Οι νεότερες γενιές κατηγορούνται για απάθεια από τις προηγούμενες χωρίς όμως, στις όποιες συζητήσεις να λαμβάνονται υπόψη αφενός τα χαρακτηριστικά των νεότερων γενεών, αφετέρου ο μετασχηματισμός ολόκληρης της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να ζητάμε αντίδραση με βάση τις συνθήκες των προηγούμενων γενεών, η κοινωνία μετασχηματίζεται και οφείλουμε να κατανοούμε (όχι όμως απαραίτητα και να ασπαζόμαστε) τις αλλαγές αυτές.
Η γενιά Ζ (γεννημένοι 1996-2010) είναι τα παιδιά της γενιάς Χ (γεννημένοι το 1965-1975) που είναι αυτή που κυβερνά τον τόπο μας.
Η γενιά Χ είναι η πιο μικρή πληθυσμιακά γενιά και ακολούθησε τη γενιά των baby boomers ή στα καθ’ ημάς τη γενιά του Πολυτεχνείου (γεννημένοι το 1946 – 1964) για την οποία τόσα αρνητικά έχουν αναφερθεί. Τα παιδιά της γενιάς του Πολυτεχνείου είναι η γενιά Υ ή Millennials (γεννημένοι 1980-1995) και έχει κάποια κοινά με τους γονείς της υπό την έννοια ότι είναι μία υλιστική γενιά.
Η γενιά Ζ, όμως, είναι μία διαφορετική γενιά, πολυπολιτισμική και πολυπληθής γιατί ανέρχονται σε 2 δισεκατομμύρια.
Άκρως εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, πολύ περισσότερο από τη γενιά Υ, και γι’ αυτό κάπως απρόβλεπτοι, οι νέοι της γενιάς αυτής δεν είναι κυνικοί όπως οι γονείς τους που ανήκουν στη γενιά Χ (τη «χαμένη» γενιά, μία γενιά που δεν πιστεύει σε τίποτα).
Θεωρούν ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο (γι’ αυτό και τους βλέπουμε εθελοντές σε πολλούς τομείς), τους αρέσει η εκπαίδευση (την οποία όμως προτιμούν εξατομικευμένη και να τους παρέχεται σε ψηφιακή μορφή) αλλά είναι πρόθυμοι να παρατήσουν τις σπουδές τους και να ξεκινήσουν τη δική τους επιχείρηση γιατί έχουν αυτοπεποίθηση και είναι πολύ ανεξάρτητοι (δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε πολλούς επιχειρηματίες ειδικότερα στον χώρο της τεχνολογίας από τη γενιά αυτή).
Τους αρέσει να συνδυάζουν τον ψηφιακό με τον πραγματικό κόσμο γι’ αυτό και ψωνίζουν ηλεκτρονικά και συμμετέχουν στα κοινωνικά μέσα με αγαπημένα τους το YouTube (τους αρέσουν τα vlogs δηλαδή τα ατομικά βίντεο που αναρτά κάποιος στο YouTube, υπό μία έννοια τα vlogs είναι ό,τι τα ιστολόγια μόνο που αντί για τον γραπτό λόγο χρησιμοποιούνται τα οπτικοακουστικά μέσα) και έπονται το Instagram και το Snapchat (το Facebook είναι για τους γονείς τους κυρίως).
Η γενιά αυτή δεν εντυπωσιάζεται από τις διασημότητες αλλά προτιμά τις δικές της διασημότητες που είναι κυρίως δημοφιλή άτομα από τα κοινωνικά μέσα. Ωστόσο είναι προσεκτικοί στο ποιους «ακολουθούν» στα κοινωνικά μέσα υπό την έννοια πρέπει τα άτομα αυτά να έχουν κάτι ξεχωριστό. Η γενιά Ζ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην προσωπικότητα ακόμα και το ντύσιμο αποτελεί «δήλωση προσωπικότητας».
Στα κοινωνικά μέσα στα οποία συμμετέχουν μετά μανίας, επιδεικνύουν συγκεκριμένη συμπεριφορά δηλαδή σβήνουν τις αναρτήσεις τους που δεν είχαν πολλά «likes», σβήνουν και ξαναναρτούν την ίδια φωτογραφία, συνεχώς παρατηρούν ποιος τους έκανε «like» αλλά και πόσα «likes» πήρε η ανάρτησή τους και κάνουν «like» στις δικές τους αναρτήσεις για να αυξήσουν τον αριθμό των «likes».
Σβήνουν αρκετά συχνά τις αναρτήσεις τους και βάζουν καινούριες ενώ μπορεί να σβήσουν τις αναρτήσεις λίγο αφότου τις έβαλαν. Παρακολουθούν ποιοι είναι οι φίλοι και οι ακόλουθοι των άλλων και εάν βρουν κάποιον αρκετά ενδιαφέρων τότε τον ακολουθούν.
Η ενημέρωσή τους γίνεται από τα κοινωνικά μέσα. Έχουν μεγαλώσει με τα «κόλπα» του μάρκετινγκ και έτσι ξεχωρίζουν τις όποιες προσπάθειες διαφήμισης και «χειραγώγησής» τους. Θέλουν όπως είπαμε να βλέπουν στις διαφημίσεις άτομα της καθημερινότητας και όχι διασημότητες.
Αυτοί που τους επηρεάζουν είναι άτομα δημοφιλή στα κοινωνικά μέσα τα οποία όμως πρέπει να ξεκαθαρίζουν ευθέως για το εάν έχουν κάποια διαφημιστική σχέση με κάποιες εταιρείες γιατί η γενιά Ζ αγαπά τη διαφάνεια και τιμωρεί όσους δεν είναι διαφανείς. Επειδή είναι μία ψηφιακή γενιά θέλουν η τεχνολογική και οπτική πλευρά των διαφημίσεων να είναι άψογη.
Η γενιά Ζ είναι μία έξυπνη και δυναμική γενιά, καθόλου παθητική, αντιθέτως πιστεύει σε ένα καλύτερο κόσμο, απλά έχει το δικό της στυλ προσέγγισης.
Οι παλαιότερες γενιές οφείλουν να την προσεγγίσουν μιλώντας τη «δική» της ψηφιακή γλώσσα. Θα κερδίσουν και δεν θα χάσουν.
Φωτεινή Μαστρογιάννη
Εξαιρετικό άρθρο. Ευχαριστούμε.