Σχέσεις πολιτικών-Εκκλησίας / Του Μανώλη Δρεττάκη*

Οι σχέσεις πολιτικών-Εκκλησίας στη χώρα μας έχουν διαμορφωθεί στο πλαίσιο των διατάξεων του Συντάγματος για τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας και των εκλογικών συστημάτων που προβλέπουν την εκλογή των Βουλευτών με σταυρό προτίμησης. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο οι πολιτικοί  κάνουν τις επιλογές τους και παίρνουν τις αποφάσεις τους σε ό,τι αφορά τις σχέσεις τους με την Εκκλησία.

Τους πολιτικούς μπορούμε να τους χωρίσουμε σε δύο, άνισες σε αριθμό, ομάδες σε ό,τι αφορά τις σχέσεις τους με την Εκκλησία πριν αναμειχθούν στην πολιτική: Αυτούς που δεν είναι ενεργά μέλη της Εκκλησίας  και εκείνους που είναι.

Οι πολιτικοί της πρώτης ομάδας που δεν είναι ενεργά μέλη της Εκκλησίας, που είναι και οι πολυπληθέστεροι, πριν αναμειχθούν στην πολιτική,  μπορεί να μην είχαν καμιά σχέση με την Εκκλησία ή μπορεί να εκκλησιάζονταν περιστασιακά, σε μεγάλες γιορτές (Πάσχα, Χριστούγεννα) ή όταν προσκαλούνταν σε γάμους και βαφτίσια κλπ. Οι πολιτικοί αυτοί, όταν εκλεγούν Βουλευτές ή αναλάβουν υπουργικά καθήκοντα, πηγαίνουν συχνότερα στις εκκλησίες στην εκλογική τους περιφέρεια, όχι μόνο σε εθνικές εορτές, σε εορτές πολιούχων πόλεων και στην περιφορά του Επιταφίου, στις οποίες επιβάλλεται ή συνηθίζεται η παρουσία πολιτικών,  αλλά και σε πανηγύρια, σε περιφορές εικόνων  κλπ. Παντού καταλαμβάνουν επιδεικτικά τις πρώτες θέσεις για να τους δουν οι ψηφοφόροι, με την ελπίδα ότι στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα τους ψηφίσουν για να επανεκλεγούν.

Ορισμένοι από τους πολιτικούς της ομάδας αυτής  καλλιεργούν φιλικές σχέσεις με ιερείς και αρχιερείς της εκλογικής τους περιφέρειας με στόχο να επηρεάσουν το εκκλησίασμά τους (οι ιερείς) ή τους πιστούς της Μητρόπολης (οι αρχιερείς) για να τους ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές. Μερικοί, μάλιστα, από αυτούς, κάνουν εξυπηρετήσεις και δωρεές για να πετύχουν τον ίδιο σκοπό.

Είναι σαφές ότι οι πολιτικοί που συμπεριφέρονται με τους παραπάνω τρόπους χρησιμοποιούν την Εκκλησία για καθαρά πολιτικούς-κομματικούς σκοπούς, αξιοποιώντας το ισχύον θεσμικό πλαίσιο σχέσεων Κράτους-Εκκλησίας. Δυστυχώς υπάρχουν ιερείς και αρχιερείς οι οποίοι, για δικούς τους λόγους, συμπράττουν στο να γίνεται αυτή η ανίερη εκμετάλλευση της Εκκλησίας από τους συγκεκριμένους πολιτικούς.

Οι πολιτικοί της δεύτερης ομάδας που είναι ενεργά μέλη της Εκκλησίας, πριν εκλεγούν, εκκλησιάζονταν τακτικά και μετείχαν στα μυστήρια της Εκκλησίας. Όταν εκλεγούν μπορεί να μπουν στον πειρασμό να ακολουθήσουν, σε ό,τι αφορά τη δημόσια συμπεριφορά τους,  το «παράδειγμα» των συναδέλφων τους της πρώτης ομάδας. Πρόκειται για ένα πολύ ισχυρό πειρασμό στον οποίο πρέπει να αντισταθούν, διότι αν υποκύψουν σ’ αυτόν θα ισχύουν γι’ αυτούς τα όσα είπε ο Κύριος για τους Γραμματείς και Φαρισαίους. Για να αποφύγουν τον πειρασμό αυτό θα πρέπει να συμπεριφέρονται με διάκριση και με γνώμονα την πίστη  τους. Πιο συγκεκριμένα:

Σε όσες περιπτώσεις επιβάλλεται ή συνηθίζεται η παρουσία πολιτικών οι πολιτικοί της δεύτερης ομάδας πρέπει, φυσικά, να μετέχουν και να καταλαμβάνουν τις θέσεις που προορίζονται για όσους έχουν το αξίωμά τους, αποφεύγοντας, όμως να κάνουν επιδεικτικά την παρουσία τους. Σε όλες, όμως, τις άλλες εορτές της Εκκλησίας η συμπεριφορά τους θα πρέπει να εξακολουθήσει να είναι εκείνη που ήταν πριν αναμειχθούν στην πολιτική  (εκκλησιασμός στην ίδια εκκλησία κλπ).

Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις τους με ιερείς και αρχιερείς οι πολιτικοί της δεύτερης ομάδας πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί και να περιορίζονται σ’ αυτά που επιβάλει το αξίωμά τους. Θα πρέπει, δηλαδή, να αποφεύγουν να εκμεταλλευθούν τις επαφές τους με αυτούς για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη.

Οι πολιτικοί τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης ομάδας καλούνται καθημερινά να πάρουν αποφάσεις είτε μόνοι τους είτε συλλογικά με άλλους συναδέλφους τους (στην Ολομέλεια και στις Επιτροπές της Βουλής, στην Κυβέρνηση (αν είναι μέλη της), σε όργανα του κόμματος στο οποίο ανήκουν κλπ.

Στις αποφάσεις που παίρνουν μόνοι τους οι πολιτικοί της πρώτης ομάδας ενεργούν με βάση τα προσωπικά τους «πιστεύω», τα οποία, φυσικά, διαφέρουν από πολιτικό σε πολιτικό. Ανεξάρτητα, όμως, από αυτά τα «πιστεύω», πολλοί από τους πολιτικούς αυτούς παίρνουν αποφάσεις με κριτήριο το κόστος που θα έχουν στην επανεκλογή τους, δηλαδή το προσωπικό πολιτικό τους όφελος. Αποφάσεις, όμως, που παίρνονται με βάση αυτό το κριτήριο μπορεί να ευνοούν πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που τους υποστηρίζουν, είναι, όμως, εις βάρος άλλων υπέρ των οποίων θα έπρεπε να ληφθούν οι αποφάσεις αυτές με βάση αντικειμενικά κριτήρια.

Σε αντίθεση με το παραπάνω κριτήριο πολλών πολιτικών της πρώτης ομάδας, οι πολιτικοί της δεύτερης στις αποφάσεις που παίρνουν μόνοι τους, οδηγός τους, όπως και στη συμπεριφορά τους, θα πρέπει να είναι η πίστη τους, θεμέλιο της οποίας είναι η αγάπη, η κοινωνική δικαιοσύνη και η αλληλεγγύη προς τους συνανθρώπους μας. Σε όλες τις περιπτώσεις οι αποφάσεις τους πρέπει να παίρνονται με αξιοκρατικά και αντικειμενικά κριτήρια και ποτέ με βάση το προσωπικό-πολιτικό τους όφελος.

Στις αποφάσεις που παίρνονται συλλογικά οι πολιτικοί της πρώτης ομάδας κριτήριο έχουν το να μην έρθουν σε σύγκρουση είτε με τον Αρχηγό του κόμματός τους (αν αυτό είναι στην Αντιπολίτευση) ή με τον Πρωθυπουργό (αν το κόμμα τους είναι στην εξουσία), δεδομένου μια τέτοια σύγκρουση μπορεί να τους κοστίσει τον αποκλεισμό τους από τη λίστα των υποψηφίων του κόμματος στην εκλογική τους περιφέρεια. Στην περίπτωση ψηφοφοριών στη Βουλή σε διατάξεις νομοσχεδίων που είναι εις βάρος της Εκκλησίας,  οι πολιτικοί που ανήκουν στο κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία, ενόψει του κινδύνου να διαγραφούν,  τις υπερψηφίζουν, ακόμα και στην περίπτωση που δεν συμφωνούν με αυτές.

Οι πολιτικοί της δεύτερης ομάδας στις αποφάσεις που παίρνονται συλλογικά πρέπει να έχουν ως οδηγό την πίστη τους και το εθνικό και το κοινό  συμφέρον. Αν ανήκουν στο κυβερνόν κόμμα σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να δώσουν θετική ψήφο σε νομοσχέδια που δεν υπηρετούν το συμφέρον αυτό ή σε διατάξεις νομοσχεδίων που είναι εις βάρος της Εκκλησίας. Αν επιβληθεί κομματική πειθαρχία, δηλαδή απαιτηθεί από αυτούς να τα υπερψηφίσουν, οι πολιτικοί αυτοί θα πρέπει να παραιτηθούν, ώστε την έδρα τους να καταλάβει ο πρώτος επιλαχών.

Συμπερασματικά οι πολιτικοί της δεύτερης ομάδας καμιά περίπτωση δεν πρέπει να παίρνουν αποφάσεις με βάση το προσωπικό-κομματικό όφελος ή να συναινούν σε αποφάσεις ή νομοσχέδια σε βάρος του εθνικού και του κοινού συμφέροντος ή σε διατάξεις νομοσχεδίων βάρος της Εκκλησίας. Αν εξαιτίας τους τρόπου με τον οποίο πολιτεύτηκαν, δεν επανεκλεγούν, θα έχουν ήσυχη τη συνείδησή τους ότι έκαναν το καθήκον τους και δεν πρόδωσαν τις αρχές τους.

 

*πρώην Αντιπρόεδρος της Βουλής,

Υπουργός και Καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.

 

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου