Η παιδεία σήμερα και κατά τους τρεις Ιεράρχες / Μαρία Μαντουβάλου

Με πονηρές παλινωδίες και αντεγκλήσεις του λαοπρόβλητου Υπουργού Παιδείας της Δυναστείας και ύστερα από  τον ψευδεπίγραφο «εθνικό διάλογο  για την Παιδεία» πέρασε η φετινή επέτειος της εορτής των Τριών Ιεραρχών, με κλειστά τα σχολεία, ύστερα από τις μιαρές και βδελυρές μηχανορραφίες τροπολογιών επιβολής αργίας, προκειμένου να επιτευχθούν οι πραγματικοί πολιτικοί στόχοι, που είναι η βίαιη συρρίκνωση και τελικά εκρίζωση, με τις εκπαιδευτικές αλλαγές, και την κατάργηση των θρησκευτικών, κάθε ελληνικής και ορθόδοξης αξίας στις ψυχές μαθητών και δασκάλων. Γι’ αυτού του είδους την αργία που επιβάλλει η πολιτική εξουσία, που, ενώ, δείχνει να ανέχεται τη θρησκεία, ωστόσο υποδαυλίζει και προωθεί ανέντιμη προπαγάνδα εναντίον της, έχει γράψει ο Μ. Βασίλειος, ότι είναι  η αγαπημένη των ακάθαρτων και πονηρών πνευμάτων. Ιδιαίτερα η εορτή των Τριών Ιεραρχών ενοχλεί τους δύο τελευταίους Υπουργούς Παιδείας του καθεστώτος, γιατί με την εκφώνηση των αγίων ονομάτων τους, ως  φωστήρων της Οικουμένης και θεμελιωτών της Ορθοδοξίας, ακολουθεί και η αναφορά της καταγωγής τους και ακούγονται της αιματηρής ελληνικής μνήμης Ολοκαυτώματα και ιστορικοί τόποι, όπως Καππαδοκία, Καισάρεια, Νεοκαισάρεια, Ναζιανζός, Πόντος και ταυτόχρονα έρχεται από τη Βασιλεύουσα η φωνή του φιλόχριστου πολιτικού ηγέτη – Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου να τους πυρακτώνει την καρδιά λέγοντας: «Εκ Καππαδοκίας εβλάστησαν άνδρες, μάλλον δε ειπείν, εξανέτειλαν ώσπερ αστέρες πολύφωτοι, επί σοφία διαβόητοι, ζηλωταί της Χριστιανών πίστεως… Οι τρεις μέγιστοι φωστήρες της Τρισηλίου θεότητος, οι την οικουμένην ακτίσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντες, οι μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας, οι την κτίσιν πάσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντες…». Ε! δικαιολογημένα, λοιπόν, «το ηθικό πλεονέκτημα της πρώτης φοράς Αριστεράς», δεν επιτρέπει τέτοιου είδους επικίνδυνες και αναχρονιστικές διδασκαλίες στα σχολεία.

Πιο συγκεκριμένα, οι τόποι που βλάστησαν αυτοί οι ζηλωτές της πίστεως και των Ελληνορθόδοξων Γραμμάτων, είναι οι ακόλουθοι:

Ναζιανζός, αρχαία πόλη της Καππαδοκίας, πατρίδα Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, από την Εκκλησία του οποίου, μετά το Ποντιακό και Μικρασιατικό Ολοκαύτωμα, που τα έχουνε υποβαθμίσει στις δήθεν Επετείους Μνήμης της κατάπτυστης Βουλής, οι πρόσφυγες μεταφέρανε το 1924 στη Νέα Καρβάλη από το γενέθλιο τόπο του Γρηγορίου, ιερά λείψανα και κειμήλια και έχτισαν και εκκλησία στο όνομά του.

Καισάρεια, πρωτεύουσα της Καππαδοκίας, έδρα Ορθόδοξου Μητροπολίτη και μάλιστα Πρωτόθρονου αμέσως μετά τον Πατριάρχη. Ο Μέγας Βασίλειος, με καταγωγή από τη Νεοκαισάρεια του Πόντου, Αρχιεπίσκοπος της πρωτεύουσας Καισάρειας (απ’ όπου έρχεται, συνειρμικά, στη μνήμη Τραπεζούντα, Αμισός, Κερασούντα, Σινώπη, Ποντοηράκλεια).

Καππαδοκία, πριν από τον Μέγα Αλέξανδρο περιλάμβανε και τον Πόντο και μετά από διοικητική μεταρρύθμιση είχε τον Πόντο στα βόρειά της. Κοντά στη Νεοκαισάρεια, στα Κόμανα του Πόντου, πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 μ.Χ., ο από την Αντιόχεια Ιωάννης ο Χρυσόστομος, εξόριστος, και με την ανακομιδή λειψάνων, στις 27 Ιανουαρίου του 438, με διαταγή Θεοδοσίου Β΄ και Πατριάρχη τον Πρόκλο, τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν στο ναό των Αγίων Αποστόλων, στην Κωνσταντινούπολη, εκεί όπου ενταφιάζονταν οι Αυτοκράτορες. Στα Βέζιρα, κοντά στα Κόμανα, σώζεται εντός μονής η λάρνακα στην οποία είχε ταφεί όταν πέθανε ο Χρυσόστομος.

Τα ανέφερα όλα αυτά για να εξηγήσω την αποστροφή της πολιτικής ηγεσίας και κυρίως των δύο τελευταίων πρωτοπόρων και καινοτόμων Υπουργών της Παιδείας, Χριστιανομάχων και Εκκλησιομάχων,  στο πρόσωπο των Τριών Ιεραρχών, οι οποίοι, μαζί με τους λεγόμενους εκπαιδευτικούς συμβούλους τους, στο άκουσμα των γεωγραφικών, ιστορικών αυτών τόπων, συνδυασμένων μάλιστα, όπως είπα, με τους τρεις μέγιστους Πατέρες της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας, που είναι πανθομολογούμενο ότι φώτισαν την Οικουμένη με δόγματα θεία και ότι ήταν ζηλωτές της χριστιανικής πίστεως, είναι βέβαιο ότι αισθάνονται απέχθεια και φόβο για τέτοιου είδους τζιχαντιστές και φονταμενταλιστές και Ταλιμπάν, όπως οι ίδιοι χαρακτήρισαν όλους τους Ορθόδοξους Έλληνες, συμπεριλαμβανομένων και των Αγίων της Ορθοδοξίας.

Εκείνο όμως που είναι ανυπόφορο για τους αντίχριστους και ανθέλληνες πολιτικούς ηγετίσκους είναι το να ακούγονται κάθε χρόνο οι  ελληνικοί ιστορικοί τόποι Πόντος και Μικρασία. Αυτό δεν υποφέρεται δικαιολογημένα, από τους αριστερίζοντες κατόχους του πολιτικού ηθικού πλεονεκτήματος, αφού θεωρούν κατασκευασμένες αναλήθειες, ό,τι έχει σχέση με τον Πόντο και τη Μικρασία. Ο προκάτοχος του σημερινού Υπουργός Παιδείας, ενώ αναγνωρίζει ένα μόνο Ολοκαύτωμα και το διατυμπανίζει και επιβάλει στα σχολεία, παράλληλα αφαιρεί από τα βιβλία κάθε άλλο Ολοκαύτωμα και ιδιαίτερα το Ποντιακό, που μάλιστα το χαρακτηρίζει εθνοκάθαρση, αλλά όχι γενοκτονία.

Ο σημερινός, επίσης, άξιος διάδοχος αυτού του Υπουργείου και οι συνοδοιπόροι μισθοφόροι των ιδεών του, πανεπιστημιακοί σύμβουλοι τής υψηλής εκπαιδευτικής πολιτικής του, μαινόμενοι ως άλλες Ηρωδιάδες, μετά τη σφαγή των νηπίων μαθητών με τις νέες εκφυλιστικές προσταγές τους, και την κατάργηση και του μαθήματος των Θρησκευτικών και αντικατάστασή του με διαθρησκειακές σούπες επιδίδονται και σε άλλες πράγματι εθνοκαθαρτικές δραστηριότητες, σε βάρος του ορθόδοξου ελληνισμού. Ένας μάλιστα από τους συμβούλους, εγκάθετος και εντολοδόχος, ειδικός Γραμματέας, κάνει λόγο για Τσαμουριά και Σκόπια ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», αρνούμενος και αυτός τη σφαγή των Ποντίων και της Μικράς Ασίας, και ο ίδιος, ως εντεταλμένος, μοιράζει αφειδώς ιθαγένειες στους λαθρομετανάστες. Είναι ειδικός στο να αναδεικνύει ζητήματα μειονοτήτων και ίσως με παρέμβαση του ίδιου, όπως και των ομοίων του συμβούλων του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής και του προϊσταμένου Υπουργού του να ήλθε ο Τούρκος ηγέτης για να μιλήσει για μειονότητα στη Θράκη.

Επίσης μίσος απερίγραπτο ξεχειλίζει από τις ομιλίες και τα γραπτά του ιδίου Συμβούλου του Υπουργού Παιδείας για το «ελληνορθόδοξο γένος», που το παρουσιάζει με τη μορφή τού Ιανού και με κατηγορίες, όπως «όλος ο ελληνισμός είναι μηχανισμός προπαγάνδας» ή ότι «οι Έλληνες κάνουν απόκρυψη της εν Ελλάδι σλαβοφωνίας και των μειονοτήτων της Θράκης».

Ο άλλος Πρόεδρος της Επιτροπής για την Παιδεία, συνεργάτης του Φίλη, χαρακτηρίζει Τζιχαντιστές τους Μακεδονομάχους, ενώ άλλοι σύμβουλοι συμπληρώνουν «ξεχνάμε ότι πάνω από μισό εκατομμύριο μουσουλμάνοι άφησαν ‘χαμένες πατρίδες’ στα Βαλκάνια, και ενώ μνημονεύουμε τους δικούς μας ξεριζωμένους της Μικρασιατικής καταστροφής, ξεχνάμε τους σημερινούς πρόσφυγες». Οι πληρωμένοι, ξεδιάντροποι, παραχαράκτες της ιστορίας χαρακτηρίζουν «χαμένες πατρίδες» τα αιματοβαμμένα κατεχόμενα εδάφη.

Έτσι δικαίως ο σημερινός επικεφαλής της Παιδείας πολιτικός ηγέτης εγκωμιάζεται από τα Τουρκικά ΜΜΕ, γιατί, όπως αυτά γράφουν, στα νέα βιβλία δεν αναγνωρίζεται η γενοκτονία των Ποντίων και γιατί υπάρχει παραδοχή των σφαγών από τους Έλληνες στη Σμύρνη και ακόμη, επειδή απαγόρευσε να χρησιμοποιείται η Ελληνική γεωγραφική ονομασία Κωνσταντινούπολη. Γίνεται, επίσης, ειδική μνεία στο γεγονός της καταγωγής τού Τουρκόφωνου και Ελληνόφωνου Υπουργού και στο ότι διετέλεσε και καθηγητής Τουρκικού Πανεπιστημίου.

Να προσθέσω σ’ αυτά και μερικές άλλες επιμέρους δραστηριότητες και καινοτομίες της εκπαιδευτικής πολιτικής, άξιες και αυτές εγκωμίων, εκτός της δηλωμένης αθεΐας, και της διάχυσής της στα παιδιά, μέσω των σχολικών βιβλίων, όπως είναι η υποτέλεια σε ξένους εντολοδόχους, η κατάργηση της έπαρσης της σημαίας, η αδιαφορία για το κάψιμό της, ο ευτελισμός τής αριστείας ως ρετσινιάς, η ακύρωση του εκκλησιάσματος  και των επίσημων σχολικών εορταστικών εκδηλώσεων στις εορτές της Ορθοδοξίας και του Έθνους, με διάφορες μεθοδεύσεις αργίας, η κατάργηση των θρησκευτικών, οι απόπειρες εξοβελισμού της πρωινής προσευχής, οι έμφυλες ταυτότητες και η αλλαγή φύλου με εκφυλισμό των νέων, το πέταμα στα σκουπίδια των εικόνων, η εξίσωση της εορτής των Τριών Ιεραρχών με την καθαρή Δευτέρα και την Πρωτομαγιά, ως ημέρες αργίας ισότιμες, και για τις τρεις επετείους, ενώ εορταστικές εκδηλώσεις επιβάλλονται για την 17  Νοέμβρη, για την ημέρα του σχολικού αθλητισμού και άλλες ανάλογες επετείους.

Εντωμεταξύ, οι κουκουλοφόροι οπαδοί τους δρουν ανενόχλητοι στα Πανεπιστήμια, όπως και οι έμποροι ναρκωτικών ακόμη και στα σχολεία, οι καθηγητές Πανεπιστημίου, που διατηρούν κάποια αξιοπρέπεια και παρεμβαίνουν στα έκτροπα που παρατηρούν, στοχοποιούνται και ο Υπουργός Παιδείας, ο υποτιθέμενος προστάτης της νομιμότητας ή κωφεύει ή και επιτίθεται σε διαμαρτυρόμενους Πρυτάνεις και καθηγητές, εξευτελίζοντάς τους, επειδή επιμένουν να διδάσκουν τους φοιτητές τους ότι οφείλουν να διατηρήσουν τις αξίες τού Πανεπιστημίου και να υιοθετήσουν τη νοοτροπία της αριστείας μέσα από τη μελέτη και την έρευνα.

Αυτά περίπου είναι τα οδυνηρά επιτεύγματα των σημερινών ταγών της παιδείας και των εγκάθετων ιστορικών συμβούλων τους, τα οποία, όμως, δεν αναχαιτίζονται, όπως θα έπρεπε, από αυτούς κυρίως που αποτελούν τους σημερινούς διαδόχους τών Τριών Πατέρων της Εκκλησίας, αυτών των μεγίστων Παιδαγωγών, αυτών που δημιούργησαν τον χρυσό αιώνα της Θεολογίας και των Γραμμάτων, τον 4ο δηλαδή αιώνα και αντέδρασαν με ανυποχώρητο σθένος, ακατάβλητη ηθική αντίσταση, και πύρινους λόγους σε κάθε ηθική, θρησκευτική, εκκλησιαστική, εκπαιδευτική και νομική ή πολιτική εκτροπή, και όλα αυτά παράλληλα με το τεράστιο συγγραφικό, παιδαγωγικό, θεολογικό, δογματικό, αντιαιρετικό έργο τους. Συγχρόνως ασκούσαν έντονη κριτική κατά της κοινωνικής αδικίας και ιδιαίτερα κατά της τοκογλυφίας και της εκμετάλλευσης των φτωχών από τους ανόμως πλουτούντες. Για την κερδοσκοπία των δυνατών και την κοινωνική καταπίεση γράφει ο Χρυσόστομος στην «Ομιλία κατά Ματθαίον».

«Δεν θα έπρεπε οι τρισκατάρατοι αυτοί να αναθεματισθούν από την πολιτεία για τα ανόσια έργα τους, αφού με τη βία κατακρατούν το βιός εκείνων που έχουν μοχθήσει και μάλιστα όταν οι δυστυχισμένοι εκείνοι έχουν οικογένεια και παιδιά να συντηρήσουν. Και όμως, όταν τους ζητούν αυτά που δικαιούνται, εκείνοι κάνουν τους ανήξερους» (Αλέξης Σαββίδης).  

Το ίδιο αιχμηρή γλώσσα είχαν και εναντίον των ανίκανων και ανάρμοστων κληρικών. Τεράστιο ήταν το φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο τους, με το πλήθος των καθημερινών γευμάτων στους φτωχούς διαθέτοντας την πατρογονική τους περιουσία. Με το παράδειγμά τους δίδασκαν τους νέους. Ήταν οι ίδιοι ανοιχτά βιβλία.

Ξεσκέπαζαν το ψέμα, που συχνά είχε ως ασπίδα την υποκρισία, και αποκάλυπταν την ηθική σήψη, όπου και αν τη συναντούσαν σε κοσμικούς, ηγετικούς και πνευματικούς κύκλους, σε κάθε μορφή εξουσίας. Δεν συγκάλυπταν νοσηρές καταστάσεις. Δεν κολάκευσαν, δεν μιλούσαν για να είναι ευχάριστοι. Πίστευαν ότι οι πληγές πρέπει να ξεγυμνώνονται για να θεραπευτούν και αυτό δεν ήταν αρεστό σ’ εκείνους που τα κοφτερά λόγια τους ή τα μέτρα που έπαιρναν, έφερναν ταραχή στην ανήθικη ζωή τους. Είχαν ισχυρούς εχθρούς κυρίως όταν ανέβαιναν σε πατριαρχικούς ή επισκοπικούς θρόνους. Η εποχή τους ήταν αποκαλυπτική με έντονες πνευματικές συγκρούσεις και σταθερή θέληση των ίδιων για εδραίωση της Παιδείας, του Χριστιανισμού και της κεφαλής της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού.

Οι Τρεις Ιεράρχες έδωσαν οι ίδιοι πρώτοι το παράδειγμα αυτού που είναι άξιος να ονομάζεται Παιδαγωγός της Νεότητας και Ηγέτης Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Σήκωσαν το Σταυρό του Μαρτυρίου, μέχρι θανάτου, χωρίς συμβιβασμούς, με μόνη ασπίδα τους τα επιστημονικά, πνευματικά τους εφόδια και την πίστη και την αγάπη στο Χριστό και αυτή τη χριστιανική πίστη την επιβάλανε ως τρόπο ζωής της πολιτείας και ως μέτρο του ήθους της και των πράξεών της, αλλά κυρίως με αυτά τα χαρακτηριστικά θελήσανε να εφοδιάσουν τους νέους της εποχής τους και των μετέπειτα αιώνων και το κατόρθωσαν.

Ο μέγιστος Παιδαγωγός Μέγας Βασίλειος, με την ασυμβίβαστη και γενναία απάντησή του στον απεσταλμένο τού αιρετικού αυτοκράτορα Ουάλη, τον αξιωματούχο Μόδεστο, άφησε παρακαταθήκη στους αιώνες μέχρι σήμερα, ότι ο ιεράρχης και ο πνευματικός ηγέτης οφείλει να μη διστάζει να υφίσταται το δικό του θάνατο, όταν επικρέμαται ο θάνατος τής Αλήθειας τόσο της Πίστεως όσο και των παραδοσιακών αξιών. Ο Βασίλειος δεν φοβήθηκε δήμευση της περιουσίας του, αφού την είχε μοιράσει στους φτωχούς, ούτε την εξορία αφού ο άνθρωπος είναι περαστικός από τη γη και όσο για το μαρτύριο, ήταν χαρά γι αυτόν.

Ο άλλος επίσης Παιδαγωγός και ποιητής, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος υπερασπίστηκε την αξιοπρέπεια τη δική του και του πατριαρχικού θεσμού και παραιτήθηκε του θρόνου, δίνοντας το παράδειγμα της αυτοθυσίας και μετριοφροσύνης. Ο Γρηγόριος εγκατέλειπε με μεγάλη ευκολία κάθε φορά τα εγκόσμια αξιώματα και τις τιμές. Και προκειμένου να διδάξει τι είναι η αρετή στην πράξη, έγραφε: εγώ δεν έσκυψα, δε φίλησα χέρια, δεν δωροδόκησα, δεν προσκύνησα κανένα ισχυρό.

Και απευθυνόμενος σε όσους έχουν αξιώματα, αλλά δεν έχουν αρετή και αξία, έλεγε: «Πολλοί έχουν ανάστημα, λίγοι έχουν τη χάρη». Αναφέρεται, ακόμη, στους ανθρώπους εκείνους που ενώ είναι σκληροί προς τους αδύνατους, τους ισχυρούς όμως και τους κρατούντες, τους γλύφουν σα σκύλοι, και χτυπούν τις πόρτες, όχι των σοφών, αλλά των ισχυρών, εξευτελιζόμενοι και γυρεύοντες, αδιάκοπα, κέρδη και αξιώματα, αυτοί είναι οι κόλακες όλων των εποχών. Είπε, επίσης, απευθυνόμενος προς μικρούς και μεγάλους, αν δεν μιλούμε, και ανεχόμαστε το κακό, είμαστε και εμείς συνεργάτες του κακού. Έγραψε ακόμη ότι ο πιστός, ο ειλικρινής άνθρωπος είναι και ο πιο ευκολόπιστος, εύκολο θύμα των επιτήδειων και των απατεώνων. Άλλη επιγραμματική φράση του Γρηγορίου είναι για τους αηδείς εκείνους τύπους όλων των εποχών, τους καιροσκόπους, τους πολιτικούς δημαγωγούς, που κολακεύουν τα πλήθη και τους εκάστοτε ισχυρούς. Είναι αυτοί, λέει, που πηγαίνουν πάντα προς τα εκεί, όπου φυσά ούριος άνεμος κι αλλάζουν χρώματα σαν τον χαμαιλέοντα και σαν το χταπόδι. Και τα γράφει αυτά για να γίνουν βιώματα των νέων ανθρώπων, όπως ο ίδιος τα δίδαξε και στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.

Άλλωστε, και ως ποιητής μάς έχει κληροδοτήσει με τα περίφημα έπη του τη συνείδηση του ευμετάβολου όλων των πραγμάτων της ζωής, είτε πρόκειται για πολιτικούς που ήρθαν με μηχανορραφίες ή μη στα πράγματα, είτε πρόκειται για τη δόξα, τον πλούτο, την εξουσία και τις καταχρήσεις της, όλα, γράφει, είναι μετέωρα, τίποτα σταθερό, όλα κλονίζονται, ένας κύκλος, ένας τροχός περιστρεφόμενος είναι όλα.

Ας ακούσουμε μερικούς στίχους από τον Γρηγόριο για την παρομοίωση της ζωής με τον τροχό, που άλλοτε βρίσκεται στην κορυφή και άλλοτε στον βάραθρο:

Τροχός τις εστίν αστάτως πεπηγμένος

Ο μικρός ούτος και πολύτροπος βίος

Άνω κινείται και περισπάται κάτω

Ουχ ίσταται γαρ καν δοκή πεπηγέναι.

Και ο Χρυσόστομος συμπληρώνει, έτσι είναι και η δόξα και η φορά των πραγμάτων, τίποτα δε μένει στην ίδια θέση, αλλά άλλοτε αυτοί που είναι στα πράγματα, βρίσκονται στην κορυφή και άλλοτε εξαφανίζονται. Έτσι συμβαίνει, λέει ο Χρυσόστομος και για τον πλούτο και για την απόλυτη και δεσποτική εξουσία, τη δυναστεία, όπως την αναφέρει, και γράφει ότι και τα δύο αυτά, ο πλούτος και η εξουσία δηλαδή, και πολλά άλλα μιμούνται τα ρεύματα των ποταμών που δεν στέκουν πουθενά. Επομένως, οι νέοι αλλά και οι μεγάλοι συμπεραίνουν ότι η ελπίδα δεν πρέπει να χάνεται ποτέ, αφού από τη μια στιγμή στην άλλη όλα αλλάζουν και αυτό που πάνω απ’ όλα με βεβαιότητα αλλάζει είναι η απόλυτη και τυραννική εξουσία αυτών που βρίσκονται στα πράγματα, δηλαδή η των πραγμάτων δυναστεία, όπως σημειώνει, και προσθέτει ότι αυτούς, μετά την πτώση τους, δεν τους θυμάται κανείς πλέον ούτε πριν ούτε μετά το θάνατό τους.

Και στην περίπτωση του Χρυσοστόμου, τον Αρκάδιο και την Ευδοξία, τους τότε κατόχους αυτοκρατορικού θρόνου και της απόλυτης εξουσίας, τους διώκτες του, δεν τους θυμάται κανείς, ενώ τον Ιωάννη τον τιμά η Παγκόσμια Οικουμένη, όπως τιμά και τον Μέγα Αλέξανδρο, αυτόν που εκτός από το εκπολιτιστικό έργο του, διάδοσε και την ελληνική γλώσσα στην Οικουμένη, στην οποία σπούδασαν όλες σχεδόν τις τότε επιστήμες οι Τρεις Ιεράρχες.

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος κάνει ευρύτατο λόγο για τον Μέγα Αλέξανδρο στο έργο του, το ερμηνευτικό της Αγίας Γραφής. Στην προς Θεσσαλονικείς Ομιλία γράφει: «Αυτά που έκαμε ο βασιλεύς των Μακεδόνων υπερβαίνουν κάθε νου, αφού ξεκίνησε από μια μικρή πόλη και κυρίευσε την Οικουμένη. Τόσο πολύ υπερήφανος και μεγαλόψυχος ήταν και παντού εξυμνείτο». Αυτά τα αποσπάσματα είναι ελάχιστα από όσα γράφει ο Χρυσόστομος για τον Μέγα Αλέξανδρο.

Και οι Τρεις Ιεράρχες είχαν συνδυάσει την κλασική μόρφωση με τον Χριστιανισμό και αυτήν δίδασκαν στους μαθητές τους, φροντίζοντας και για την εδραίωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας και για την πνευματική και ηθική ανασυγκρότηση και ανάταση της κοινωνίας και της παιδείας. Η πλούσια και καθαρή πηγή της ελληνικής σοφίας καλλιέργησε το παιδαγωγικό κοινωνικό και ηθικό έργο των Πατέρων Ιεραρχών και έγινε και γλωσσικά και, εν μέρει εννοιολογικά, η βάση τής εις Χριστόν παιδαγώγησης και καθοδήγησης παιδιών και γονέων.

Άντλησαν και οι Τρεις Ιεράρχες, αλλά κυρίως ο Μέγας Βασίλειος, σε όλα σχεδόν τα έργα του και όχι μόνο στο «Προς τους νέους όπως αν εξ Ελληνικών ωφελοίντο λόγων», αλλά και στο «Πρόσεχε σεαυτώ» το «Περί νηστείας» κ.α., από τις παιδαγωγικές, ηθικές και πολιτικοκοινωνικές πηγές επιλεγμένων Ελλήνων συγγραφέων, όπως από το «Περί παίδων αγωγής» του Πλουτάρχου, τα Ομηρικά Έπη, τους Πλατωνικούς Διαλόγους, τα Πολιτικά και Ηθικά του Αριστοτέλη, τα Χρυσά Έπη του Πυθαγόρα, τα Γνωμικά του Σόλωνα, τους Μύθους του Αισώπου, τα έργα του Δημόκριτου του Αβδηρίτη, σύγχρονου του Σωκράτη, του Ηράκλειτου, φιλοσόφου από την Έφεσο και πολλών άλλων. Αυτοί οι συγγραφείς μέσα από τους Ιερούς Πατέρες περάσανε στη διδακτέα ύλη των Βυζαντινών και σε όλη την Τουρκοκρατία.

Η φροντίδα των Τριών Ιεραρχών άγρυπνη, για όλα τα θέματα και τα οικονομικοκοινωνικά, αλλά και τα πνευματικά, στηλιτεύοντας ιερωμένους και λαϊκούς αξιωματούχους και εκπαιδευτικούς που δίδασκαν απρεπείς ψευδολογίες. Χτυπούσαν κυρίως τις αιρέσεις γιατί, όπως έλεγαν, αυτές με ύπουλο τρόπο προσηλυτίζουν και ρυπαίνουν κυρίως την ψυχή των μαθητών.

Οι Τρεις Ιεράρχες δεν γράφουν απλά παιδαγωγικά έργα. Τα βιώνουν οι ίδιοι στη ζωή τους και αποτελούν έτσι ζωντανό παράδειγμα παιδαγωγού των νέων που κύριος στόχος στην παιδαγωγική τους είναι η αγωγή της ψυχής και η ηθική και ενάρετη συγκρότηση του νέου. Προϋπόθεση όμως αυτών είναι η χάρις του Αγίου Πνεύματος να οπλίζει τους δασκάλους και τους επόπτες της εκπαιδευτικής πολιτικής. Γνωρίζουν οι μεγάλοι Πατέρες ότι η παιδεία είναι επίπονη αλλά και σωτηρία για τους νέους και οι διδάσκαλοί είναι θεραπευτές της ψυχής και οφείλουν χωρίς κολακείες να ελέγχουν κάθε νεανική παρεκτροπή. Η ψυχή του νέου πρέπει να διδαχθεί τη θεία αλήθεια και να αποτρέπει τις πονηρές συνήθειες με την απόκτηση της αρετής. Προτρέπονται οι νέοι να ασχολούνται λιγότερο με το σώμα γιατί είναι θνητό και παρέρχεται και να φροντίζουν την ψυχή που είναι αθάνατη.

Γράφει ο Μέγας Βασίλειος «άκουε της Γενέσεως», ότι ο Θεός άρσεν και θήλυ εποίησεν. Και εις το πρόσεχε σεαυτώ, τονίζει πως η έξοχος κατασκευή του σώματος είναι κάτι το θαυμαστό, όσο περισσότερο το μελετά κανείς, τόσο περισσότερο οδηγείται στο να θαυμάσει τη θεία σοφία του Δημιουργού του. Η ορθή σωματογνωσία οδηγεί στην θεογνωσία. Το σώμα είναι συνεργός της ψυχής κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής. Μέσα από το σώμα ενεργεί η ψυχή για την ομοίωση προς τον Δημιουργό.

Αυτά, μεταξύ άλλων, δίδασκαν οι Τρεις Μέγιστοι Ιεράρχες τους νέους και όχι τα αισχρά και αντιχριστιανικά τερατουργήματα της «ταυτότητας φύλου» και διάφορα εκφυλιστικά της νέας γενεάς. Αντίθετα, κατά τον Μ. Βασίλειο, ο Θεός κατέστησε πραγματικά και κυριολεκτικά το ανθρώπινο σώμα «θεοφόρο». Ο Μ. Βασίλειος, εξάλλου, ως διαπρεπής παιδαγωγός, στο δοκίμιό του, όπου δίνει πολύτιμες συμβουλές πώς να ωφεληθούν οι νέοι από τους αρχαίους συγγραφείς, μεταξύ των άλλων γράφει να μην εγκαταλείπουν σε κανέναν οι νέοι το πηδάλιο του νου τους, αλλά να δέχονται μόνο ό,τι είναι ωφέλιμο και ωφέλιμο δεν είναι ούτε η λαμπρή καταγωγή, ούτε η σωματική δύναμη, ούτε η ομορφιά, ούτε η κορμοστασιά, ούτε οι τιμές και οι δόξες του κόσμου, ούτε και το αξίωμα του βασιλιά, τίποτα απ’ αυτά δεν θεωρούμε εμείς οι Χριστιανοί, παιδιά μου, μεγάλο και αυτούς που τα κατέχουν δεν τους δίνουμε και ιδιαίτερη προσοχή. Να κλείνουμε τ’ αυτιά μας, συνεχίζει ο Μ. Βασίλειος στα λόγια ανήθικων ανθρώπων, γιατί η συνήθεια μπορεί να μας φέρει σε ανήθικες πράξεις, γι αυτό πρέπει να προφυλάξουμε την ψυχή μας, μήπως παραπλανηθεί από έννοιες ανήθικες και μαζί με το μέλι χωρίς να το καταλάβουμε φάμε και δηλητήριο. Να απορρίπτουμε τα ψέματα και να παίρνουμε μόνο όσα είναι σχετικά με την αλήθεια. Το μόνο αναφαίρετο αγαθό είναι η αρετή, η εγκράτεια, η δικαιοσύνη, η αγάπη. Επίσης, συμβουλεύει τους νέους να αποφεύγουν την άσεμνη μουσική και επισημαίνει ότι ο νους που απομακρύνεται από το Θεό ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης. Τέλος συνιστά «Να μαζέψεις παιδί μου, προμήθειες για τα γηρατειά σου». Το έργο αυτό για τους νέους χρησίμευε ως κανόνας στην εποχή του και στους μετέπειτα αιώνες.

Ο Μ. Βασίλειος σημάδεψε την εποχή του και με το φιλανθρωπικό του έργο, την «Βασιλειάδα», τη νέα πόλη που ίδρυσε κοντά στην Καισάρεια με τεράστιο Πτωχοκομείο, νοσοκομείο, γηροκομείο, καταδικάζοντας παράλληλα τον άδικο πλουτισμό και τις φτωχοποιήσεις των ανθρώπων με τις βαριές και άνισες φορολογίες. Υπερασπίζεται δημόσια τα δικαιώματα των ταπεινών και αδικημένων ανθρώπων. Και όταν ο Μόδεστος του είπε ότι κανείς δεν του μίλησε με τέτοιο τρόπο, ο Βασίλειος του είπε: «Ίσως δεν έτυχε να συναντήσεις Επίσκοπο», και συνέχισε: «Εμείς δεν σηκώνουμε τα μάτια με αυθάδεια σε άνθρωπο με τόσο μεγάλη εξουσία, όπως η δική σου. Όταν όμως πρόκειται για το Θεό και όταν κινδυνεύει, η Πίστη προς Αυτόν, τότε όλα τα περιφρονούμε και μόνον Αυτόν λογαριάζουμε. Χρησιμοποίησε την εξουσία σου, εμένα δεν πρόκειται να με υποτάξεις έστω και αν με φοβερίσεις με ακόμα τρομερώτερα πράγματα».

Και οι Τρεις Ιεράρχες είχαν μεταβάλει τον Άμβωνα σε βήμα του δήμου, όπως γράφει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ένα ατρόμητο, χωρίς δημαγωγίες βήμα, για την εκπαίδευση των νέων και την υπεράσπιση του λαού. Και οι τρεις Πατέρες, αντιστάθηκαν στις πιέσεις της εξουσίας, δεν είχαν δουλοπρεπή φρονήματα, γράφει ο Ρωμανίδης, όπως αυτοί που έχουν την πεποίθηση ηγέτη εντός του ελληνικού χώρου και κάνουν το λιοντάρι με τη βοήθεια των ξένων, αλλά ωστόσο είναι φρόνιμα ποντικάκια στους ξένους αυτοί οι δήθεν ιδεολογικά αδέσμευτοι, πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες. Ο Ρωμανίδης τα λέει αυτά και συνεχίζει: Η ξενομανία τους υπέρτατη δουλοπρέπεια στ’ αφεντικά. Οι Τρείς Ιεράρχες δεν είχαν κίβδηλη αυτοπεποίθηση, ιταμότητα και εγωισμούς και επειδή η διδασκαλία των Πατέρων κλονίζει την πολιτική μικρόνοια, γι αυτό, οι μικρόνοες ηγέτες απαγορεύουν τις θρησκευτικές εορτές προς τιμήν τους στα σχολεία, όπως ακόμη και την προσευχή και τον εκκλησιασμό, όπως και τα θρησκευτικά.

Οι Τρεις Ιεράρχες δεν θέλησαν να λάβουν τιμητικές διακρίσεις, αξιώματα και βραβεία από τη συγκατάβαση των μεγάλων και ισχυρών της κρατικής και πνευματικής εξουσίας. Τις τιμητικές διακρίσεις και τα βραβεία για το έργο τους τα εναποθέσανε στη θέληση του Θεανθρώπου. Δεν επινόησαν να γράψουν νόμους αντιρατσιστικούς, γιατί αυτοί καλλιέργησαν την αγάπη στο συνάνθρωπο, ακολουθώντας την ευαγγελική ρήση «Αγάπα τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου», ανατρέποντας έτσι την παλαιά προτροπή του ‘Οφθαλμόν αντί οφθαλμού’.

  • Τα κύρια χαρακτηριστικά τους ήταν ότι ψηφίσανε νόμους και διδάξανε την αποτροπή και την περιφρόνηση των θεοκτόνων αργυρίων, και ελέγξανε τον παράνομα πλούσιο, τον άπληστο φιλάργυρο και τον σκληροτράχηλο, αδιάφορο για τη δυστυχία και τη φτώχεια των ανθρώπων.
  • Στηλιτεύσανε την ματαιόδοξη επίδειξη των ισχυρών και κρατούντων και καυτηριάσανε με σκληρούς χαρακτηρισμούς τις ασέλγειες, τις άσεμνες διασκεδάσεις και ψυχαγωγίες και τις ανήθικες συμπεριφορές.
  • Καταστήσανε υπεύθυνους τους γονείς για την ανατροφή των παιδιών, χαρακτηρίζοντας τούς ανεύθυνους των καθηκόντων τους «παιδοκτόνους». Κατά τον Χρυσόστομο, το γνώρισμα της μητέρας είναι η ανατροφή των παιδιών. Οι Μητέρες των Τριών Ιεραρχών διαδραματίσανε σημαντικό ρόλο και στο χαρακτήρα τους και στην πνευματική τους ζωή. Τη δύναμη της πίστης τους την είχαν κληροδοτήσει στα παιδιά τους. Η Εμμέλεια, η μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου, η Ανθούσα, του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, η Νόνα, του Γρηγορίου του Θεολόγου. Σπουδαίο ρόλο στη ζωή του Μεγάλου Βασιλείου έπαιξε και η γιαγιά του η Μακρίνα. Στις ευσεβείς μητέρες τους οφείλουν το μεγαλείο τους οι Τρεις Ιεράρχες.
  • Κατακεραυνώσανε τους ιερωμένους κάθε ιεραρχίας, επίορκους των ιερών καθηκόντων τους.
  • Στιγματίσανε τους κόλακες υποκριτές και Φαρισαίους τους καλύπτοντες με ρητορείες και περίτεχνους λόγους τα τερατώδη τους ψέματα, τις απάτες τους και την αισχρή διαγωγή τους.
  • Αποκαλύψανε τους χυδαίους και άθεους καθοδηγητές της νεότητας και τους έριξαν στη χλεύη των ενάρετων και των ευσεβών.
  • Έγραψαν πλήθος λόγους και επιστολές για να επιβάλουν το σεβασμό στην αξιοπρέπεια των ανθρώπων σε όποια κοινωνική θέση και αν ανήκουν. Αναγνώριζαν ισότιμα την αξία όλων των ανθρώπων και δεν ξεχώριζαν πνευματικά ή πολιτικά αφεντικά.
  • Δεν περιφρόνησαν ποτέ τους φτωχούς, ενώ διαπόμπευσαν αυτούς που άρμεγαν τον κρατικό πλούτο που με τη σειρά τους άρμεγαν το λαό, διψούσαν για λεφτά, ξεπουλώντας την ατομική του ανεξαρτησία.
  • Βρισκόντουσαν συχνά σε αντιδικία με τις εξουσίες πολιτικές, πνευματικές, αλλά ενίοτε και με τις εκκλησιαστικές.
  • Ήταν εχθροί αυτών που χαντακώνουν αξίες, ανεβάζουν μηδαμινότητες, προβάλουν ημετέρους, τους λεγόμενους «δικούς μας» και όλα τα μαγειρεύουν όπως αυτοί θέλουν.
  • Όσοι δεν προσκύνησαν, δεν συμβιβάστηκαν όπως ο Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος, καρατομήθηκαν.
  • Δεν είχαν ατομικές φιλοδοξίες
  • Δεν τραγάνισαν το δημόσιο χρήμα, αλλά πρόσφεραν όλη τους την περιουσία για τους φτωχούς και έγιναν πρωτοπόροι ευεργέτες του λαού.
  • Δεν εκτελούσαν εντολές εξουσιαστών αλλά μόνο τις θεϊκές.

Συνιστούν και οι Τρεις Πατέρες στον πολιτειακό νομοθέτη να μην εκδίδει νόμους αντίθετους προς τους ιερούς κανόνες, αλλά να μετατρέπει τους θείους νόμους σε νόμους της Πολιτείας. Οι Πατέρες αξιολογούσαν τους νόμους και τους νομοθέτες με βάση τα γραμμένα στη θεία Γραφή και στις άγιες Συνόδους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπήρξε ποτέ Εκκλησία του νόμου, αλλά της Αναστάσεως. Δεν έζησε ποτέ από τα δικαιώματά της, αλλά από τα θαύματά της, όπως γράφει ο άλλος καρατομημένος και αυτός για τους ίδιους λόγους με τους Πατέρες, ο Μακαριστός Χριστόδουλος, στον Λόγο του τον Επιβατήριο του Αρχιεπισκοπικού θρόνου.

Κλείνοντας, και επειδή τα μηνύματα που έπρεπε να στέλνουν οι Υπουργοί Παιδείας στις θρησκευτικές ή εθνικές επετείους στα σχολεία δεν φθάσανε ποτέ και αντ’ αυτών φθάνουν τερατόμορφες εγκύκλιοι που προξενούν ολοκαυτώματα όλων των Ορθοδόξων αξιών, επιλέγω να παραθέσω αποσπάσματα από δύο κείμενα σημερινού Έλληνα Υπουργού Παιδείας και αυτού, για να συγκρίνουμε τα ανόμοια μεγέθη και τέλος θα αναφέρω δυο-τρεις σκέψεις ακαδημαϊκών δασκάλων για την εορτή των Τριών Ιεραρχών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ας ακούσουμε πρώτα ένα μικρό απόσπασμα από το

 

ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΓΙΑ ΤΗ  ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

 

Δεκέμβριος 2017

Αγαπημένες μου μαθήτριες, αγαπημένοι μου μαθητές, φίλες και φίλοι εκπαιδευτικοί,

Σε λίγες μέρες, η χριστιανοσύνη γιορτάζει τη Γέννηση του Χριστού. Σε κάθε στολισμένο δέντρο, σε κάθε οικογενειακή σύναξη, σε κάθε παιδικό χαμόγελο, καθρεφτίζεται το μήνυμα της αγάπης, της ειρήνης, της ελπίδας, που εκπέμπουν τα Χριστούγεννα.

Από την πρώτη στιγμή της παρουσίας του στη γη ως την τελευταία, ο Χριστός βίωσε δοκιμασίες. Τις αντιμετώπισε όμως με υπομονή, ταπεινότητα και προπαντός με αγάπη και συγχώρεση, δείχνοντάς μας τον τρόπο για να αντιμετωπίζουμε τις δικές μας δοκιμασίες και να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι…

Ο ίδιος Υπουργός στην εκδήλωση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου για την ημέρα των Γραμμάτων, δηλαδή των Τριών Ιεραρχών, είπε:

 

Αγαπητοί εκπαιδευτικοί και μαθητές,

Με ξεχωριστή χαρά παρευρίσκομαι στην αποψινή εκδήλωση, με την οποία τιμάται η Γιορτή των Γραμμάτων και η μνήμη των Τριών Ιεραρχών, διδασκάλων της ελληνοχριστιανικής παιδείας και θεμελιωτών της παιδαγωγικής επιστήμης. Οι τρείς Μέγιστοι Φωστήρες της Εκκλησίας γιορτάζονται και μνημονεύονται από όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσής μας, γιατί με το παράδειγμά τους προβάλλουν εμφαντικά την παιδεία ως πολύτιμο αγαθό και διδάσκουν τις ανθρωπιστικές αξίες. Με τη ζωή και το έργο τους, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναδεικνύουν το νόημα της γνώσης, της πνευματικής καλλιέργειας και της αρετής. Με την επιστημονική τους συγκρότηση, τον άρτιο λόγο και τον παραδειγματικό τους βίο προβάλλουν μέχρι σήμερα διαχρονικά διδάγματα, τα οποία πηγάζουν από την κλασσική παιδεία και την ορθόδοξη χριστιανική πίστη και αγωγή. Οι μεγάλες μορφές των Τριών Ιεραρχών θεμελιώνουν παιδαγωγικά αξιώματα, που οι ανάγκες και οι ιδιαιτερότητες της εποχής μάς υποχρεώνουν να εφαρμόζουμε καθημερινά στη διδακτική πράξη και όχι μόνο.

Η παιδεία, λέει χαρακτηριστικά ο Μέγας Βασίλειος, πρέπει να εξυπηρετεί τον προορισμό του ανθρώπου. Ο δάσκαλος είναι ποιμένας, κατευθύνει, οδηγεί, μεταδίδει ζωή και όχι μόνο γνώσεις. Η παιδεία μας δεν είναι «ξερή πολυμάθεια», αλλά «ανατροφή με ευλάβεια και μετάληψη αγιότητας». Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι ο δάσκαλος πρέπει να διαθέτει ηρεμία και απέραντο σεβασμό για την προσωπικότητα του παιδιού.

Ή να μην διδάσκεις ή να διδάσκεις με το παράδειγμά σου, τονίζει, διαφορετικά ό,τι κτίζεις με το δεξί, το γκρεμίζεις με το αριστερό.

Αγαπητοί εκπαιδευτικοί και μαθητές,

Τα οράματα και η σκέψη των Τριών Ιεραρχών ας κατευθύνουν όλους όσοι υπηρετούν την παιδεία και αγωνίζονται για τα παιδιά.

Η αριστεία και η πρόοδος των μαθητών που βραβεύονται απόψε είναι αποτέλεσμα επίπονης προσπάθειας και συνέπειας, για αυτό και τα παιδιά αξίζουν τα συγχαρητήριά μας. Οι δικές σας διακρίσεις και επιτυχίες επιβραβεύουν, επίσης, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς σας και τους ικανοποιούν ηθικά. Συνεχίστε να εργάζεστε με επιμέλεια, θέτοντας υψηλούς και ευγενικούς στόχους. Η προσπάθεια για την κατάκτηση της γνώσης και το ήθος που σας διακρίνει αποτελούν και δικές μας επιδιώξεις και προσδοκίες για όλα τα παιδιά του τόπου μας.

Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού,

 

Αυτά, λοιπόν, από τον Υπουργό Παιδείας Κύπρου. Αποφεύγω τις συγκρίσεις γιατί προκαλούν θλίψη και οργή.

Και τώρα δύο λόγια από τον εορτασμό των Τριών Ιεραρχών στο Καποδιστριακό.

Από το 1842, το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει καθιερώσει ως εορτή της Παιδείας τον επίσημο εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, δικαιώνοντας και τον Καποδίστρια που είπε:

«Εμείς δεν είμαστε οι Ιακωβίνοι της Ευρώπης. Δεν είμαστε όργανα των Ευρωπαϊκών Εταιρειών. Πρώτο και σπουδαιότατο των καθηκόντων της Ελληνικής Κυβερνήσεως θεωρώ την θρησκευτικήν αγωγήν του Έθνους. Τα σχολεία δεν είναι απλώς τόποι προσκτήσεως γνώσεων, αλλά κυρίως φροντιστήρια ηθικής, χριστιανικής και εθνικής αγωγής».

Όλοι σχεδόν οι Πανεπιστημιακοί εισηγητές στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, Πρυτάνεις, Καθηγητές, ομόφωνα διακηρύσσουν ότι ο Εκκλησιασμός και ο Εορτασμός, αντίστοιχα, που τελούν συνεχώς επί χρόνια στο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα δεν είναι απλά συμμόρφωση προς σχετική διάταξη του Πανεπιστημιακού οργανισμού, αλλά πρωτίστως εκπλήρωση επιστημονικής οφειλής προς τους τρεις εκείνους μεγάλους Έλληνες Ιεράρχες, επειδή θεμελίωσαν ολοκληρωμένη ανθρωπιστική παιδεία και μόρφωση με την επιτυχή σύνδεση του ελληνικού πνεύματος με τη διδασκαλία του ενανθρωπίσαντος Θεού της Αγάπης. Και γι αυτό, εξηγούν, ότι κάνουν και θρησκευτικό εορτασμό και επίσημη τελετή αποδίδοντας τον οφειλόμενο πνευματικό φόρο τιμής προς τους τρεις σοφώτατους διδασκάλους του Θείου Λόγου και Πατέρες της Εκκλησίας.

Υπογραμμίζουν στους λόγους τους οι Πανεπιστημιακοί Καθηγητές, ότι η εορτή των τριών Ιεραρχών και της ελληνοχριστιανικής παιδείας με τις ιερές μορφές τους είναι έξοχο υπόδειγμα της πνευματικότητας προς την οποία πρέπει να κατατείνουν όχι μόνο τα έργα, αλλά και ο τρόπος ζωής όλων των λειτουργών της παιδείας. Γράφουν οι ίδιοι στους επίσημους λόγους τους, ότι οι Τρεις Ιεράρχες είναι οι πρώτοι που βίωσαν και ενσάρκωσαν και έκαναν καθαρή προβολή των αληθειών του Ευαγγελίου και ορθή ερμηνεία της Αγίας Γραφής και ότι γι αυτό η αίγλη τους είναι παγκόσμια. Και ένας από τους Ακαδημαϊκούς στην επέτειο του εορτασμού υπογράμμισε ότι, ενώ οι Τρεις Ιεράρχες έθεσαν την Αγία Γραφή θεμέλιο της πνευματικής διαπαιδαγώγησης και της ανάπτυξης της κοινωνίας και του πολιτισμού, εμείς πρέπει να θλιβόμαστε γιατί διαγράψαμε τη διδασκαλία των Πατέρων τούτων από τα προγράμματα της εθνικής μας παιδείας, της ελληνοχριστιανικής, αντί να ευγνωμονούμε τους φωστήρες της Οικουμένης που αποκρυπτογράφησαν τα μηνύματα του Θεού μέσα από την Αγία Γραφή.

Αυτοί οι Καθηγητές, λοιπόν, τιμούν και δοξάζουν τη μνήμη των θεοδόξαστων Ιεραρχών και μεγάλων Οικουμενικών διδασκάλων, κάτω από τη σκέψη των οποίων έθεσε την Παιδεία του το Ελληνικό Γένος η οποία, σήμερα, δυστυχώς ακυρώνεται ολοκληρωτικά με τα κατάπτυστα διδακτικά βιβλία. Εύστοχα παρατήρησε ο εθνικός μας ιστορικός Παπαρρηγόπουλος ότι: «Το όνομα της Ελλάδας χωρίς το Χριστιανισμό δεν θα υπήρχε ίσως σήμερα παρά μόνον στις βιβλιοθήκες και σε κάποιων σοφών τις αναμνήσεις».

Ο άξιος εκκλησιαστικός ηγέτης Αυγουστίνος Καντιώτης, άγρυπνος πάντα, ρωτούσε τους γονείς:

«- Τι διαβάζει το παιδί σου;

-Πέστε μου τι βιβλία διαβάζουν τα παιδιά σας και θα σας πω με ακρίβεια τι θα γίνουν. Όπου έγκλημα παιδικό, όπου παιδί ακολασταίνει, ζητήστε το βιβλίο, ζητήστε τα βιβλία της διαφθοράς.

-Θα σας τα πω έξω απ’ τα δόντια. Πετάξτε από τα χέρια σας  τα βιβλία της αθεΐας και απιστίας.

Ο άλλος, άξιος Αρχιεπίσκοπος από Αδριανούπολη και Ξάνθη, που δεν δίστασε να συγκρουσθεί με την πολιτική εξουσία  για θέματα εθνικά και Πίστεως, και που συμπληρώθηκαν προ ημερών 10 χρόνια από την κοίμησή του,  στις 28 Ιανουαρίου 2008, του οποίου οι αγώνες και κυρίως ο ανένδοτος για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ελληνικές ταυτότητες τον οδήγησαν στον ύποπτο και αιφνίδιο θάνατο, ο Χριστόδουλος, είχε πει ότι «προσταχθήκαμε από νέο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες» και στο τελευταίο του δημόσιο μήνυμα, με την ευκαιρία της Πρωτοχρονιάς του 2008, νιώθοντας το τέλος του, αφήνει την παρακαταθήκη του με τα εξής λόγια:

«Σταθήτε όλοι όρθιοι στις επάλξεις σας και μη ξεπουλήσετε τα πρωτοτόκια σας. Διδάξτε στα παιδιά σας την αλήθεια όπως την εβίωσαν οι αείμνηστοι πατέρες μας. Ο λαός μας ξέρει να υπερασπίζεται  τα ιερά και τα όσιά του. Το έχει κατ’ επανάληψιν αποδείξει. Και θα το αποδείξει και πάλι. Αντίσταση και Ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό,τι έχουμε χάσει, για να υπερασπιστούμε ό,τι κινδυνεύει».

Τέλος, αφού αναφερθήκαμε στους Καππαδόκες Ιεράρχες, ας μνημονεύσουμε σήμερα μαζί με αυτούς και έναν  άλλον ισάξιο Ιεράρχη  από τα Φάρασα της αγιοτόκου Καππαδοκίας και αυτός, και είναι ό άγιος γέροντας Παΐσιος που είπε:

«Οι Τούρκοι τα κόλλυβά τους τάχουν στο ζωνάρι τους»

(δηλαδή πλησιάζει το τέλος τους).

Και για την πολιτική ηγεσία έγραψε:

«Αν ο Θεός  άφηνε την τύχη του Έθνους στους πολιτικούς θα καταστρεφόμασταν. Αλλά αφήνει λίγο τα πράγματα, για να φανούν οι διαθέσεις  του καθενός».

Και για τους πολιτικούς που έκαναν κακό στο Έθνος έλεγε:

«Με αναπαυμένη συνείδηση παρακαλώ το Θεό να τους δίνει

μετάνοια, και αμέσως μετά να τους παίρνει, για να μην κάνουν μεγαλύτερο κακό».

Και τέλος δίνει και μια επίκαιρη και χρήσιμη συμβουλή:

«Να μη γίνει Χριστιανικό κόμμα, αλλά να γίνει κόμμα με Χριστιανούς».

Μετά από αυτά ας κλείσουμε, πριν περάσω στο Σκοπιανό,  με την συνήθη Δοξολογία του Χρυσοστόμου:

«Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν των καλών και των κακών».

 

 

Σε ό,τι αφορά, τώρα, το Σκοπιανό θέμα, ο Πόντιος και μάλλον από τα Γιαννιτσά, Χρήστος Καρυπίδης, Πρόεδρος του Μακεδονικού Συλλόγου Σουηδίας, «Αριστοτέλης», έγραφε, στο περιοδικό «Μακεδονία», τεύχος 8, 1995, του οποίου ήταν αρχισυντάκτης τα ακόλουθα με τίτλο:

«Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΕΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΕΤΑΙ

            Στις μέρες μας γινόμαστε μάρτυρες ενός αισχρού πολιτικού παιχνιδιού, κατάλοιπο της Τιτοϊκής επεκτατικής πολιτικής, όπου μια μερίδα ατόμων της Νοτίου Σερβίας, στην πλειοψηφία τους Σλαβικής καταγωγής, ισχυρίζονται, ότι είναι απόγονοι των Αρχαίων Μακεδόνων και απαιτούν από την Διεθνή κοινή γνώμη, αλλά ακόμη και από την Ελλάδα, να αναγνωρισθούν σαν Μακεδονικό Έθνος και να ονομάζονται Μακεδόνες. Απαίτηση, που σημαίνει στην ουσία, ότι ζητείται από την Ελλάδα, και τους απανταχού Έλληνες, να διαπραγματευτούν την ιστορία και τον πολιτισμό τους, δηλαδή την ταυτότητα και την ύπαρξή τους. Έθνος που διαπραγματεύεται την ιστορία και τον πολιτισμό του, είναι καταδικασμένο να σβήσει…  Τα αδιάψευστα στοιχεία της Ελληνικότητας της Μακεδονίας δεν τα αμφισβητούν ούτε και οι πιο δυναμικοί υποστηρικτές των Σκοπιανών, όπως ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ στη Σουηδία, ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των Σκοπιανών που, ωστόσο, γράφει:    

            ‘ Δεν υπάρχει κανείς ούτε ακόμα και στα Σκόπια που να αμφισβητεί το ιστορικό δικαίωμα της Ελλάδας στο όνομα Μακεδονία. Η Αρχαία Μακεδονία, με τους μεγάλους βασιλείς, Φίλιππο Β΄ και τον γιο του Αλέξανδρο, είχε μεγάλες διασυνδέσεις με τη νότιο Ελλάδα, ενώθηκε μαζί της, και διέδωσε τον Ελληνικό πολιτισμό και γλώσσα σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Ο ήλιος της Βεργίνας, που οι Σκοπιανοί διάλεξαν σαν σύμβολο στη σημαία τους, είναι πράξη ντροπιαστική. Η πράξη αυτή είναι καθαρή πρόκληση εναντίον της Ελλάδας και του δικαιώματός της στην Αρχαία Μακεδονική κληρονομιά. Η πράξη αυτή πρέπει να καταδικασθεί από όλους τους Διεθνείς οργανισμούς. Η κυβέρνηση των Σκοπίων πρέπει να προσέξει και να μη πράττει αυτού του είδους τα σφάλματα».             

 

31 Ιανουαρίου 2018, Γιαννιτσά

Διοργάνωση:

Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία ‘’Φίλιππος’’,

Δήμος Πέλλας,

Ένωση Γονέων-Κηδεμόνων Ν. Πέλλας

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου