νεαρός Αυτοκράτωρ θαμπώθηκε από την ομορφιά της Κασσιανής και θέλοντας να δοκιμάσει την ευφυΐα της, είπε:

«Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα» δηλαδή ότι «από τη γυναίκα ξεκινούν τα κακά πράγματα», υπονοώντας την Εύα και το προπατορικό αμάρτημα.

Όμως, η Κασσιανή αποστόμωσε τον Θεόφιλο ανταπαντώντας του «αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττω», δηλαδή ότι «και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα, τα ευγενέστερα», υπονοώντας την Παναγία και τη γέννηση του Χριστού.

Η απάντηση κακοφάνηκε στον Αυτοκράτορα, που αποφάσισε να «τιμωρήσει» την Κασσιανή δίνοντας τελικά το χρυσό μήλο στην ωραία, αλλά σεμνή Θεοδώρα, από την Παφλαγονία της Μικράς Ασίας για σύζυγό του.

Αρκετοί μελετητές θεωρούν ότι η πραγματικότητα ήταν διαφορετική και ότι η συγκεκριμένη ιστορία επινοήθηκε μεταγενέστερα προς υπεράσπιση των εικονόφιλων. Διότι εκ των πραγμάτων ο συγκεκριμένος γάμος δεν θα μπορούσε να γίνει και υπήρχουν βαθύτεροι λόγοι που τον εμπόδισαν. Η Κασσιανή ήταν εικονολάτρης και ο Θεόφιλος εικονομάχος.

Άλλοι λένε ότι η Ευφροσύνη δεν ήθελε αυτό το γάμο γι΄αυτό φρόντισε να επηρρεάσει τον Αυτοκράτορα, ο οποίος αν και ερωτευμένος με την Κασσιανή, τελικά υπέκυψε στις πολιτικές πιέσεις και παντρεύτηκε τη Θεοδώρα, η οποία φαίνεται ότι μισούσε την όμορφη Κασσιανή, γι΄αυτό και η δεύτερη αποφάσισε να φύγει από την Κωνσταντινούπολη.

Με βάση την παράδοση, ο Αυτοκράτορας Θεόφιλος συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν. Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το τροπάριο της όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο.

Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι.

Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα.

Στη συνέχεια βρήκε τα χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε. Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε ένα στίχο στον ύμνο. Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη».

Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν στην ντουλάπα αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά την αναχώρηση του αυτοκράτορα, διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τον ύμνο. Μάλιστα, δεν έσβησε τα πρόσθετα λόγια, αλλά συμπλήρωσε ως εξής «Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος».

Άλλες πληροφορίες που σώζονται για την Κασσιανή είναι ότι το 843 ίδρυσε ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, κοντά στα τείχη της πόλης, του οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη. Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν την επιλογή της αυτή στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή του Θεόδωρου του Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή.

Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου, η οποία έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση βυζαντινών λειτουργικών βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα, με αποτέλεσμα τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56).

Στη συνέχεια η Κασσιανή εξαφανίζεται από το ιστορικό προσκήνιο, αν και καμιά βυζαντινή ή άλλη πηγή, κοσμική ή εκκλησιαστική δεν μας πληροφορεί αν εξορίστηκε από τους εικονομάχους ή τους εικονόφιλους αυτοκράτορες.

Κατά την πάγια τακτική της ανδροκρατούμενης κοινωνίας, με το πέρασμα των χρόνων η έξυπνη ποιήτρια Κασσιανή ταυτίστηκε με το τροπάριο της “ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή” και σε άλλες περιπτώσεις με την γυναίκα που έπλυνε με μύρο τα πόδια του Ιησού.

Το κείμενο μπορείτε να το διαβάσετε και στο προσωπικό μου ιστολόγιο: https://ciaran-sidhe.blogspot.com/2020/04/blog-post.html

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου