Του Κώστα Μπούντα, Γεωπόνου
Σήμερα θα μιλήσουμε για ένα θέμα πάνω στο οποίο δουλεύουν εδώ και 50 χρόνια οι βιομηχανίες σπόρων με τρόπο επίμονο, μεθοδικό και συνεχή. Το τελικό αποτέλεσμα θα μας το φορέσουν σαν στενό κορσέ αρκετά σύντομα.
Μία είδηση, σχετική με το θέμα που θα προσεγγίσουμε, αναφέρει ότι συνελήφθη αγρότης στην ορεινή Ροδόπη επειδή καλλιεργούσε σε απόμακρη καλά καμουφλαρισμένη τοποθεσία μια ντόπια ποικιλία φακής. Η είδηση είναι στις πρώτες σελίδες των τοπικών εφημερίδων, έχει αναρτηθεί και στο διαδίκτυο, συνοδεύεται από πληθώρα έγχρωμων φωτογραφιών, όπου εμφανίζεται ο συλληφθείς αγρότης με μια απέραντη έκφραση έκπληξης στο πρόσωπό του καθώς και από πλήθος δηλώσεων κατάπληκτων επίσης συγχωριανών του. Η ημερομηνία δημοσίευσης είναι η 1 Ιουνίου 2019.
Σας μπέρδεψα και σίγουρα δεν το πιστεύετε. Πώς να το πιστέψετε άλλωστε, η φετινή πρωταπριλιά πέρασε και η επόμενη αργεί να ‘ρθει. Για να προσπαθήσουμε να τα ξεμπερδέψουμε όμως, γιατί όλα τα παραπάνω ακούγονται σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Είναι όμως;
Η τακτική των μεγάλων εταιριών σπόρων
Η ουσία του θέματός μας σήμερα αφορά τη σημασία των τοπικών ποικιλιών φυτών και τη διάσωσή τους, για τις οποίες, με βάση τις σημειούμενες εξελίξεις στη σχετική νομοθεσία της ΕΕ, υπάρχει κίνδυνος να χαρακτηρισθούν παράνομες και να απαγορευθεί η καλλιέργειά τους. Αυτό στηρίζεται στην μεθοδευμένη αναθεώρηση της νομοθεσίας της ΕΕ για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και εμπορίας των σπόρων, που προωθούν επίμονα και σταθερά οι μεγάλες εταιρείες σπόρων και βήμα βήμα κάθε χρόνο επιδιώκουν και δυστυχώς, με τους μηχανισμούς που έχουν, κατακτούν το στόχο μιας ευρύτερης κάθε φορά επέκτασης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και προώθησης νέων τεχνολογιών ελέγχου για όλες τις εμπορικές φυτικές ποικιλίες. Έτσι εγκυμονείται ο κίνδυνος οι σπόροι που θα κρατάμε για να σπείρουμε την καινούργια χρονιά, να θεωρούνται παράνομοι και να απαγορεύεται η σπορά τους αν δεν είναι καταχωρημένοι σε εθνικούς ή διεθνείς καταλόγους ή αν δεν πληρώνουμε δικαιώματα, πράγμα που ήδη συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες, όσο και αν το θεωρούμε αδιανόητο. Με πιο απλά λόγια, όλα αυτά οδηγούν ουσιαστικά στον πλήρη έλεγχο της διατροφής μας και στη μεγιστοποίηση των κερδών των εταιρειών σπόρων, που όπως οι ίδιες εκτιμούν τους λείπουν προς το παρόν άλλα 7 δις δολλάρια.
Τα ειδικά γνωρίσματα των τοπικών ποικιλιών
Οι τοπικές (παραδοσιακές) ποικιλίες είναι αποτέλεσμα μιας διαδικασίας εμπειρικής επιλογής εκ μέρους των αγροτών καθώς και φυσικής επιλογής που διήρκησε δεκάδες ίσως και εκατοντάδες χρόνια, γι’ αυτό οι ποικιλίες αυτές δικαιωματικά θεωρούνται κοινή περιουσία. Διακρίνονται για την χρονική σταθερότητα στα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα, έχουν πολύ καλή προσαρμοστικότητά στις τοπικές εδαφοκλιματικές συνθήκες, δεν χρειάζονται μεγάλες ποσότητες λιπασμάτων και γεωργικών φαρμάκων, έχουν μεγάλη ανθεκτικότητα σε εχθρούς και ασθένειες, παράγουν εξαιρετικής ποιότητας και υψηλής βιολογικής αξίας προϊόντα, έχουν πολύ αξιόλογα και ξεχωριστά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (γεύση, χρώμα, άρωμα), συνδέονται άριστα με τον αγροτουρισμό και την τοπική γαστρονομία στην παραγωγή τοπικών εδεσμάτων, είναι ποικιλίες κατάλληλες για βιολογική γεωργία, μπορούν να αναγνωρισθούν και να προωθηθούν ως αγροτικά προιόντα με προστιθέμενη αξία (π.χ. ΠΟΠ ή ΠΓΕ) και να συμβάλλουν έτσι στην τόνωση των τοπικών οικονομιών ιδιαίτερα απομονωμένων περιοχών. Είναι τοπικές ποικιλίες που έχει αρχίσει να επανεκτιμάται η νοστιμιά τους, γίνονται περιζήτητες, αλλά παράλληλα ανοίγει η όρεξη για νοθείες και ελληνοποιήσεις. Κοντολογίς συγκεντρώνουν το ιδιαίτερο και διαφορετικό του κάθε τόπου, δεν πετυχαίνουν όμως υψηλές αποδόσεις, όπως απαιτεί σήμερα η θεοποίηση της επιδοτούμενης ποσοτικής γεωργίας και επίσης όλοι οι καρποί δεν έχουν την απαιτούμενη ομοιομορφία.
Σαν χαρακτηριστικά παραδείγματα τοπικών ποικιλιών μπορούμε να αναφέρουμε τη μαστίχα Χίου, τον κρόκο Κοζάνης, το πεπόνι Έβρου, την Τσακώνικη μελιτζάνα, το τοματάκι Σαντορίνης, τη φάβα Σαντορίνης, τα φασόλια Πρεσπών, την Κορωνέϊκη ελιά, τα τραγανά Εδέσσης, τις φακές Εγκλουβής Λευκάδας, τις Πιπεριές Φλωρίνης, το Σιτάρι Μαυραγάνι, δεκάδες εξαιρετικές οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπέλου, δεκάδες ποικιλίες ελιάς που παράγουν εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο μοναδικό στον κόσμο – ενας ατελείωτος αριθμός τοπικών ποικιλιών οσπρίων που ευδοκιμεί σε «τούτα ’δω τα χώματα».
Επίσης και κάτι άλλο πολύ σημαντικό είναι ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε βελτιωτικά προγράμματα εμπορικών ποικιλιών, διότι στις βελτιωτικές προσπάθειες που γίνονται, η χρησιμοποίηση σε μεγάλο βαθμό του ίδιου γενετικού υλικού, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στο μέλλον. Για το λόγω αυτό οι τοπικές ποικιλίες είναι λάθος να αντιμετωπίζονται σαν παρελθόν, σαν μουσειακό είδος, στην πραγματικότητα είναι σημαντική βάση στήριξης για το μέλλον.
Τα χαρακτηριστικά των εμπορικών ποικιλιών
Αντίθετα, οι σύγχρονες καλλιεργούμενες εμπορικές ποικιλίες κυρίως υβρίδια είναι δημιούργημα της έρευνας βελτίωσης των φυτών και η οικονομική εκμετάλλευσή τους ανήκει σε κάποιο ίδρυμα ή εταιρεία. Είναι πολύ παραγωγικές και παρουσιάζουν χαρακτηριστικά που ανταποκρίνονται στα εμπορικά καταναλωτικά πρότυπα που προωθήθηκαν από τις οργανωμένες πολυεθνικές εταιρείες της εποχής μας – κυρίως ομοιομορφία χρώματος, σχήματος και μεγέθους, μια ομογενοποίηση σε μεγάλο βαθμό, αλλά μέχρι εκεί.
Υστερούν σε οργανοληπτικά χαρακτηριστικά γεύση, άρωμα. Έχουν μεγάλες απαιτήσεις σε νερό και λίπασμα για να πετύχουν τις υψηλές αποδόσεις, αποδεικνύονται έως και πολύ ευαίσθητες σε εχθρούς και ασθένειες από το πρώτο μέχρι το τελευταίο στάδιο της παραγωγικής τους διαδικασίας με συνέπεια αυξημένες ανάγκες σε φροντίδα παρακολούθησης και ποσότητας φυτοπροστατευτικών προϊόντων, σε βαθμό που κάποια μικρή αστοχία να οδηγεί σε πλήρη καταστροφή. Είναι πλήρως εξαρτημένες από τις χημικές εισροές.
Όμως, αυτή η ευρωστία στις αποδόσεις και την εμφάνιση, που περιγράψαμε, εκδηλώνονται μόνο στην πρώτη γενιά, από τη δεύτερη ξεκινά η κατάρρευση, επειδή φέρουν εκφυλιστικά κύτταρα, όπως μας λέει ο κ. Αθανάσιος Μαυρομάτης, επίκουρος καθηγητής γενετικής και βελτίωσης φυτών. Γι’ αυτό και οι παραγωγοί είναι υποχρεωμένοι να αγοράζουν κάθε χρόνο καινούργιους σπόρους πληρώνοντάς τους βέβαια αρκετά ακριβά.
Με αυτό τον τρόπο, όπως άριστα αντιλαμβάνεστε, αναπαράγεται ένας φαύλος κύκλος, που αναγκάζει τους παραγωγούς να αγοράζουν κάθε χρόνο σπόρους, καθώς επίσης και λιπάσματα, φάρμακα – αυτά πάνε πακέτο.
Έτσι το κόστος παραγωγής απογειώνεται, το περιβάλλον υποφέρει και επιβαρύνεται υπέρμετρα, τα προβλήματα από την αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων μεγεθύνονται και επεκτείνονται και στο μέλλον – κληρονομιά μας δυστυχώς στις επόμενες γενιές.
Οι συνέπειες της επικράτησης των εμπορικών ποικιλιών
Με αυτά τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε πριν από λίγο, οι εμπορικές ποικιλίες προτιμήθηκαν από τους παραγωγούς μας. Έτσι εδώ και αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, την πιο πλούσια χώρα στην Ευρώπη σε βιοποικιλότητα, μετά την Ισπανία, οι αγρότες στράφηκαν στην εντατική, υπερεντατική έως ληστρική μορφή γεωργίας, επικράτησαν οι βιομηχανικού τύπου μονοκαλλιέργειες των βελτιωμένων υβριδικών ποικιλιών, εκτοπίσθηκαν οι τοπικές ποικιλίες ως λιγότερο ανταγωνιστικές, με αποτέλεσμα πολλές να χαθούν και λόγω μη έγκαιρης λήψης αποτελεσματικών μέτρων διατήρησής τους.
Μαζί τους έτσι χάθηκε υπερπολύτιμη γνώση ενώ συγχρόνως αυξήθηκε η γενετική διάβρωση με την επέκταση της εντατικής γεωργίας και είχαμε σε αρκετές περιπτώσεις διατάραξη του αγρό-οικοσυστήματος.
Για να κατανοήσουμε τον πλούτο της ελληνικής φύσης που απλόχερα την προίκισε ο Θεός, θα αναφέρουμε ότι κατά προσέγγιση από τα 10.500 φυτά που φύονται στην Ευρώπη, τα 6.000 από αυτά υπάρχουν και στην Ελλάδα, εκ των οποίων τουλάχιστον τα 1.200 από αυτά είναι ενδημικά (το 20% αυτών), δηλαδή δεν φυτρώνουν πουθενά αλλού στον πλανήτη παρά μόνο στη χώρα μας. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι στην Μ. Βρετανία εντοπίζεται ένα ενδημικό φυτό.
Αυτή η σπάνια και εξαιρετικά πλούσια ελληνική χλωρίδα θα πρέπει να προστατευτεί με κάθε μέσο, τόσο στο φυσικό περιβάλλον της, όσο και σε εθνικές τράπεζες σπόρων. Οι τοπικές ποικιλίες της χώρας μας είναι μέρος της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και αποτελούν κληρονομιά για τις μελλοντικές γενιές. Οι τοπικές ποικιλίες είναι ένας απειλούμενος γενετικός πόρος με πολλαπλή σημασία επιστημονική και κοινωνικοοικονομική.
Το ιστορικό της επικράτησης των εμπορικών ποικιλιών
Όλα αυτά τα περίεργα και αδιανόητα για τους πολλούς, δεν έγιναν από τη μια μέρα στην άλλη. Ήταν μια μακροχρόνια διαδικασία κατά τη διάρκεια της οποίας οι εταιρείες μονοπώλια του χώρου άσκησαν αφόρητες πιέσεις και κατάφερναν να πετυχαίνουν τους στόχους τους βρίσκοντας χαλαρές συνειδήσεις και εύκαμπτες αντιστάσεις.
Σαν αρχή θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τον Δεκέμβριο του 1961, όταν τέθηκε σε ισχύ η Διεθνής Συνθήκη για την Προστασία των Νέων Ποικιλιών Φυτών με βάση την οποία δημιουργήθηκε ένας Διεθνής οργανισμός και εγκαθιδρύθηκε ένα Διεθνές σύστημα προστασίας Εθνικών ποικιλιών. Τότε αναγνωρίστηκαν για πρώτη φορά δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σε διεθνές επίπεδο υπέρ των δημιουργών νέων ποικιλιών φυτών. Ο δημιουργός – ιδιοκτήτης της ποικιλίας είχε το μονοπώλιο της εμπορικής διάδοσης και της πώλησης των φυτικών ποικιλιών του, αλλά πολύ μικρό έλεγχο πάνω σε άλλες χρήσεις. Οι αγρότες μπορούσαν να αναπαράγουν ελεύθερα τους σπόρους για δική τους χρήση όσες φορές ήθελαν. Άλλοι βελτιωτές φυτών (δημιουργοί νέων ποικιλιών σπόρων) μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιούν ελεύθερα τις προστατευόμενες ποικιλίες για να αναπτύξουν το δικό τους φυτικό υλικό. Η συνθήκη δηλαδή είχε πολλά παραθυράκια και διαρροές, δηλαδή οι εταιρείες ιδιοκτήτες των ποικιλιών, έχαναν σημαντικά κέρδη. Γι αυτό και θεώρησαν απόλυτα αναγκαίο την αναθεώρηση της συνθήκης. Η βιομηχανία σπόρων για να πετύχει τους στόχους της χρησιμοποίησε μια σειρά διαφορετικών μηχανισμών, όπως είναι:
- η υποχρεωτική πιστοποίηση των σπόρων, μια κίνηση που έθεσε εκτός νόμου το εμπόριο των μη πιστοποιημένων σπόρων,
- τα εμπορικά σήματα που δίνουν το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το σήμα κατατεθέν μόνο ο δημιουργός της ποικιλία,
- οι πολιτικές δανειακής στήριξης της γεωργίας για να αναγκάσουν τους αγρότες να χρησιμοποιούν πιστοποιημένους σπόρους,
- οι υβριδικές ποικιλίες που έγιναν αποτελεσματικό εργαλείο εξαναγκασμού των αγροτών να αγοράζουν νέους σπόρους κάθε χρόνο.
Οι αγρότες δεν έχουν τη δυνατότητα να αναπαράγουν τους υβριδικούς σπόρους στα χωράφια τους, διότι η αναπαραγωγή απαιτεί δύο διαφορετικές γονικές σειρές, σταθερές ποικιλίες, από αυτές που είχαν παλαιότερα οι αγρότες, των οποίων όμως η ταυτότητα παραμένει επτασφράγιστο μυστικό από τις εταιρείες και προστατεύεται αυστηρά από την επιχείρηση πώλησης σπόρων ως απόρρητη.
Έτσι οι εταιρείες –ιδιοκτήτες ποικιλιών σπόρων απέκτησαν μεγάλο οικονομικό εκτόπισμα, πολιτικοκοινωνική δύναμη, τεράστια κέρδη, αλλά το δέλεαρ του μεγαλύτερου κέρδους εξακολουθούσε και εξακολουθεί να είναι ελκυστικότατο. Χάρη λοιπόν στην επιτυχημένη άσκηση πίεσης από την παγκόσμια βιομηχανία παραγωγής σπόρων, αυτή η αναθεώρηση της σύμβασης της UPOV (Διεθνής Ένωση για την Προστασία των Νέων Ποικιλιών Φυτών) πραγματοποιήθηκε το 1991 και κυριολεκτικά άλλαξε ριζικά την κατάσταση μετατρέποντας τα δικαιώματα των δημιουργών φυτικών ποικιλιών σε κάτι πολύ παρόμοιο με τις βιομηχανικές πατέντες.
Η διατήρηση και επαναχρησιμοποίηση των προστατευόμενων σπόρων (το επονομαζόμενο “προνόμιο” του γεωργού) επιτρεπόταν πλέον μόνον ως προαιρετική εξαίρεση, επιβλήθηκαν περιορισμοί στη χρήση προστατευόμενων σπόρων για χρήση στη γενετική βελτίωση φυτών και τα μονοπωλιακά δικαιώματα των εταιριών επεκτάθηκαν έτσι ώστε να συμπεριλάβουν ακόμα και τα μεταποιημένα προϊόντα της συγκομιδής. Αυτή είναι η έκδοση της σύμβασης της UPOV (γνωστή και ως νόμος 1991), που επιβάλλεται επί του παρόντος στις αναπτυσσόμενες χώρες, ως αποτέλεσμα της συμφωνίας του ΠΟΕ για τα εμπορικής φύσεως ζητήματα των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Δυστυχώς αυτή η συμφωνία έχει οδηγήσει στην απόγνωση λόγω χρεών εκατομμύρια αγρότες αυτών των χωρών και σε χιλιάδες αυτοκτονίες.
Να σημειώσουμε ότι η Ελλάδα δεν είχε υπογράψει την Διεθνή Σύμβαση για την Προστασία των Νέων Ποικιλιών των Φυτών, συμμετείχε όμως ως παρατηρητής στις εργασίες του διεθνούς οργανισμού – όμως η διεθνής αυτή σύμβαση δεσμεύει εμμέσως και τη χώρα μας, αφού έχει υπογραφεί στις 29.07.2005 από την Ευρωπαϊκή Ένωση και, επομένως, έχει ενσωματωθεί στο Κοινοτικό δίκαιο.
Προσλαμβάνουμε το 95% των αναγκών μας σε θερμίδες από 30 φυτά
Όλα αυτά που περιγράψαμε αλλά και άλλα πολλά που συμβαίνουν χρόνια τώρα έχουν ξεσηκώσει ένα οικουμενικών διαστάσεων κίνημα κατά των πολυεθνικών των σπόρων, για την προστασία των τοπικών παραδοσιακών ποικιλιών, για την προστασία της ελευθερίας των σπόρων, γιατί ο σπόρος δεν είναι ευρεσιτεχνία είναι πηγή ζωής.
Φανταστείτε ότι σήμερα δέκα μόνον πολυεθνικές εταιρίες καλύπτουν ήδη το 73% της παγκόσμιας εμπορικής κυκλοφορίας σπόρων και φθάσαμε σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, σήμερα να καλλιεργούμε μόνο το 10% των παραδοσιακών ποικιλιών σε σχέση με πριν από 100 χρόνια. Αυτό είναι καταστροφικό για τη βιοποικιλότητα, δηλαδή για τη συνέχεια της ζωής στον πλανήτη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σταθερότητα των οικοσυστημάτων βασίζεται στην ποικιλομορφία, στη βιοποικιλότητα και όχι στην ομογενοποίηση. Από τα 7.000 φυτά που επί χιλιετίες καλλιεργούσαν οι άνθρωποι για τη διατροφή τους, φθάσαμε σήμερα να προσλαμβάνουμε το 95% των αναγκών μας σε θερμίδες από 30 φυτά. Μάλιστα μόνο 5 από αυτά το ρύζι ,το σιτάρι ,το καλαμπόκι το κεχρί και το σόργο μας δίνουν το 60%. Τρανό δείγμα που δείχνει το βαθμό ελέγχου της διατροφής μας.
Η υπερβολική συγκέντρωση δύναμης από τη Βιομηχανία των σπόρων συνεχίζεται αδιάκοπα
Οι προσπάθειες του «λόμπι» των σπόρων επικεντρώνεται στις μέρες μας στην αναθεώρηση της νομοθεσίας της ΕΕ, πράγμα που θα ενδυναμώσει μελλοντικές πολιτικές, που ουσιαστικά θα εμποδίζουν τους αγρότες να χρησιμοποιούν μέρος της σοδειάς τους ως σπόρο για τον επόμενο χρόνο, απαιτώντας να χρησιμοποιούν συγκεκριμένες πιστοποιημένες ποικιλίες, καταχωρημένες σε εθνικούς ή διεθνείς καταλόγους.
Είναι γεγονός ότι η βιομηχανία των σπόρων έχει πετύχει μια υπερπροστασία των προϊόντων της. Ωστόσο, η βιομηχανία σπόρων συνεχίζει να είναι δυσαρεστημένη. Η υπερβολική συγκέντρωση δύναμης από τη Βιομηχανία των σπόρων συνεχίζεται αδιάκοπα. Παράλληλα, οι μεγάλες αγροχημικές εταιρίες εξαγοράζουν συνεχώς μικρές και μεσαίες εταιρίες παραγωγής σπόρων επιβάλλοντας έτσι μια εντατικής μορφής, χημική γεωργία, χωρίς περιθώρια επιλογής, για όσους καλλιεργητές επιλέγουν ήπιου τύπου πολυλειτουργικά συστήματα γεωργίας.
Η αναθεώρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τους σπόρους
Τα τελευταία χρόνια η βιομηχανία των σπόρων μεθοδικά εντείνει τις πιέσεις της, έτοιμη να δώσει το τελικό χτύπημα στα “παραθυράκια” που υπάρχουν ακόμα στο σύστημα προστασίας των δικαιωμάτων των δημιουργών φυτικών ποικιλιών. Αν το καταφέρει, αυτό θα σημάνει σίγουρα το τέλος του δικαιώματος των αγροτών να φυλάσσουν και να επαναχρησιμοποιούν προστατευόμενους σπόρους που συγκομίζονται από τις δικές τους καλλιέργειες. Θα σημάνει επίσης, κατά πάσα πιθανότητα, το τέλος του δικαιώματος των υπόλοιπων βελτιωτών φυτών στην ελεύθερη πρόσβαση στο υλικό που προστατεύεται με τα δικαιώματα των δημιουργών, μία χειροτέρευση των συνθηκών προστασίας αυτών των δικαιωμάτων και μακροπρόθεσμα πιο αυστηρούς μηχανισμούς για την εξασφάλιση της εφαρμογής τους και ένα ευρύτερο φάσμα μονοπωλιακών δικαιωμάτων.
Το θέμα της αναθεώρησης της σχετικής νομοθεσίας στις μέρες μας έφθασε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό μορφή πρότασης αναθεώρησης της ισχύουσας νομοθεσίας της Ε.Ε. με πολύ αυξημένους περιορισμούς και υποχρεώσεις για τους σπόρους και τις παραδοσιακές ποικιλίες που παράγει και χρησιμοποιεί ο απλός γεωργός. Από τη χώρα μας δεκάδες θεσμικοί και οικολογικοί φορείς και παράγοντες είχαν ξεσηκωθεί και έστειλαν στην τότε Ελληνίδα Επίτροπο κ. Δαμανάκη, επιστολή σε μια ύστατη προσπάθεια προστασίας βασικών δικαιωμάτων του αγροτικού κόσμου της γεωργικής βιοποικιλότητας και παράδοσης της χώρας μας και της Ευρώπης ολόκληρης. Το εκπληκτικό στο σημείο αυτό είναι το ότι το σχέδιο νόμου επετράπη να συνταχθεί από την κα Isabelle Clement-Nissou, υπάλληλο του γαλλικού «λόμπι» της βιομηχανίας σπόρων. Μάλλον ήταν ένα ολοφάνερο γεγονός επιβολής συμφερόντων.
Το δυσάρεστο είναι ότι στην ψηφοφορία της 6ης Μαΐου 2013 η πρόταση για την αναθεώρηση της νομοθεσίας πέρασε από την Ευρωπαϊκή επιτροπή και θα υποβληθεί στο Ευρωκοινοβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών προς ψήφιση. Η πρόταση περιείχε ορισμένες βελτιώσεις της τελευταίας στιγμής, χάρη στη πίεση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων από την Ευρώπη. Παρόλα αυτά, η γενικότερη πρόταση κρίνεται ως βαθιά απογοητευτική, γιατί επικεντρώνεται στις ανάγκες της βιομηχανίας σπόρων, κάτι που αναμένεται να βλάψει σοβαρά την αγροτική βιοποικιλότητα. Η εκστρατεία για τη βελτίωση της πρότασης συνεχίζεται με συνεχείς πιέσεις στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η έναρξη ισχύος της σχετικής νομοθεσίας αναμένεται για το 2016.
Το προς ψήφιση από την ΕΕ νομοθέτημα των σπόρων ευνοεί εξοργιστικά της μεγάλες εταιρίες
Το μέχρι στιγμής συμπέρασμα είναι ότι η νομοθεσία αυτή, όχι μόνον δεν προστατεύει τον παραδοσιακό φυσικό πόρο της αγροτικής βιολογικής ποικιλότητας, όχι μόνον ευνοεί εξοργιστικά τις μεγάλες εταιρίες έναντι του αγρότη, αλλά έχει και πολύ σοβαρές αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, που δεν αφορούν μόνον στην απώλεια των παραδοσιακών ποικιλιών αλλά και τις δυνατότητες υπέρβασης της σύγχρονης κρίσης μέσω διαφορετικών τρόπων ανάπτυξης της γεωργίας.
Η απαγόρευση της φύλαξης του προστατευόμενου σπόρου, αντιπροσωπεύει μία τεράστιας αξίας μεταβίβαση, από τον αγρότη στις εταιρείες. Θα επηρεάσει άμεσα και ακόμη περισσότερο πολύ μεγάλα τμήματα αγροτικού πληθυσμού των αναπτυσσόμενων χωρών και φτωχών οικονομιών. Ουσιαστικά σημαίνει την ποινικοποίηση ενός σημαντικού συστατικού, του βιοπορισμού και της κουλτούρας των αγροτών σε όλο τον κόσμο, με μοναδικό κίνητρο την αύξηση των κερδών πολυεθνικών εταιρειών.
Η «Διακήρυξη της ελευθερίας των σπόρων»
Οι κινητοποιήσεις, οι παρεμβάσεις φορέων, οργανώσεων ατόμων σε όλο τον κόσμο επί μεγάλη σειρά ετών οδήγησαν και στη σύνταξη της «Διακήρυξης της ελευθερίας των σπόρων». Ορισμένα βασικά σημεία της επισημαίνουν ότι:
- Ο σπόρος είναι η πηγή της ζωής, είναι η έκφραση της ζωής, είναι το δώρο των περασμένων γενεών και της φύσης. Πρέπει να το προστατεύσουμε και να το παραδώσουμε στους επόμενους
- σπόρος περιέχει εκατομμύρια χρόνια βιολογικής και πολιτιστικής εξέλιξης από το παρελθόν αλλά και τις δυνατότητες χιλιετιών ενός μέλλοντος που εκτυλίσσεται
- Η Ελευθερία των Σπόρων είναι εκ γενετής δικαίωμα κάθε μορφής ζωής και αποτελεί τη βάση για την προστασία της βιοποικιλότητας
- Η Ελευθερία των Σπόρων είναι η βάση της Ελευθερίας της Τροφής, εφόσον ο σπόρος αποτελεί τον πρώτο κρίκο στην τροφική αλυσίδα
- Ο σπόρος δεν είναι εφεύρεση
- Η Ζωή δεν είναι εφεύρεση .
- Αυτό που γίνεται από τις πολυεθνικές των σπόρων είναι Βιοπειρατεία δεν είναι καινοτομία
Η βιομηχανία σπόρων έχει κάθε λόγο να φοβάται τον ανταγωνισμό των σπόρων των αγροτών
Δυστυχώς σκόπιμα ξεχνάμε ή μας κάνουν να ξεχνάμε ότι οι μεγάλες πρόοδοι σε επιδόσεις κατά το 20ο αιώνα, συνέβησαν προτού οι βελτιωτές φυτών αποκτήσουν προστασία πάνω στα πνευματικά δικαιώματα, όταν δηλαδή η ανάπτυξη καινούργιων ποικιλιών πραγματοποιήθηκε –στο μεγαλύτερο μέρος της- στο δημόσιο τομέα. Η ιστορία της βιομηχανίας σπόρων έτσι όπως εξελίχθηκε μέχρι σήμερα, μας προσφέρει ένα διδακτικό παράδειγμα, που δείχνει σε ποιο βαθμό η ολοένα και μεγαλύτερη προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων έχει καταστεί στην πραγματικότητα ένα φράγμα παρά ένα κίνητρο καινοτομίας και ανάπτυξης.
Η βιομηχανία σπόρων έχει κάθε λόγο να φοβάται τον ανταγωνισμό των σπόρων των αγροτών, όχι γιατί είναι απειλή για την καινοτομία των σπόρων τους, αλλά γιατί κυρίως εκθέτει την ανεπάρκεια της δήθεν καινοτομίας τους. Οι σπόροι των γεωργών έχουν ευρύτατη γενετική βάση. Κάθε σπόρος περιλαμβάνει πολύ περισσότερα γονίδια από αυτά που έχουν οι ποικιλίες της βιομηχανίας. Επομένως είναι καλύτερα προσαρμόσιμοι στις κλιματικές αλλαγές, εξελίσσονται σε ισορροπία με τυχόν ασθένειες και αναπτύσσουν γονίδια αντίστασης, ιδιότητες που τα καθιστούν πολύτιμα για την γεωργική βιοποικιλότητα και την μελλοντική μας διατροφική επάρκεια και ασφάλεια.
www.paratiritis-news.gr