Ο άγιος Παΐσιος ως παρηγορητής και εμψυχωτής / Β. Α. Σαρρής

Ο νεοφανής άγιος Παΐσιος ανήκει στη μακρά χορεία των αγίων η οποία αφορμάται από τους αποστόλους. Αυτοί είδαν τον σαρκωμένο λόγο του Θεού ιδίοις όμμασι και άκουσαν το θεϊκό κήρυγμά του. Αυτοί που ήταν  αυτόπτες και αυτήκοοι του σαρκωμένου Θεού Λόγου μετέδωσαν την θεϊκή αυτή εμπειρία της επί γης παρουσίας Του στους επόμενους αγίους και αυτοί με τη σειρά τους στους επόμενους , ώσπου φτάσαμε στον άγιο Παΐσιο ο οποίος ως διάδοχος του αποστολικού κηρύγματος μαρτύρησε στην εποχή μας την επί γης θεανθρώπινη παρουσία του Κυρίου και το θρίαμβό του στη Βασιλεία των Ουρανών. Ήταν ο Ιησούς εν ετέρα μορφή. Εμείς μπορεί να μην είδαμε με τα μάτια μας τον Κύριο γιατί ζούμε σε άλλη εποχή, ωστόσο τον είδαμε , τον ακούσαμε , τον ζήσαμε στο πρόσωπο του αγίου Παϊσίου, ο βίος του οποίου υπήρξε χριστομίμητος και κατά κάποιο  τρόπο μια ανακεφαλάιωση του βίου και της επί γης παρουσίας του Ιησού Χριστού. Στο νου μας συχνά ερχόταν η επιθυμία να ρωτήσουμε τον άγιο: «Δείξε μας τον Χριστό» και με τον τρόπο του μας απαντούσε: «Τοσούτον καιρόν μεθ’ημών ειμί και ουκ εώρακας τον Κύριον;». Ο άγιος Παΐσιος ως χριστοφόρος ήταν μία ζώσα εικόνα του Χριστού. Άρα, όσοι συναντήσαμε τον άγιο, αλλά και όσοι Ορθόδοξοι ακούσαμε, μάθαμε, διαβάσαμε για αυτόν δεν δικαιολογούμαστε να πούμε στην άλλη ζωή στον Χριστό «Πότε σε είδαμε;». Ιδίως οι Έλληνες της εποχής μας θα είμαστε εντελώς αναπολόγητοι.

Σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο στην εκκλησία υπάρχουν διαιρέσεις χαρισμάτων και ο κάθε πιστός και πολύ περισσότερο κάθε άγιος έχει μία αποστολή να επιτελέσει, έναν ρόλο να διαδραματίσει. Αναμφίβολα ο άγιος είχε μία πληθώρα αγιοπνευματικών χαρισμάτων και δωρεών , ωστόσο μεταξύ των άλλων είχε σε υπερβολή ένα πολύ σημαντικό χάρισμα το οποίο όχι απλά ήταν απόρροια της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, αλλά τον ταύτιζε με το άγιο Πνεύμα και τον έκανε και αυτόν Παράκλητο. Ήταν το χάρισμα της παρακλήσεως, δηλαδή της παρηγοριάς. Το άγιο Πνεύμα ονομάζεται από τον Χριστό Παράκλητος, γιατί έρχεται να παρηγορήσει τους μαθητές για την αναχώρηση Του από κοντά τους και να αναπληρώσει την επί γης παρουσία του. Παρόμοια, ο άγιος Παΐσιος ως παράκλητος ήρθε στην εποχή μας για να μας παρηγορήσει αναπληρώνοντας την επί γης παρουσία του Χριστού.  Αυτή ήταν η πρώτη και κύρια παρηγορητική του συνεισφορά στους πιστούς σε έναν κόσμο που ταλανίζεται έντονα από την αθεϊα, την άπιστία και την αμφισβήτηση ακόμη και της ιστορικής ύπαρξης του Χριστού. Επιπλέον, ο άγιος ως πνευματοφόρο μέλος της εκκλησίας του Χριστού, ήταν ο παρακαλών εν τη παρακλήσει σύμφωνα με τη διατύπωση του αποστόλου Παύλου. Είχε αυτό το πολύ ειδικό και μοναδικό χάρισμα να παρηγορεί και να ενισχύει στην πίστη τους πονεμένους ανθρώπους, τους κατατρεγμένους, τους απογοητευμένους, τους προδομένους, τους πενθούντες, τους αδικημένους, τους κατεσταραμμένους οικονομικά, τους ψυχασθενείς, τους χειμαζομένους από κάθε λογής πειρασμό και αντιξοότητα, όπως ναρκωτικά, ανεργία, σατανισμό και ένα σωρό άλλα βάσανα. Πραγματικά , εάν δεν ζούσαμε τον άγιο Παΐσιο δεν θα μπορούσαμε να καταλάβουμε στην πληρότητά του το αγιοπνευματικό χάρισμα της παρακλήσεως και πόσο σημαντικό είναι αυτό στη ζωή της εκκλησίας, ιδίως σε πολύ δύσκολους καιρούς, όπως αυτοί που ζούμε. Ο άγιος Παΐσιος ως παράκλητωρ άγιος είναι , τολμώ να πω και το λέω με κάθε βεβαιότητα και αίσθημα ευθύνης-γιατί έχω μελετήσει σε βάθος το ζήτημα της παραμυθίας στους πατέρες της εκκλησίας- ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία της εκκλησίας μας. Αυτά που ζήσαμε και είδαμε στο κελί του, να συρρέουν χωρίς σταματημό κάθε είδους πονεμένοι και κατατρεγμένοι για να αποθέσουν το βάρος της ψυχής τους , να πουν τον πόνο τους για να ζητήσουν και να λάβουν την ανακούφιση και την εξ ύψους παράκληση, δεν το έχουν ζήσει στο μεγαλείο του και δεν το έχουν δει άνθρωποι άλλων εποχών. Βέβαια, αυτό δεν ήταν κάτι που το επεδίωκε ο άγιος. Ήταν κάτι που το επεδίωκε και το επιτύγχανε μέσω του αγίου ο ίδιος ο Θεός για να δοθεί στους ανθρώπους αγαπητικά ως αυτοαγάπη που είναι. Κάποια στιγμή έκανε τον άγιο σκεύος εκλογής για να διοχετεύσει μέσα από αυτόν την υπρεκχειλίζουσα αγάπη του προς τους ανθρώπους. Ποια ήταν αυτή η στιγμή στη ζωή του αγίου; Μας την έχει αποκαλύψει ένας από τους εκλεκτούς του ο νυν επίσκοπος Λεμεσού Αθανάσιος , ο οποίος μας μεταφέρει την ομολογία του αγίου:

Κάποτε καιγόταν η ύπαρξή μου από την αγάπη του Θεού τόσο πολύ που αισθανόμουν τα κόκαλά μου να λιώνουν σαν λαμπάδες……Φλογιζόμουν από την αγάπη του Θεού έντονα. Εδώ και 7-8 χρόνια όχι πως αυτή η αγάπη για το Θεό έπαυσε να υπάρχει, αλλά μεταποιήθηκε, μεταστράφηκε σε μια αγάπη για τον κόσμο, και λιώνω καθημερινά για τους πονεμένους ανθρώπους.

Η ομολογία αυτή του αγίου δεν είναι παρά η ομολογία της απόλυτης ταύτισής του με τον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος στην επίγεια ζωή του συνέπασχε με τους πονεμένους ανθρώπους και κατέληξε με τη σταύρωσή του να πάρει επάνω του όλο τον ανθρώπινο πόνο. Έτσι, όμοια με τον Κύριο ο άγιος σπλαχνιζόταν τους πονεμένους ανθρώπους και όταν τους έβλεπε να κατηφορίζουν από το Κουτλουμούσι για να ανέβουν στην Παναγούδα έλεγε στον υποτακτικό του παπα Παΐσιο: « Παπά μου, βλέπω τους ανθρώπους να έρχονται ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα». Όταν το άκουσα αυτό από τον παπα Παΐσιο μου κινήθηκε η περιέργεια να βρω στη Γραφή αυτούσιο τον ευαγγελικό λόγο που αναπαρήγαγε ο άγιος για να καταλάβω τι ακριβώς εννοούσε και πως αισθανόταν αντικρύζοντας όλους εκείνους που με πόθο και πόνο προσέρχονταν σε αυτόν. Άνοιξα, λοιπόν, την Γραφή και διάβασα:

Ἰδὼν δὲ τοὺς ὄχλους ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐσκυλμένοι καὶ ἐρριμμένοι ὡσεὶ πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα.(Ματθ. 9.36)

Καὶ ἐξελθὼν εἶδεν πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτοὺς ὅτι ἦσαν ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα, καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς πολλά.(Μαρκ. 6.34).

Ο άγιος Παϊσιος είχε για το λαό του Θεού τα σπλάχνα και τους οικτιρμούς του Χριστού γι’ αυτό και ο ίδιος ήταν ο ποιμήν ο καλός, ο οποίος την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων. Στα τέλη του επιγείου βίου του είναι γνωστό ότι έπασχε από καρκίνο του εντέρου και είχε φοβερούς πόνους και αιμορραγία. Ενώ ήταν σε αυτή την κατάσταση και δεν είχε καθόλου δυνάμεις, όποτε ερχόταν προσκυνητές στο κελί έβγαινε στην αυλή, κρατιόταν από το φράχτη για να μπορέσει να σταθεί όρθιος και υποφέροντας ο ίδιος έπαιρνε τον πόνο των άλλων. Όταν τον ρωτούσαν με θλίψη και αγάπη οι υποτακτικοί του γιατί δεν σταματά να δέχεται προσκυνητές τους απαντούσε: «τι να κάνω βρε παιδιά; Άλλος έρχεται από την Πάτρα, άλλος από την Αυστραλία για να με δει και έχει ανάγκη, μπορώ εγώ να μην του μιλήσω;». Είναι αλήθεια πως ο γέροντας δε λογάριαζε τον εαυτό του και ακολουθώντας πιστά τον Κύριο έκανε ζωή τη ζωή Του και βίωσε απόλυτα το λόγο Του προ του Σταυρού:

μείζονα αγάπη ουδείς έχει ίνα τις την ζωήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού.

Όταν προσευχόταν για έναν άρρωστο η αγωνία του έφτανε στο σημείο να ζητά από τον Χριστό να απαλλάξει από την ανίατη ασθένεια τον άνθρωπο που υπέφερε και να την δώσει στον ίδιο. Τέτοια αυτοθυσία και αυταπάρνηση είχε. Η προσευχή του ήταν προσευχή αίματος. Όταν υπηρετούσα ως φιλόλογος στην Αθωνιάδα Σχολή το 1991 πήγα στην αγρυπνία του Ευαγγελισμού στο κελί του παπα Παΐσιου, όπου βρισκόταν και ο άγιος. Κατά τη διάρκεια του όρθρου, όταν ο ιερέας διάβασε την συγχωρητική ευχή γονατίσαμε όλοι και έτυχε να γονατίσω δίπλα στον άγιο. Άκουγα να βγαίνει από τα στήθη του ένας λυγμός έντονος και βαριανάσαινε σα να κατέβαλε κάποιο βαρύ σωματικό μόχθο. Ξαφνικά, όταν σηκωνόμασταν γύρισε και με κοίταξε με ανησυχία. Προφανώς δεν ήθελε να τον αντιληφθεί κάποιος. Ήταν όμως αργά. Τότε κατάλαβα ότι δεν προσευχόταν, αλλά πάλευε δίνοντας όλες τις ψυχικές και σωματικές του δυνάμεις.  Η προσευχή του ήταν πάλη με το Θεό, όπως στην περίπτωση του Ιακώβ στην Παλαιά Διαθήκη. Και βέβαια, δεν προσευχόταν ο ίδιος:

Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ Πνεῦμα συναντιλαμβάνεται τῇ ἀσθενείᾳ ἡμῶν· τὸ γὰρ τί προσευξώμεθα καθὸ δεῖ οὐκ οἴδαμεν, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ Πνεῦμα ὑπερεντυγχάνει στεναγμοῖς ἀλαλήτοις·

Αυτοί οι αλάλητοι στεναγμοί του Αγίου Πνεύματος που χαρακτήριζαν την προσευχή του αγίου ήταν οι στεναγμοί της θυσίας για τον Θεό και τους ανθρώπους. Για αυτή τη θυσία που απαιτούσε πόνο, δάκρυα , οδύνη και πνευματικό πένθος ο Κύριος του έδινε τη χαρά του.

καὶ ὑμεῖς οὖν νῦν μὲν λύπην ἔχετε· πάλιν δὲ ὄψομαι ὑμᾶς, καὶ χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία, καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν.

Αυτό το χαροποιό πένθος του Χριστού, αυτή τη χαρμολύπη ζούσε ο άγιος και αυτό προσπαθούσε να μας δώσει και ως παρακαταθήκη της εν Χριστώ ζωής του. Σε μια συνάντησή μας , όταν του ανέφερα ένα προσωπικό μου ζήτημα με κοίταξε βαθιά στα μάτια, το βλέμμα του με διαπέρασε εσωτερικά και, αφού έκανε τη διάγνωση της πνευματικής μου ασθένειας, μου είπε: «να αγαπάς τη θυσία, η θυσία φέρνει την πραγματική χαρά». Έκείνο τον καιρό πίστευα ότι ο άγιος μου είχε δώσει μία πνευματική συμβουλή. Τώρα, ύστερα από τόσα χρόνια πιστεύω ότι ο άγιος είχε κάνει μία εξομολόγηση. Μου είχε δείξει τον εαυτό του, το δικό του βίωμα, το οποίο βέβαια εμείς δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε γιατί αντιπροσωπεύει μία θεϊκή κατάσταση. Πονούσε για τον πόνο των άλλων και ως αντιστάθμισμα αυτού του πόνου δεχόταν τη θεία παρηγοριά του Παρακλήτου την οποία μετέδιδε στη συνέχεια σε εκείνους που την επιζητούσαν ως παρηγορητής και παράκλητος ο ίδιος.

Ο άγιος προσέγγιζε όσους πονούσαν και του άνοιγαν την καρδιά τους, όχι απλά με συμπάθεια, αλλά με εν-πάθεια, δηλαδή δεν συνέπασχε μόνο αλλά εν-έπασχε. Έμπαινε μέσα τους και ζούσε το πόνο τους σε όλη του την οδύνη και την αγωνία, μέχρι εκείνο το λεπτό σημείο που δεν συμπαρέσυρε και τον ίδιο στην άβυσσο του πόνου και του πάθους . Για να σώσει τον άνθρωπο έβαζε τον εαυτό του σε πνευματικό κίνδυνο. Επιχειρούσε μια πνευματική ακροβασία. Ακροβατούσε επάνω της αβύσσου, για να θυμηθούμε ένα βίωμα που μας αποκαλύπτει ο οσιώτατος π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση ανθρώπου ο οποίος επισκέφθηκε τον άγιο και είχε αναρίθμητα βάσανα και άμετρο πόνο. Το παράπονό του ήταν ότι δεν τον καταλάβαινε κανείς και πουθενά δεν μπορούσε να βρει ανακούφιση και παρηγοριά. Όταν με λυγμούς διηγήθηκε στον άγιο τα βάσανά του, ο άγιος δεν άντεξε. Τον αγκάλιασε και έκλαιγε για ώρα πολλή μαζί του, χωρίς να του λέει τίποτε. Τελικά δεν του είπε τίποτε. Όταν έφυγε από το κελί ο βασανισμένος άνθρωπος, ομολόγησε. «Ποτέ άνθρωπος δεν μπόρεσε να με καταλάβει τόσο πολύ, να με ανακουφίσει και να πάρει  τον πόνο μου».

Είναι το κλαίειν μετά κλαιόντων του αποστόλου Παύλου, στην αγιοπνευματική διάσταση των αγίων.

Η κάθοδος του αγίου στον άδη της ψυχής του πονεμένου ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτύχει την πνευματική του ανάσταση. Ο άγιος άκουγε τα βάσανα των άλλων με συμπόνια και ο ίδιος έκανε την ψυχή του ένα αποθετήριο βασάνων και στεναγμών. Γινόταν θυσία για τον πάσχοντα εν Χριστώ αδελφό του και δεν λυπόταν καθόλου τον εαυτό του, γιατί είχε την οδυνόμενη χαροποιό αγάπη του Χριστού. Κάποτε πήγε κάποιος με προβλήματα στο κελί και ο άγιος τον άκουγε με υπομονή ώρες ολόκληρες, από νωρίς το πρωί μέχρι το απόγευμα. Δεν μιλούσε. Η βουβή παραμυθία της σιωπής και της αγάπης. Όταν ο άγιος παρηγορούσε με το λόγο,  ο λόγος του είχε την αγιοπνευματική πληροφορία. Πατέρας που έχασε τα δυο παιδιά του σε τροχαίο ατύχημα και έχοντας περιπέσει σε βαρύτατη θλίψη προσέτρεξε στον άγιο Παΐσιο. Ο άγιος, αφού τον συμπόνεσε και συμμερίστηκε τη θλίψη του, αντί άλλης παρηγορίας, του είπε εμπιστευτικά και με ταπείνωση: «Μη στεναχωριέσαι, τα παιδιά σου είναι καλά!». Αν αυτό το έλεγε οποιοσδήποτε άλλος, ελάχιστη αποτελεσματικότητα θα είχε ο λόγος του. Στη διαβεβαίωση όμως του αγίου, αμέσως ανταποκρίθηκε η ψυχή του χαροκαμένου πατέρα, ο οποίος αναθάρρησε και πίστεψε αυθόρμητα στην θεϊκή πληροφορία που έλαβε από τον όσιο. Έτσι κατανοούμε πώς επενεργεί με τη χάρη και την πληροφορία  του αγίου πνεύματος ο αξιόπιστος λόγος των αγίων, κάτι που επισημαίνει ο απόστολος Παύλος στις επιστολές του.

Τέκνον Τιμόθεε, ……πιστος ο λογος και πασης αποδοχης αξιος οτι Χριστός Ιησούς ηλθεν εις τον κοσμον αμαρτωλους σωσαι ων πρωτος ειμι εγω (Τιμοθ. 1.15)

Τέκνον Τίτε,….πιστος ο λογος και περι τουτων βουλομαι σε διαβεβαιουσθαι ινα φροντιζωσιν καλων εργων προιστασθαι οι πεπιστευκοτες τω θεω ταυτα εστιν τα καλα και ωφελιμα τοις ανθρωποις (Τιτ. 3.8)

Όμοια με τον αποστολικό λόγο ήταν και ο λόγος του αγίου Παϊσίου πιστός και πάσης αποδοχής άξιος, προσφέροντας στις ψυχές των πιστών την ακράδαντη διαβεβαίωση της σωτηρίας στην Βασιλεία των Ουρανών. Τη διαβεβαίωση αυτή έδωσε και σε έναν άλλο πατέρα ο οποίος είχε χάσει και αυτός το παιδί του ως εξής: « Μην κλαις για το παιδί σου, γιατί το είδα να πατάει σε μια λίμνη με δάκρυα. Τα δάκρυα αυτά είναι τα δικά σου, που αντί να του κάνουν καλό του προξενούν θλίψη, ενώ αυτό είναι καλά».

Στις συζητήσεις με τον άγιο πολύ ταλάνιζε τους πιστούς το θέμα της θεοδικίας, κατά πόσο δηλαδή είναι δίκαιος, εφόσον επιτρέπει να βασανίζονται και να ταλαιπωρούνται οι δίκαιοι και να ευημερούν οι άδικοι, οι πλεονέκτες και οι αδίστακτοι άνθρωποι. Είναι ένα ζήτημα που προβληματίζει πολύ όλους όσοι αδικούνται και υποφέρουν, ενώ αγωνίζονται πνευματικά και είναι πιστοί και τους βασανίζει το ερώτημα «γιατί Θεέ μου;». Στο λεπτό αυτό ζήτημα άκουσα ο ίδιος την εξής παραμυθητική εξήγηση από τον άγιο. Πήγαινα προς το καλύβι και είχα φτάσει έξω από την πόρτα του φράχτη της αυλής. Στα κούτσουρα της αυλής που ο άγιος είχε για καθίσματα των προσκυνητών κάθονταν αρκετοί προσκυνητές και αρκετοί ήταν όρθιοι. Ο άγιος δίδασκε και αναφερόταν ακριβώς σε αυτό το ζήτημα της θεοδικίας. Επειδή ο λόγος του ήταν θεόπνευστος, δεν προχώρησα προς την αυλή και σταμάτησα εκεί που ήμουν, έξω από το φράχτη προκειμένου να ακούσω ευλαβικά τον παρηγορητικό του λόγο. Έλεγε ο άγιος:

« Εμείς είμαστε παιδιά του θεού. Ο Θεός ως καλός πατέρας, επειδή αγαπάει τα παιδιά του και νοιάζεται για αυτά από καμιά φορά τα δίνει και κανένα χαστούκι, κανένα σκαμπίλι για να συνέλθουν όταν κάνουν αταξίες, να τα προφυλάξει και να τα ελκύσει κοντά του. Για τους άλλους αδιαφορεί και τους αφήνει να έρθουν τα πράγματα στη ζωή τους όπως έρθουν, χωρίς θεϊκή πρόνοια. Μάλιστα τους αφήνει να ζήσουν τη ζωή τους πλουσιοπάροχα, χωρίς κανένα πειρασμό, ούτως ώστε στην άλλη ζωή να είναι εντελώς αναπολόγητοι».

Ο λόγος του αγίου είναι σαφής και δεν δέχεται καμία παρερμηνεία οικουμενιστικού τύπου και είναι βάλσαμο για τους πιστούς που με υπομονή και ευχαριστία προς τον Θεό για τις φανερές και αφανείς του ευεργεσίες υποφέρουν, βασανίζονται και δοκιμάζονται, ενώ οι άπιστοι, οι αιρετικοί και οι άθεοι καλοζούν. Ο άγιος διέκρινε τους λαϊκούς από τους κοσμικούς. Όταν κάποτε του είπα «εγώ είμαι κοσμικός» με διόρθωσε και μου είπε «όχι, δεν είσαι κοσμικός, είσαι λαϊκός» και μου έδωσε να καταλάβω ότι ανήκω στο λαό του θεού, στο σώμα της εκκλησίας Του, άρα υπάγομαι σε πνευματικούς νόμους οι οποίοι κατά τον άγιο έχουν σπλάχνα, γιατί ο Θεός είναι αγάπη, ακόμη και όταν επιτρέπει πειρασμούς στη ζωή μας για να ξεπληρώσουμε καμιά αμαρτία και να τον αγαπήσουμε ακόμη πιο πολύ, όπως έλεγε χαρακτηριστικά.

Σε κάθε περίπτωση ο Θεός είναι δίκαιος και η δικαιοσύνη του φανερώνεται είτε σε αυτή τη ζωή είτε στην άλλη.  Αυτό το πιστοποιούσε ο άγιος με κάθε αφορμή διακηρύττοντας ότι όσοι υπομένουν σε αυτή τη ζωή τα βάσανά τους με ευχαριστία θα ανταμειφθούν οπωσδήποτε από τον Κύριο στην άλλη ζωή. Ο άγιος βέβαια δεν ήταν παρηγορητής και παράκλητος μόνο όσο ζούσε, αλλά ο παρηγορητικός του λόγος συνεχίζει να έχει χάρη και να προσφέρει χαρά και ελπίδα και μετά την κοίμησή του. Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό με μαθήτρια που έπασχε από ανίατη ασθένεια και το έζησα ο ίδιος. Προ εικοσαετίας υπηρετούσα σε Λύκειο επαρχιακής πόλης της Μακεδονίας. Είπα στα παιδιά τη θεολογική διατύπωση σύγχρονου αγιορείτη θεολόγου ότι ο θεός δεν είναι δίκαιος, όπως εμείς εκλαμβάνουμε την δικαιοσύνη, γιατί αν ήταν δίκαιος με απόλυτη έννοια θα μας είχε καταδικάσει όλους. Η αγάπη του υπερβαίνει την κατ’άνθρωπον δικαιοσύνη, άρα με την ανθρώπινη λογική ο θεός είναι άδικος. Ωστόσο, με ενοχλούσε  ο λογισμός μήπως τα παιδιά παρερμήνευσαν αυτό που τους είπα και κατάλαβαν ότι ο θεός είναι όντως άδικος. Έτσι, την επομένη τους είπα: – παιδιά θέλω να διευκρινίσω αυτά που σας είπα χθες τονίζοντας ότι ο Θεός είναι δίκαιος. Τότε, σήκωσε το χέρι της μια μαθήτρια και μου είπε ευθαρσώς. -Όχι, είναι άδικος.

Γνώριζα ότι η συγκεκριμένη μαθήτρια έπασχε από βαριά ανίατη νόσο και κάθε εβδομάδα τη μετέφεραν στη Θεσσαλονίκη για θεραπεία και μεταγγίσεις αίματος. Ήταν όμως ένας άγγελος. Το προσωπάκι της έλαμπε. Αλήθεια, τι να πεις σε ένα τέτοιο παιδί βασανισμένο και στα πρόθυρα του θανάτου; Πώς να το πείσεις για το αντίθετο και πώς να το παρηγορήσεις; Αστραπιαία μου ήρθε στο νου ένα παρόμοιο περιστατικό που είχε αντιμετωπίσει ο άγιος και της το είπα για να καθρεφτίσω με έμμεσο τρόπο και τη δική της περίπτωση: «Παιδί μου γνώρισα έναν άγιο μοναχό στο άγιον Όρος στον οποίο πήγε κάποτε ένα παιδί στην ηλικία σου που βασανιζόταν από μια βαριά αρρώστια και υπέφερε. Είπε στον μοναχό τα βασανά του και αυτός του είπε: – Μη στενοχωριέσαι, ο θεός είναι δίκαιος. Όταν θα πας στην άλλη ζωή ο καλός Θεός θα σου δώσει μια μεγάλη σοκολάτα που δεν θα τελειώνει ποτέ».

Μόλις άκουσε το παιδί το περιστατικό, το οποίο σημειωτέον δεν έκανε λόγο για θεραπεία, αλλά για ανταπόδοση στη βασιλεία των Ουρανών, άλλαξε αμέσως διάθεση και αυθόρμητα και με ζήλο ρώτησε. –Κύριε καθηγητά, που είναι τώρα αυτός ο άνθρωπος να τον βρω; Να φανταστείτε ούτε καν το όνομα του αγίου είχα αναφέρει. Και τότε του απάντησα ότι πρόκειται για τον Γέροντα Παΐσιο, ο οποίος τώρα βρίσκεται στον Παράδεισο και από ψηλά σε βλέπει και νοιάζεται για σένα. Με την προσευχή μπορείς να μιλήσεις μαζί του.

Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο πόσο παρηγορητικός και θεραπευτικός είναι ο λόγος του αγίου για κάθε πάσχοντα συνάνθρωπό μας και πόσο μεγάλη δραστικότητα έχει στις ψυχές τον ανθρώπων.

Στην παραμυθητική φιλοσοφία του αγίου σημαίνουσα θέση κατέχει ο καλός λογισμός. Θα λέγαμε ότι στην ιστορία της εκκλησίας ο άγιος θα γραφτεί ως ο κατεξοχήν θεολόγος του καλού λογισμού. Ο καλός λογισμός είναι ένα αποτελεσματικό φάρμακο της ψυχής, το οποίο θεραπεύει πολυποίκιλα πάθη της ψυχής όπως το φθόνο, την κακία, το μίσος, την σκληροκαρδία, την καχυποψία. Είναι γνωστή η προτροπή του αγίου «να κάνεις το νου σου ένα εργοστάσιο παραγωγής καλών λογισμών».  Ο καλός λογισμός είναι επίσης φάρμακο παραμυθίας το οποίο διώχνει τη θλίψη, την απόγνωση και τον γογγυσμό κατά του Θεού όταν περιπέσει ο άνθρωπος σε δοκιμασίες. Σύμφωνα με τον άγιο Παΐσιο, όταν ο άνθρωπος πίσω από κάθε δοκιμασία έχει καλό λογισμό και βλέπει την αγάπη και την πρόνοια του θεού στη ζωή του και δεν ενοχλείται από την αδικία και την υποτίμηση, επειδή θεωρεί ότι το μεγαλύτερο συμφέρον είναι το συμφέρον του άλλου, τότε η ψυχή του είναι ελεύθερη από κάθε πάθος και την επήρεια του δαίμονα. Βέβαια, ο καλός λογισμός δεν αποκτάται μόνο με τις δικές μας δυνάμεις. Είναι και αυτός μία θεία δωρεά και ο άγιος με τις ευχές του βοηθά τους ανθρώπους να αποκτήσουν καλό λογισμό, ώστε να αντέξουν στις δοκιμασίες. Για να αντιληφθούμε πως ο άγιος με την ευχή του βοηθά εκείνους που προστρέχουν σε αυτόν να αντιμετωπίσουν τις συμφορές του βίου με καλό λογισμό το ακόλουθο περιστατικό είναι διαφωτιστικό.

Δύο χρόνια μετά την κοίμηση του αγίου μία ηλικιωμένη γυναίκα διάβαζε στο μικρό διαμέρισμά της το βιβλίο του ιερ. Χριστοδούλου «Ο Γέρων Παΐσιος». Είχε απορροφηθεί τόσο από την ανάγνωση του βιβλίου, που λησμόνησε ότι είχε αναμμένο το μάτι της ηλεκτρικής κουζίνας πάνω στο οποίο υπήρχε σκεύος με λάδι για τηγάνισμα. Το αποτέλεσμα ήταν από το καμμένο λάδι να πιάσει φωτιά η κουζίνα. Ενώ οι φλόγες έζωναν την κουζίνα και τα πάντα γίνονταν παρανάλωμα του πυρός η ίδια δεν είχε αντιληφθεί τίποτε και συνέχιζε να διαβάζει για τον άγιο, ώσπου κάποιοι από την καφετέρια της γειτονιάς είδαν τη φωτιά και ειδοποίησαν την Πυροσβεστική και έτσι έληξε αισίως η περιπέτεια, αφού κάηκε ολοσχερώς η κουζίνα. Μάλιστα, τέτοια ήταν η καταστροφή που έπεσε και μέρος από την οροφή.  Όταν μου διηγήθηκε  η ίδια την περιπέτειά της μου είπε εμπιστευτικά.

–Ξέρεις Βασίλη, εκείνη τη μέρα έγινε θαύμα.

Απόρησα και της είπα: – Ποιο είναι το θαύμα; Το ότι δεν κάηκε όλο το σπίτι και γλύτωσες και εσύ;

-Όχι, μου απάντησε. Να, μέσα στο φούρνο της κουζίνας όταν ξέσπασε η φωτιά έψηνα φαγητό για τους εργάτες στο χωράφι και ενώ όλα καταστράφηκαν το φαγητό δεν πειράχθηκε καθόλου. Ήθελε ο θεός να μην πεινάσουν οι εργάτες. Μόλις το είδα αυτό πήρα το ταψί με το φαγητό και το πήγα στην αδερφή μου να το ψήσει για να φάνε οι εργάτες.

Συκινήθηκα με το λογισμό της γυναίκας αυτής που μέσα στη συμφορά της όχι μόνο δεν γόγγυσε εναντίον του Θεού και του αγίου Του, αλλά είδε το θαύμα στο γεγονός ότι ο άγιος Παΐσιος φρόντισε όχι για την ίδια, αλλά για τους άλλους. Αν αυτό δεν είναι θαύμα του αγίου τότε τι είναι. Άλλαξε το λογισμό της γυναίκας που με ευλάβεια εκείνη την ίδια ώρα της συμφοράς διάβαζε ακριβώς για τον καλό λογισμό, όπως τον δίδαξε ο ίδιος. Και της έδωσε τον καλό λογισμό να σκέφτεται όχι το δικό της πρόβλημα, αλλά το πρόβλημα του άλλου. Έτσι, έφερε συν τω πειρασμώ και την έκβαση και μαζί με τη θλίψη και την παραμυθία και μαζί με την παραμυθία και την πραγματική χαρά η οποία γεννάται από την αγάπη και τη θυσία.

Ο άγιος Παΐσιος ως παρηγορητής εκτελούσε μία θεϊκή εντολή η οποία αφορά ειδικότερα τους προφήτες και αποτυπώνεται στην Παλαιά Διαθήκη, συγκεκριμένα στο βιβλίο του Ησαΐα (40.15),  ως εξής:

 

Παρακαλείτε, παρακαλείτε τον λαόν μου, λέγει ο θεός. Ιερείς λαλήσατε εις την καρδίαν Ιερουσαλήμ, παρακαλέσατε αυτήν ότι επλήσθη η ταπείνωσις αυτής

 

Με την παραίνεση αυτή ο θεός παρακινεί τους προφήτες να παρηγορήσουν το λαό του Θεού και να τον εμψυχώσουν, διότι αυτός έχει δοκιμαστεί πάρα πολύ και ήδη έχει ξεπληρώσει τα αμαρτήματά του. Έτσι, οι προφήτες του Ισραήλ ήταν οι παρηγορητές και εμψυχωτές του καταπονημένου και καταπτοημένου λαού του θεού, προκειμένου αυτός να αναθαρρήσει και να επανεύρει την παλαιά το ισχύ επιστρέφοντας από την Βαβυλώνιο αιχμαλωσία στο ιστορικό του κέντρο, την Ιερουσαλήμ, ώστε να εκπληρωθεί το σχέδιο του θεού και να συντελεστεί το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων με την ενανθρώπιση του Λόγου του Θεού.  Ο άγιος Παΐσιος ως παρηγορητής ακολουθεί ακριβώς αυτή την παράδοση των μεγάλων προφητών της παλαιάς Διαθήκης και το παραμυθητικό του έργο δεν περιορίζεται μόνο σε επιμέρους περιπτώσεις πονεμένων ανθρώπων, αλλά έχει ένα ευρύτερο ρόλο. Είναι ο προφήτης, παρηγορητής και εμψυχωτής του ελληνικού λαού, του νέου Ισραήλ, όπως έλεγε,  ο οποίος και αυτός είναι εξασθενημένος και ταπεινωμένος και μοιραία επιζητεί την επιστροφή του στο δικό του ιστορικό κέντρο, τη δική του Ιερουσαλήμ την Κωνσταντινούπολη, ώστε να υπηρετηθεί το σχέδιο του Θεού και να δοθεί η τελική μάχη ενάντια στον Αντίχριστο και τις δυνάμεις του. . Οι προφητείες του για την επιστροφή των Ορθοδόξων Ελλήνων των Ελληνορωμηών στο χαμένο τους κέντρο δεν έχουν αλληγορικό χαρακτήρα, ούτε και συνιστούν μελλοντολογία, όπως διαδίδουν κάποιοι. Είναι προφητείες που έχουν στόχο να ανορθώσουν το καταπτοημένο ηθικό μας, και μάλιστα τώρα που η Ελλάδα είναι για κλάματα και τόσο πολύ έχει διαπομπευθεί παγκοσμίως.  Ήδη πολλά από όσα προφήτευσε έγιναν και άλλα συντελούνται αυτή τη στιγμή και άλλα μέλλουν να γίνουν και θα γίνουν και έχουμε ακράδαντη πεποίθηση στον θεόπνευστο προφητικό και εμψυχωτικό του λόγο.

 

Ο άγιος Παΐσιος είναι και αυτός προφήτης του γένους, όπως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Με ένα απόσπασμα από τις Διδαχές  του οποίου θα ήθελα να κλείσω τη σημερινή ομιλία, γιατί νομίζω ότι ταιριάζει τόσο στη φυσιογνωμία του αγίου Παϊσίου όσο και στις σημερινές ιστορικές περιστάσεις.

 

Διαβάζοντας, ἀδελφοί μου, τὴν θείαν καὶ Ἱερὰν Γραφὴν εὑρίσκω ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας εἶνε ζωντανὸς καὶ τὸν ἔχει ὁ Θεὸς χιλιάδες χρόνους καὶ μέλλει νὰ τὸν στείλη καὶ τότε θέλει νὰ χαλάση ὁ κόσμος. Καὶ πάλιν ἐρευνώντας τὴν ἱερὰν Γραφὴν τὸ εὑρίσκω ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας ἦλθεν, ἦλθεν καὶ ὁ ἀντίχριστος, τὸν ὁποῖον ἔχομεν καὶ εἰς τὸ κεφάλι μας, καὶ δὲν πρέπει νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ, ὅτι τὸν ἠξεύρετε. Καὶ τώρα δὲν καρτεροῦμεν οὔτε προφήτην Ἠλίαν οὔτε ἀντίχριστον.

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου