
Η λέξη παιδεία δηλώνει τη μόρφωση, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τον ανθρωπισμό και ακόμη τη γενική μόρφωση, ήτοι την καλλιέργεια του πνεύματος μέσα στα πλαίσια των αντιλήψεων που κυριαρχούν στην πνευματική, την ηθική, τη θρησκευτική και την πολιτική ζωή κάθε κοινωνικού συνόλου και εποχής. Σκοπός της είναι η προαγωγή του ατόμου σε ολοκληρωμένη προσωπικότητα σύμφωνα με το σύστημα αξιών που είναι αποδεκτό από αιώνες. Βέβαια η παιδεία μπορεί ακόμη να δηλώνει εκείνες τις μαθησιακές – μορφωτικές αγωγές που αποβλέπουν στην κάλυψη βιοτικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου. Όμως, γενικά κύριο μέλημά της είναι η διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων με ατομικότητα και κοινωνικότητα, ικανών να προάγουν τον πολιτισμό και τον ανθρωπισμό μέσα στην κοινωνία που ζουν.
Από αυτής της απόψεως η παιδεία ως καθαρά πνευματική διαδικασία θα πρέπει να πραγματοποιείται υπό όρους που να εξασφαλίζουν την ελεύθερη πραγμάτωσή της. Δεν πρέπει και δεν μπορεί να γίνεται έτσι που να εξυπηρετεί τις εκάστοτε πολιτικές επιδιώξεις, ούτε βέβαια εκείνες τις κοινωνικές και πολιτιστικές αξίες, οι οποίες στην εποχή μας αλλάζουν ταχέως λόγω της τεχνικοεπιστημονικής προόδου διαφόρων πολιτικών σκοπιμοτήτων και της διεθνούς οικονομικής αλληλεξάρτησης.
Η παιδεία θα πρέπει να αποβλέπει στην διαμόρφωση ατόμων υψηλού πνευματικού και κοινωνικού επιπέδου, ικανών να αντιμετωπίζουν με ορθολογισμό τα εκάστοτε παρουσιαζόμενα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και μορφωτικά προβλήματα, με γνώμονα το συμφέρον της χώρας και όχι απλά να είναι ικανά για την αντιγραφή ξένων προτύπων και ιδεών. Αυτό σημαίνει ότι η παρεχόμενη παιδεία θα πρέπει να οξύνει τον νουν και να αναπτύσσει την κρίση. Θα πρέπει να μην είναι δέσμια του επιστημονισμού της εποχής μας και των νεωτεριστικών θεωριών και να μπορεί να τραβήξει την δική της ‘εγχώρια’ πορεία (Τσολάκης, 1999) μακριά από πρόσκαιρες σκοπιμότητες και ανεξέλεγκτες νεωτερίζουσες κατευθύνσεις. Δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί τον εκπαιδευόμενο ως πειραματόζωο του επιστημονισμού και των κοινωνικών πειραμάτων που διέπουν την εποχή μας, αλλά να έχει προσανατολισμό και ουσία συγκεκριμένη με βάση την εγχώρια παράδοση.
Η παιδεία, όπως είναι γνωστό, εξαρτάται από δύο παράγοντες, τον άνθρωπο και το κοινωνικοπολιτιστικό και οικολογικό περιβάλλον του. Η φύση του ανθρώπου δεν παρουσιάζει μεγάλες μεταβολές με τον χρόνο. Παραμένει βασικά αναλλοίωτη. Εκείνο όμως που αλλάζει είναι το κοινωνικοπολιτιστικό και οικολογικό περιβάλλον του. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες οι αλλαγές αυτές ήταν μεγάλες, πολλές φορές απρόβλεπτες και σημαντικές με θετικές και αρνητικές επιπτώσεις στην ζωή μας. Δυστυχώς οι τελευταίες ήταν μεγαλύτερες και σημαντικότερες από τις πρώτες. Μας έφεραν πίσω αρκετές δεκαετίες και οφείλονται κυρίως στις κοινωνικές και πολιτικές μεταδομίσεις που υφιστάμεθα συνεχώς, καθώς και στην περιρρέουσα τάση για αντιγραφή και μίμηση ξενόφερτων απόψεων και αξιών. Παραδοσιακές αξίες που πάνω τους στηρίχτηκαν παλαιότερες κοινωνίες κατέρρευσαν ή θεωρούνται πλέον γραφικές (Σφυρίδης, 2012). Η εκπαίδευση όμως είναι από την φύση της συντηρητική, εξελίσσεται αργά και απαιτεί προσοχή και φρόνηση για να αναπροσαρμοστεί στις εκάστοτε νέες συνθήκες (Κακριδής, 2012). Οι πειραματισμοί πολλάκις είναι μάταιοι και καταστρεπτικοί. Βίαιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις επιφέρουν τραύματα και αποπροσανατολισμούς και συγχύσεις. Μια τέτοια κατάσταση ζει σήμερα η παιδεία μας σε όλα τα επίπεδα της. Αλλά δεν είναι μόνο η παιδεία που διέρχεται κρίση, ολόκληρη η ανθρωπότητα μαστίζεται από ανθρωπιστική και πνευματική φτώχεια και οπισθοδρόμηση. Έννοιες όπως ανθρωπισμός, πολιτισμός, πνευματικότητα, αιδώ και ήθος έχουν αμβλυνθεί και διαστρεβλωθεί προκειμένου να γίνουν αποδεκτές ή χειρότερα για να θεωρηθούν ως αξίες ορισμένα γραφικά φαινόμενα. Αντίθετα, παραδοσιακές αξίες, όπως φιλοπατρία, πίστις, ήθος, σεβασμός στους προγόνους να θεωρούνται ανεξέλεγκτα γραφικές και σαπρές.
Η οικονομική κρίση συνάδει με την πνευματική κρίση. Είναι αλληλοεξαρτούμενες και δημιουργούν συνθήκες ηθικής κατάπτωσης και τρόμου, είμαστε σε κατάσταση που μας τρομάζει η φοβέρα (των δανειστών) και μας πλακώνει η σκλαβιά (των ελεγκτών). Κάτω από τέτοιες συνθήκες ανελεύθερες χρειάζεται αγώνας μεγάλος για να σταθούμε στα πόδια μας. Χρειάζεται πίστις στον Θεό και στα ιδανικά μας, τα οποία προσπαθούν παντοιοτρόπως να τα αμβλύνουν και να τα παραποιήσουν. Η παιδεία είναι το μέσον αντίστασης και ο δάσκαλος έχει υποχρέωση να καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια στους καιρούς μας. Θα πρέπει να έχει, ιδιαίτερα σήμερα, μεγάλη αγάπη για το λειτούργημά του και για τους μαθητές του. Δύο ακόμη αρετές θα πρέπει να κοσμούν την προσωπικότητά του, η υπομονή και η επιμονή. Ο αγαθός παιδαγωγός θα πρέπει να είναι ανεξίκακος και ειλικρινής, και να απορρίπτει συνειδητά κάθε αυταρχική συμπεριφορά απέναντι στους μαθητές. Να είναι πρώτα δάσκαλος του εαυτού του, και να μην ξεχνάει ότι η συμπεριφορά του όπως και κάθε πράξη του αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση ή αποστροφή. Είναι λοιπόν βασικός ο ρόλος του δασκάλου και η εικόνα που αυτός θα δημιουργήσει στους παιδαγωγούμενούς του.
Ο καλός δάσκαλος είναι αυτός που μπορεί να διδάξει σωστά και να παιδαγωγήσει. Ο καθηγητής Χρ. Τσολάκης θεωρεί (1999) καλό δάσκαλο εκείνον που μαθαίνει στον μαθητή πώς να μαθαίνει, πώς να δημιουργεί, πώς να χαίρεται την δημιουργία του και των άλλων, και πώς να συνδημιουργεί. Άρα, ο δάσκαλος θα πρέπει ο ίδιος να έχει παιδεία και ανθρωπισμό. Να σέβεται την γενιά του, την γλώσσα του, την ιστορία του λαού του, τον πολιτισμό της χώρας του, τα μνημεία της, τις παραδόσεις της, τους μύθους και τα παραμύθια της και να αισθάνεται υπερήφανος για αυτά. Σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από την συνεχή αποδόμηση των αξιών μας, ο δάσκαλος καλείται να σταθεί ακοίμητος φρουρός και υπερασπιστής τους. Μα πρώτα από όλα θα πρέπει να υπερασπιστεί την γλώσσα την ελληνική.
Είναι γνωστό ότι μέσα από την γλώσσα κάθε λαού νοιώθουμε την ψυχή του και τον πολιτισμό του. Η γλώσσα εκφράζει το πνεύμα του και τον ψυχικό του κόσμο. Οι αρχαίοι Έλληνες έπλασαν την γλώσσα τους ανάλογα με τον δικό τους πολιτισμό και τον δικό τους τρόπο σκέψεως. Η ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική με παράδοση πλέον των τεσσάρων χιλιάδων χρόνων και έχει αξιοθαύμαστη γλωσσική παράδοση και εξέλιξη. Και δεν είναι τυχαίο που χρησιμοποιήθηκε για την γραφή των Ευαγγελίων και των άλλων ιερών κειμένων. Γλώσσα ίσως μοναδική για να εκφράσει τέτοιες λεπτές και υψηλές έννοιες και νοήματα που υπερβαίνουν τα της καθημερινότητας και τις βιοποριστικές ανάγκες του ανθρώπου. Γλώσσα γεμάτη πνευματικότητα, λεπτότητα και κάλλος.
Η κάθε γλώσσα συνεχώς αναπτύσσεται και εξελίσσεται και εκφράζει την ψυχική και πνευματική κατάσταση του λαού που την ομιλεί και τέλος απεικονίζει τον πολιτισμό του. Συνεπώς, βασικής σημασίας για την γλώσσα ενός λαού έχει η πνευματική και πολιτιστική του θέση. Και αναρωτιέμαι, εάν η αγλωσσία που διέπει τον σημερινό Έλληνα οφείλεται ίσως στην πνευματική του ατονία και στην έλλειψη πίστης στα ιδανικά του. Ίσως αυτό να είναι επακόλουθο της σκιατραφίας του και της έλλειψης αγωνιστικότητας που τελευταία τον χαρακτηρίζει. Τώρα, είναι η ευκαιρία να βγει ο έλληνας από την μαλθακότητα και την αγλωσσία του.
Είναι υποχρέωση ειδικά για τον κάθε εκπαιδευτικό να αγωνιστεί με όλες τις δυνάμεις του για να πλουτίσουμε και να ολοκληρώσουμε την γλώσσα μας, την γλώσσα την αυθόρμητη και φυσική του λαού μας. Χρειάζεται συνεχής και ατελείωτη προσπάθεια για έκφραση και σκέψη, για πρωτοτυπία και αποφυγή μιμητισμού. Χρειάζεται να σκύψουμε μέσα στα βάθη της ψυχής μας και να την εκφράσουμε με πλούσια φαντασία και αγωνιστικότητα.
Η σκέψη είναι η κινητήριος δύναμη του πολιτισμού και της πνευματικής προόδου ενός λαού, και η γλώσσα του η έκφρασή τους, δηλώνει η καθηγήτρια Κομνηνού –Κακριδή. (2012). Η αγλωσσία που μας χαρακτηρίζει θα πρέπει να μας προβληματίζει σοβαρά. Η διδασκαλία της γλώσσας δεν μπόρεσε μέχρι σήμερα να βρει σωστή και ξεκάθαρη λύση, αλλά και στο μάθημα της Ιστορίας μας παρουσιάζονται εναλλασσόμενα βιβλία που σκοπός τους είναι να εξυπηρετήσουν σκοτεινά πολιτικά συμφέροντα.
Η γνώση της γλώσσας δίνει την δυνατότητα της ορθής έκφρασης των σκέψεων, και αυτή αποκτιέται μέσω της σωστής διδασκαλίας. Η διδασκαλία της γραμματικής των αρχαίων ελληνικών και του συντακτικού βοηθάει στην ανάπτυξη της σκέψης και της κρίσης. Ας σκύψουμε λοιπόν όλοι, διδάσκοντες και διδασκόμενοι, χωρίς προκαταλήψεις και αφορισμούς, και μέσα από τον δικό μας κόσμο, τις δικές μας αρετές και τις παραδόσεις μας να γράψουμε τα βιβλία μας και να αναζητήσουμε την γνώση και την αλήθεια, έχοντας πάντοτε κατά νου τα λόγια του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη: «αλίμονο στην Ελλάδα από τα πανεπιστήμια της Εσπερίας, που τα τρωκτικά τους ροκανίζουν κιόλας τα βάθρα της».
Κουρή Στυλιανής, φιλολόγου Msc