Ο μακαριστός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, καθηγητής τής δογματικής στήν Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δέν ήταν ένας συνηθισμένος θεολόγος.
Δέν τόν είχα Καθηγητή, αφού ανέλαβε τήν έδρα τής δογματικής στήν Θεολογική Σχολή τής Θεσσαλονίκης μετά τήν αποφοίτησή μου από αυτή, αλλά τόν γνώρισα κατ’ αρχήν από τά κείμενά του, ύστερα τόν γνώρισα προσωπικά στήν Αθήνα, μετά τήν συνταξιοδότησή του, καί είχαμε στενή επικοινωνία, σχεδόν σέ καθημερινή βάση, τότε πού ζούσε στήν Αθήνα, σέ μιά «θεολογική μοναξιά».Αργότερα, όταν έγινα Μητροπολίτης, μού ζήτησε νά τόν εγγράψω στούς ιερατικούς καταλόγους τής Ιεράς Μητροπόλεώς μου, λαμβάνοντας απολυτήριο από τήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής όπου καί ανήκε ως Κληρικός.
Ο κ. Αθανάσιος Σακαρέλλος, πού είχε πολυχρόνια επικοινωνία μαζί του καί ως Δικηγόρος του, καί στό γραφείο τού οποίου ο π. Ιωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σέ κλειστό κύκλο ανθρώπων, μεταξύ τών οποίων είχα τήν τιμή πολλές φορές νά συγκαταλέγομαι καί εγώ, μού είπε κάποτε ότι ο π. Ιωάννης γεννήθηκε σέ λάθος εποχή. Έπρεπε νά ζή τόν 4ο αιώνα, στόν οποίον έζησαν οι μεγάλοι Πατέρες τής Εκκλησίας…
Πράγματι, διαβάζοντας κανείς ή ακούγοντας τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη, διαπίστωνε ότι εξέφραζε τήν θεολογία καί τήν ζωή τών Πατέρων τού 4ου αιώνος, ήτοι τών μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων τής Εκκλησίας καί τών ασκητών τής ερήμου, όπως τό βλέπουμε στά συγγράμματά τους καί στό Γεροντικό ή τόν Ευεργετινό. Στήν πραγματικότητα ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης είναι ένα «κομμάτι» τού 4ου αιώνος πού έζησε τόν 20ό αιώνα ή θά μπορούσα νά πώ καλύτερα, ήταν ένας θεολόγος καί μάλιστα καθηγητής Θεολογικής Σχολής τού 20ού αιώνος πού όμως μεταφέρθηκε στό «πνεύμα» τών αγίων τού 4ου αιώνος καί τό εξέφραζε.
Βεβαίως ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης δέν εκφράζει μιά δική του θεολογία, αλλά τήν θεολογία τής Εκκλησίας. Στηρίζεται στήν εμπειρία τών Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων, όπως εκφράζεται διά τής καθάρσεως, τού φωτισμού καί τής θεώσεως καί βιώνεται στήν νοερά καρδιακή προσευχή καί τήν θεωρία-θέα τού Θεού. Πρόκειται γιά μιά θεολογία πού δέν έχει σχέση μέ τόν σχολαστικισμό καί τόν ηθικισμό πού καλλιεργήθηκαν στήν Δύση καί μεταφέρθηκαν καί στόν δικό μας χώρο, είτε απευθείας από τήν Δύση είτε διά μέσου τής ρωσικής θεολογίας, η οποία δέχθηκε επιδράσεις από τήν Δύση, ιδίως κατά τήν περίοδο τού Μεγάλου Πέτρου.
Τά κλειδιά τής εμπειρικής θεολογίας είναι η πορεία τού ανθρώπου από τό κατ’ εικόνα στό καθ’ ομοίωση, από τήν κατάσταση τού δούλου στήν κατάσταση τού μισθωτού καί τού υιού, από τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί τήν θέωση, από τήν ιδιοτελή στήν ανιδιοτελή αγάπη. Είναι θεολογία τής αποκαλύψεως πού συνδέεται μέ τήν θέωση τού ανθρώπου καί η οποία στήν συνέχεια διατυπώνεται σέ όρους καί σέ διδασκαλία γιά τήν θεραπεία καί τήν καθοδήγηση τών άλλων μελών τής Εκκλησίας. Τόσο απλή είναι η ορθόδοξη θεολογία στήν βάση της.
Ο π. Ιωάννης ομιλούσε ως καθηγητής τής δογματικής, αλλά καί ως ασκητής. Διαβάζοντας τόν λόγο του, αντιλαμβανόμουν ότι ο ίδιος είχε κάποια εμπειρία γύρω από τά πνευματικά θέματα, αλλά δέν είμαι σέ θέση νά διακριβώσω τό μέγεθος καί τόν βαθμό τής εμπειρίας του.
Η διδασκαλία του πού εκφράζει τήν θεολογία τής Εκκλησίας είναι πολύ απλή. Αναφέρεται στήν πτώση τού ανθρώπου καί τήν σωτηρία του, τήν όραση τού ακτίστου Φωτός, τήν έκφραση αυτής τής εμπειρίας καί τήν μέθοδο γιά νά φθάση κανείς στήν πνευματική εμπειρία. Βλέπει κανείς έναν κύκλο, όπως τό συναντάμε καί στά έργα τών αγίων Πατέρων. Έλεγε ο ίδιος:
«Η ορθόδοξη θεολογία έχει κυκλικό χαρακτήρα. Είναι σάν ένας κύκλος. Όπου κι άν ακουμπήσης πάνω στόν κύκλο, ξέρεις όλο τόν κύκλο, γιατί όλος ο κύκλος ο ίδιος είναι. Όλα ανάγονται στήν Πεντηκοστή• τά μυστήρια τής Εκκλησίας, όπως η ιερωσύνη, ο γάμος, τό βάπτισμα, εξομολόγηση κλπ., οι αποφάσεις τών Συνόδων κλπ. Εκείνο είναι τό κλειδί τής ορθοδόξου θεολογίας, η Πεντηκοστή. Γι’ αυτό καί εκείνος πού φθάνει στήν θέωση μετά τήν Πεντηκοστή, οδηγείται εις πάσαν τήν αλήθειαν».
† Ο Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
Ἡ ἠθική ~ Εμπειρική Δογματική – Τόμος Α
Σέ ὅλα τά φιλοσοφικά καί θρησκευτικά συστήματα, ἐκτός ἀπό τίς θεωρίες, ὑπάρχει καί ἡ πρακτική ἐφαρμογή αὐτῶν τῶν θεωριῶν. Αὐτό λέγεται ἠθική. Πρόκειται γιά τίς βασικές ἀρχές πού καθορίζουν τόν ἀνθρώπινο βίο καί τίς κοινωνίες. Μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀπώλεια τῆς θεοκοινωνίας, ὁ ἄνθρωπος κυριαρχεῖται ἀπό τά πάθη, ἐπειδή ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος. Ὁ καθένας ἐπιδιώκει τήν ἀτομική κατοχύρωση καί κυριαρχία. Ἐπειδή ὅλοι ἐπιθυμοῦν νά κυριαρχήσουν στήν κοινωνία, γι’ αὐτό χρειάσθηκε νά τεθοῦν μερικά πλαίσια, προκειμένου νά ὑπάρχη ἰσορροπία.
Πέρα ἀπό αὐτό, τά φιλοσοφικά καί θρησκευτικά συστήματα θέτουν μερικές προϋποθέσεις, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἐπιτύχουν τούς στόχους τους· ἔτσι ἀναπτύχθηκε ἡ ἠθική. Πολλοί ὑποστηρίζουν ὅτι αὐτό ἰσχύει καί στόν Χριστιανισμό, ὁπότε κάνουν λόγο γιά χριστιανική ἠθική.
Βέβαια, τά πράγματα δέν εἶναι τόσο ἁπλά. Ἡ λεγομένη ἠθική, διαφοροποιεῖται σαφῶς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δέν ὁμοιάζει μέ τήν ἠθική τῶν διαφόρων ἀνθρωποκεντρικῶν συστημάτων.
α) Φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ἠθική
Κάθε φιλοσοφία ἔχει καί ἠθική. Κλασσικά παραδείγματα εἶναι ἡ φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἠθική τους προσπάθησαν νά ἐφαρμόσουν τίς φιλοσοφικές τους θεωρίες. Αὐτό τό βλέπουμε μέχρι σήμερα. «Ἔχουμε ἠθικά συστήματα, διότι οἱ καημένοι οἱ ἀρχαῖοι προσπαθοῦσαν νά βροῦν ἐρείσματα στήν φιλοσοφία, γιά νά στηρίξουν τά κοινωνικά τους πολιτεύματα καί συστήματα, νά μποροῦν νά ἔχουν μιά κοινωνική τάξη, πολιτική τάξη, τά ὁποῖα καί βραβεύονται σ’ ὁρισμένα συστήματα καί σ’ αὐτήν τήν ζωή καί στήν ἄλλη ζωή».
Ἔτσι, ὑπάρχει φιλοσοφική ἠθική, ἡ ὁποία δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν ὀρθόδοξη θεολογία.«Ἐάν τό βλέπης ἐξ ἀπόψεως φιλοσοφικῆς ἠθικῆς, ὑπάρχουν πολλοί σωστοί ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν καμμιά σχέση μέ τόν Χριστιανισμό. Εἶναι καλοί ἄνθρωποι, ὑπάρχουν πολλοί καλοί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι οὔτε κἄν Χριστιανοί, δέν ἀσχολοῦνται μέ κάθαρση καί φωτισμό καί θέωση, δέν ἀσχολοῦν ται μέ τό νά εἶναι καλοί ἄνθρωποι. Ἐκεῖνος πού περνάει ἀπό κάθαρση καί φωτισμό, δέν εἶναι ἁπλῶς καλός ἄνθρωπος, εἶναι κάτι πολύ παραπάνω».
Ὅμως, ὅταν κατά τήν περίοδο τοῦ Διαφωτισμοῦ κλονίσθηκαν τά θεμέλια τῆς μεταφυσικῆς, ἀφοῦ κανένας δέν μπορεῖ νά ἰσχυρισθῆ ὅτι ὑπάρχουν οἱ πλατωνικές ἰδέες, ἦταν ἑπόμενο νά κλονισθοῦν καί τά θεμέλια τῆς φιλοσοφικῆς ἠθικῆς, τά ὁποῖα στηρίζονταν στίς φιλοσοφικές ἰδέες. «Μετά τήν καταστροφή τῶν μεταφυσικῶν θεμελίων, ἔχει μείνει μιά ἠθικολογία».
Σήμερα ἔχει καταδειχθῆ ἀπό τήν ἐπιστήμη ὅτι δέν ὑπάρχουν ἀμετάβλητα κριτήρια, ὅπως ἔλεγε ἡ μεταφυσική. Ἑπόμενο ἦταν λοιπόν νά καταρρεύση καί ἡ φιλοσοφική ἠθική. Ἔτσι, ἡ ἠθική ἡ ὁποία οὕτως ἤ ἄλλως πρέπει νά ὑπάρχη, δέν ἔχει ἐρείσματα, σταθερές βάσεις. Ὁπότε, κάθε ἄνθρωπος ἤ κάθε κοινωνία δημιουργεῖ τήν δική της ἠθική.
«Ἐκεῖνο πού ἔχει καταδικασθῆ πλήρως τά τελευταῖα χρόνια, εἶναι ἡ πίστη ὅτι ὑπάρχει ἀμετάβλητο κριτήριο. Δηλαδή, τά παλιά μεταφυσικά θεμέλια τοῦ νόμου δέν εἶναι πλέον δεκτά στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀμερική, ὅπου ἐπικρατεῖ σήμερα, στόν ἀγγλοσαξωνικό κόσμο, ὁ θετικισμός καί στόν εὐρωπαϊκό χῶρο, ἡ μόνη φιλοσοφία σήμερα πού ὑπάρχει εἶναι ὁ ὑπαρξισμός. Ὁ ὑπαρξισμός ἀπορρίπτει τήν ἔννοια τῆς ἀμετάβλητης οὐσίας, πού μπορεῖ νά εἶναι κανόνας, ἄς ποῦμε, ἠθικός ἤ νομικός.
Γι’ αὐτό ἔχουμε αὐτό τό περίεργο φαινόμενο, πού καλοῦνται οἱ ἄνθρωποι, παρά τό γεγονός ὅτι δέν ὑπάρχει ἀμετάβλητο κριτήριο γιά νόμο ἤ ἠθική, ὁ καθένας νά φτιάξη κάποιο σκοπό γιά τόν ἑαυτό του στήν ζωή καί νά κάνη τό πᾶν νά φθάση σ’ αὐτόν τόν προορισμό. Ὁρίζει ὁ καθένας κάτι ἐξ ἐπόψεως ἠθικῆς, νομικῆς καί κοινωνικῆς γιά τόν ἑαυτό του καί καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά κάνη μιά ἀλτρουϊστική, ἡρωϊκή πράξη, δηλαδή, ζώντας τήν ζωή ἑνός καλοῦ ἀν θρώ που».
Αὐτό συμβαίνει καί στά θρησκευτικά συστήματα. Συναντᾶ κανείς ἀνθρώπους πού ἀσχολοῦν ται μέ τήν ἀνατολική φιλοσοφία, τούς Ἰνδουϊστές οἱ ὁποῖοι ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως εἶναι καλοί ἄνθρωποι.
«Ὑπάρχουν Ἰνδουϊσταί πού εἶναι πάρα πολύ καλοί ἄνθρωποι, ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως, δηλαδή, “καθώς πρέπει” ἄνθρωποι, τίποτα παρά πάνω. Καί ἐπίσης, τούς δίνει μιά ἀνακούφιση αὐτό (ὁ διαλογισμός), μιά ψυχολογική ἀνακούφιση. Εἶναι κάτι πού τούς ὠφελεῖ, τούς καλμάρει, δέν εἶναι ἁρπακτικοί, γίνονται τίμιοι, ἕνας καλός ἄνθρωπος, καλός πολίτης».
Ἀλλά μιά ἐξωτερική καλή διαγωγή, μιά ἠθική ζωή, μπορεῖ νά ἔχουν καί οἱ Μουσουλμάνοι, ἀκόμη καί οἱ ἄθεοι, οἱ ὁποῖοι δέν πιστεύουν σέ κανέναν Θεό. Μιά τέτοια ἠθική δέν σώζει τόν ἄνθρωπο.
«Ποιόν καρπό θά ἔχουν κοινό οἱ Χριστιανοί διαφόρων Ὁμολογιῶν; Τόν μόνον κοινό καρπό πού θά ἔχουν, εἶναι ἡ ἠθική. Ἀλλά, αὐτή τήν ἠθική τάξη δέν θά τήν ἔχουν μόνον δύο Χριστιανοί. Μποροῦν νά τήν ἔχουν καί ἕνας Μουσουλμάνος καί ἕνας Χριστιανός, δηλαδή. Διότι ὑπάρχουν Μουσουλμάνοι, οἱ ὁποῖοι εἶναι πάρα πολύ καλοί καί ἔν τιμοι ἄνθρωποι.Ὑπάρχουν περιπτώσεις πού πιό πολλή ἐμπιστοσύνη μπορεῖς νά ἔχης σέ ὁρισμένους Μουσουλμάνους, παρά σέ ὁρισμένους Ὀρθοδόξους, ἐξ ἐπόψεως ἠθικῆς τάξεως. Μπορεῖ νά ἔχης ἕναν Μουσουλμάνο φίλο, ὁ ὁποῖος πάντοτε σοῦ λέει τήν ἀλήθεια, μπορεῖ νά ἔχης ἕναν ὀρθόδοξο φίλο, ὁ ὁποῖος συνέχεια σοῦ λέει ψέματα. Ποιός εἶναι καλύτερος ἠθικά; Ἐκεῖνος πού λέει τά ψέματα ἤ ἐκεῖνος πού λέει τήν ἀλήθεια;
Ὑπάρχουν ἄθεοι, οἱ ὁποῖοι στήν ἠθική τους ζωή ξεπερνᾶνε πάρα πολλούς Χριστιανούς. Ἐνῶ ὑπάρχουν Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν νά συγκριθοῦν μέ ἐκεῖνον τόν ἄθεο.
Ὑπάρχουν ἄθεοι ἰδεολόγοι πάρα πολλοί, ὅπως καί ὑπάρχουν Χριστιανοί ἰδεολόγοι. Ὁπότε, ἐάν ἡ ἠθική εἶναι τά κριτήρια τῆς ἠθικῆς ζωῆς καί χωρίσουμε τό δόγμα ἀπό τήν ἠθική, τότε καταντᾶμε νά λέμε ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι θά πᾶνε στήν κόλαση, ἐπειδή δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι στό δόγμα, ἀλλά κοίτα τί ἠθικοί πού εἶναι. Ἀφοῦ εἶναι ἠθικοί, γιατί δέν θά πᾶνε καί αὐτοί στόν Παράδεισο; Θά πᾶνε μόνον οἱ ἠθικοί Ὀρθόδοξοι στόν Παράδεισο; Δέν πᾶνε οἱ ἠθικοί αἱρετικοί, οἱ ἀλλόθρησκοι καί οἱ ἄθεοι καί αὐτοί, ἀφοῦ εἶναι ἠθικοί;
Ἐάν ἡ ἠθική εἶναι τό κριτήριο, τότε δημιουργεῖται πρόβλημα γιά τό ποιός θά πάη στόν Παράδεισο καί ποιός δέν θά πάη στόν Παράδεισο».
Ὑπάρχει καί μιά ἠθική πού εἶναι φαρισαϊκή. Δηλαδή, οἱ ἄνθρωποι ἐκτελοῦν ὅλα τά ἐξωτερικά ἔργα –νηστεία, ἐγκράτεια– ἀλλά ὁ ἐσωτερικός τους κόσμος εἶναι ἀμεταμόρφωτος.
«Ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι εἶναι ἠθικότατοι, ζενίθ ἠθικῆς δηλαδή, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά ἔχουν νεκρώσει τόν ἑαυτόν τους μέ νηστεῖες κλπ. ἀλλά ἔχουν ἕναν φοβερόν νοῦν, φαρισαϊκόν».
Ἡ φαρισαϊκή ἠθική κατακρίθηκε ἀπό τόν Χριστό, ὅπως τό βλέπουμε στήν σχετική παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Ἐκεῖνο πού χρειάζεται δέν εἶναι μιά ἐξωτερική ἠθική ζωή, πού καταντᾶ ἠθικολογία, ἀλλά ἡ μετάνοια ὡς θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου.
«Ἐκεῖνος πού ἀσχολεῖται μέ τήν ἠθική, μπορεῖ νά κάνη ὅλα ὅσα λέει ὁ νόμος καί πάλι νά ἔχη πεπωρωμένη συνείδηση, καί ἀντί νά διανύση τόν δρόμο τοῦ Τελώνου, διανύει τόν δρόμο τοῦ Φαρισαίου. Ὁπότε, δέν εἶναι μόνο ἡ ἠθική πού χρειάζεται· εἶναι κάτι παραπάνω ἀπό ἠθική δηλαδή, εἶναι καί ἡ μετάνοια πού χρειάζεται. Καί ἡ μετάνοια δέν σημαίνει, ἁπλῶς, νά πάω στόν ἐξομολόγο καί νά τοῦ πῶ τί ἔκανα, τά ἁμαρτήματά μου δηλαδή, δέν εἶναι μόνο αὐτό. Ἡ μετάνοια εἶναι καί νά περάσω τήν μετάνοια, νά φθάσω ἀπό κάθαρση στόν φωτισμό. Ἄν δέν φθάσω στόν φωτισμό, δέν εἶμαι ἕτοιμος νά ἀντικρύσω τήν δόξα τοῦ Θεοῦ».
Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δέν περιορίζεται σέ μιά φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ἠθική. Δέν εἶναι δυνατόν ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου νά περιορίζεται μόνον στήν ἠθική.
Σήμερα ταυτίζουν τό βίωμα τῆς θεολογίας μὲ τὴν ἠθική. Ναὶ, ἀλλὰ ἡ θεολογία δὲν εἶναι ἠθική. Τό βίωμα τῆς θεολογίας εἶναι ἡ νοερὰ προσευχὴ καὶ ἡ θέωση, ὄχι ἡ ἠθική. «Γιατί ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δὲν ἔχει ἠθικὴ, ἔχει ἀσκητική.»
Δὲν ὑπάρχει ὀρθόδοξη ἠθική, ὑπάρχει εἰδωλολατρικὴ ἠθική, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἀρετή, καὶ δὲν ἀνήκει στὴν Ὀρθοδοξία, ἀνήκει σ’ ὅλον τόν κόσμο. Ἑπομένως, τό βίωμα τῆς θεολογίας δὲν εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ἠθική, γιατί ἡ ἠθική εἶναι καὶ τῶν φιλοσόφων, καὶ γι’ αὐτό τό τόνισα καὶ προχθὲς ὅτι εἶναι καὶ τῶν ἀρχαίων ἀκόμα».
Ἠθική ἔχουν καί ἄλλα οὑμανιστικά καί κοινωνιολογικά κινήματα, ὅπως ὁ κομμουνισμός, πού ἐπαγγέλλεται τήν ἰσότητα καί τήν κοινοκτημοσύνη, ἔχει καλύτερη ἠθική ἀπό τόν καπιταλισμό. Ἀλλά καί ἡ ἀθεΐα τοῦ κομμουνισμοῦ δέν διαφέρει ἀπό τήν ἀθεΐα τῶν θρησκειῶν, ἀκόμη καί μερικῶν Χριστιανῶν. Γιατί ὅταν κανείς δέν ἔχη προσωπική γνώση τοῦ Θεοῦ, δέν γνωρίζει τόν Θεό, στήν πραγματικότητα πιστεύει σέ ἕναν ἀνύπαρκτο Θεό, τόν θεό τῆς φαντασίας του.
«Δηλαδή, οἱ κομμουνισταί δέν ἔχουν ἀρετή; Δέν ἔχουν ἠθική; Πῶς δέν ἔχουν ἀρετή; Καί πῶς δέν ἔχουν ἠθική; Σήμερα, πολλές φορές οἱ κομμουνισταί ἔχουν πολύ ἀνωτέρα ἠθική σέ πολλά θέματα ἀπό τούς καπιταλιστάς. Εἶναι γεγονός αὐτό. Οἱ δικές τους ἀντιλήψεις εἶναι ἀνώτερες ἀπό αὐτές τῶν καπιταλιστῶν, σέ πολλά θέματα. Καί ἐδῶ δέν πρέπει νά κρυβόμαστε, δηλαδή. Καλά, δέν μᾶς ἀρέσει, γιατί εἶναι ἄθεοι. Νά τούς βαρέσουμε πάνω στόν ἀθεϊσμό, τό δέχομαι, ἀλλά ἐκεῖ ὅμως πού κάνουν κάτι καλό, δέν μποροῦμε νά τούς βαρέσουμε. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματικότης. Ἀλλά, καί ὅπως ἔχω τονίσει, καί στόν ἀθεϊσμό τους, σέ τί διαφέρουν ἀπό τούς Ὀρθοδόξους; Τό ἔχω τονίσει καί αὐτό.
Γιατί ὁ λόγος πού εἶναι ἄθεοι εἶναι ἀκριβῶς ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἡ Ὀρθοδοξία ἰσχυρίζετο μέχρι σήμερα ἤ μέχρι χθές ἤ προχθές, ὅτι οἱ θεοί τῶν ἄλλων θρησκειῶν δέν ὑπάρχουν, οἱ θεοί τῶν ἄλλων θρησκειῶν δέν ὑπάρχουν. Γιατί; Διαβάστε ὁποιοδήποτε κομμουνιστικό βιβλίο θέλετε. Καί νά δῆτε ἐκεῖ ὡραιότατα ἀνεπτυγμένα ἐπιχειρήματα, γιατί δέν ὑπάρχουν οἱ θεοί τῶν διαφόρων θρησκειῶν.Ἀλλά ὅμως ἐκεῖ, στήν ἐπιχειρηματολογία τους, δέν συμπεριλαμβάνεται καί ὁ Θεός τῆς Ὀρθοδοξίας. Γιατί; Διότι δέν γνωρίζουν τόν Θεό τῆς Ὀρθοδοξίας. Διότι οἱ Ὀρθόδοξοι δέν πιστεύουν στόν Θεό γιά τούς ἰδίους λόγους πού πιστεύουν οἱ ἄλλοι στίς φαντασιώσεις τους».
Δυστυχῶς, καί στήν Ἑλλάδα συνδέθηκε ἡ Ὀρθοδοξία μέ μιά «ἠθική θρησκεία».
«Ἡ σημερινή Ὀρθοδοξία στήν Ἑλλάδα ἔχει ταυτισθῆ μέ ἕνα ἠθικό σύστημα. Γι’ αὐτό ἀρέσει πολύ καί ἡ φιλοσοφία. Διότι ἡ φιλοσοφία, τό πολύ πολύ πού μποροῦσε νά κάνη εἶναι νά μᾶς δώση ὁρισμένα ἠθικά συστήματα εἴτε εἶναι πλατωνικά εἴτε στωϊκά κ.ο.κ.»
Καί ὅταν ἔγινε ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση, ἀπεφάσισαν οἱ ἐθνοπατέρες μας, μέ ἀρχηγό τόν Ἀδαμάντιο Κοραῆ, νά καταργήσουντήν Ὀρθοδοξία ἀπό ἀσκητική θρησκεία πού ἦταν μέχρι τότε καί νά τήν κάνουν μιά «ἠθική θρησκεία», πού νά εἶναι ὡραία γιά τήν μεσαία τάξη τῶν μπουρζουά τοῦ Παρισιοῦ, νά βοηθάη τήν ἀστυνομία νά κάνη καλούς πολίτες. Αὐτό ἦταν.Τό πρόβλημα, λοιπόν, δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἠθική πού μπορεῖ νά βρῆ κανείς καί σέ ἄλλα θρησκευτικά, φιλοσοφικά καί κοινωνικά συστήματα, ἀλλά ἡ ἀσκητική πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή θεολογία καί ἐμπνέεται ἀπό αὐτήν. Γιά τήν διαφορά μεταξύ ἠθικῆς καί ἀσκητικῆς θά λεχθοῦν τά ἀπαραίτητα σέ μιά ἑπομένη ἑνότητα.
β) Χριστιανική ἠθική
Ὅπως ὅλα τά φιλοσοφικά καί θρησκευτικά συστήματα, ἔτσι καί ὁ Χριστιανισμός, πού ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Χριστό, ἔχει τήν δική του πρακτική ἐφαρμογή τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως. Βέβαια, ἡ λέξη Χριστιανός ἀποδίδεται σέ ὅλες τίς Ὁμολογίες.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διατηρεῖ τήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια, γι’ αὐτό καί θεωρεῖται ὡς ἡ ἱστορική Ἐκκλησία, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ ἄλλες χριστιανικές Ὁμολογίες ἔχουν διαφοροποιηθῆ στό δόγμα καί τήν ἠθική. Ἐνῶ στήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὅπως θά δοῦμε πιό κάτω, ἡ λεγομένη ἠθική συνίσταται στήν ἀσκητική, στίς ἄλλες Ὁμολογίες ἡ ἠθική ἔγινε ἐξωτερική, μιά ἠθικολογία. Ἔτσι, γίνεται λόγος γιά χριστιανική ἠθική. Ἡ δυτική χριστιανική μεταφυσική στηρίχθηκε στόν Ἀριστοτέλη, πού ἔκανε λόγο γιά ἀρετές, ὁπότε στήν Δύση ἀναπτύχθηκε ἡ χριστιανική ἠθική, ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό αὐτό πού ὑπάρχει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως τήν συναντᾶμε στήν Ἁγία Γραφή καί τά κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
«Οἱ Φράγκοι θεολόγοι εἶχαν ἀκολουθήσει τόσο πολύ τόν Ἀριστοτέλη, πού ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀριστοτέλη περί ἀρετῶν ἔγινε ἡ ἠθική τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας, καί ἐν συνεχείᾳ πολλῶν προτεσταντικῶν παραδόσεων. Δηλαδή καταργήθηκε ἡ ὀρθόδοξη ἀσκητική στούς Φράγκους κι ἀντικαταστάθηκε ἀπό ἠθικολογία, ἀπό ἠθική. Ὁπότε, τό ἔργο τῆς θείας Χάριτος εἶναι συνεχῶς νά βοηθῆ τόν ἄνθρωπο νά γίνη ἐνάρετος, νά ἀποκτήση τίς ἀρετές, ὅπως τίς δίδασκαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι.
Γι’ αὐτόν τόν λόγο, ἱδρύθηκε στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν ἡ ἕδρα τῆς δογματικῆς καί τῆς ἠθικῆς, ὁ ἴδιος ὁ καθηγητής πού δίδασκε δογματική ἦταν ὑποχρεωμένος νά διδάξη καί τήν ἠθική. Γιατί; Διότι ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μεγαλύτερος δογματολόγος τῆς δυτικῆς παραδόσεως ὅλων τῶν αἰώνων τῆς φραγκιᾶς, διδάσκει μέσα στό Summa Theologica καί τήν δογματική καί τήν ἠθική, καί εἶναι ἠθική, ἠθικολογία πού τώρα ἔχει ἀποκηρυχθῆ ἀπό ὅλη τήν Εὐρώπη. Κανένας σήμερα μοντέρνος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά παραδεχθῆ αὐτήν τήν ἠθική κάποιου θεολόγου τῆς Δύσεως ἤ φιλοσόφου. Γιατί; Διότι ὅλα τά θεμέλια τῆς ἠθικῆς ἔχουν γκρεμιστεῖ, γι’ αὐτό ὑπάρχει καί ὁ χιπισμός στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀμερική».
Ἡ ἠθικολογία αὐτή ἐπηρέασε καί τόν δυτικό μοναχισμό, ἀλλά καί ὅλη τήν χριστιανική ζωή.
«Στήν φραγκική παράδοση δέν μπορεῖ ποτέ νά γίνη καλόγρια μιά πού διετέλεσε πόρνη, ἄς ποῦμε. Αὐτό εἶναι μιά περίεργη ἀταξία.»
Καί, ἴσως, θά ἔπρεπε κανείς νά κάνη καί μιά διατριβή νά δῆ καί τά θεολογικά πλαίσια αὐτῆς τῆς διαφορᾶς στήν παράδοσή μας. Στήν δυτική παράδοση ὑπάρχει πάρα πολλή ἠθικολογία, διότι ἔχουν ἐπηρεασθῆ πολύ ἀπό τούς ἀρχαίους Ἕλληνας φιλοσόφους, ἀφοῦ οἱ κακοί δαίμονες τῆς σχολαστικῆς θεολογίας εἶναι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσο φοι. Καί ἐπειδή εἶχαν δελεασθῆ ἀπ’ αὐτούς, γι’ αὐτό καί βρῆκαν τόν μπελά τους οἱ καημένοι οἱ Φράγκοι».
Φυσικά, καί ἐδῶ ἰσχύει ὅ,τι ἀναφέρθηκε προηγουμένως, ὅτι δηλαδή, ἀφοῦ στήν Δύση, κατά τήν διάρκεια τοῦ Διαφωτισμοῦ, κατέρρευσε ἡ μεταφυσική, ἦταν ἑπόμενο νά καταρρεύση καί ἡ ἠθική πού στηριζόταν στήν μεταφυσική.
«Στήν φραγκική παράδοση ἡ μεταφυσική ἀπετέλεσε τήν σπονδυλική στήλη τῆς γνώσεως τῆς ἀληθείας ἀπό τό ἕνα μέρος, τοῦ νόμου καί τῆς ἠθικῆς ἀπό τό ἄλλο. Ἡ ἰδέα περί ἀληθείας, περί νόμου, περί ἠθικῆς βασίστηκε στήν μεταφυσική. Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον γκρεμίστηκε ἡ μεταφυσική, ἄρχισε νά γκρεμίζεται μέ τούς φιλοσόφους τοῦ 18ου αἰῶνος καί ἡ χριστιανική ἠθική.
Καί ὁλοκληρώθηκε τό γκρέμισμα μέ τήν ἐμφάνιση τῆς θεωρίας τῆς ἐξελίξεως τοῦ Δαρβίνου. Ἀλλά καί μέ τήν νεωτέρα ἀστρονομία, κυρίως ἀπό τίς ἀρχές αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος, ἡ μεταφυσική πλέον γκρεμίστηκε καί δέν ὑπάρχει κανένας σοβαρός ἄνθρωπος νά παραδέχεται τήν μεταφυσική».
Σημαντικό ρόλο στήν διαμόρφωση τῆς ἠθικολογίας στήν Δύση καί τῆς ἠθικῆς διαδραμάτισαν οἱ ἀπόψεις τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου.
«Στήν αὐγουστίνεια παράδοση ἐμφανίσθηκε ἡ ἁμαρτία ὑπό μία ἠθική μορφή, ἐνῶ στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἔχει μορφή ἀρρώστιας καί ἐμφανίζεται ἡ ἐξάλειψη τῆς ἁμαρτίας μέ μορφή θεραπείας. Ὁπότε ἔχουμε ἀρρώστεια καί ἔχουμε θεραπεία».
Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, δέν γνώριζε τήν ὀρθόδοξη ἀσκητική παράδοση, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τήν νηπτική θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
«Ὁ Αὐγουστῖνος δέν ἔχει ἰδέα περί νοερᾶς προσευχῆς, καρδίας, νοός κλπ., καί ἔχει μιά ἠθική ἀντίληψη περί τοῦ ἀνθρώπου,ἀλλά μέ διαφοροποίηση ὅτι ὁ ἄνθρωπος γιά νά κάνη καλά ἔργα, δέν μπορεῖ χωρίς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, μιά παραλλαγή τῆς πατερικῆς διδασκαλίας ὅτι ὁ ἄνθρωπος μόνο ὅταν ἔχη νοερά εὐχή καί γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύμα τος μπορεῖ νά κάνη τά ἔργα σωστά, διότι ἔχει ἀγάπη, ἡ ὁποία “οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς” καί ἐξελίσσεται στήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καί ἑπομένως κάνει σωστά τά ἔργα του. Γι’ αὐτό καί τά ἔργα τοῦ Φαρισαίου εἶναι ἀπαράδεκτα στόν Θεό, διότι εἶναι ἠθικά ἔργα. Δέν εἶναι ἔργα πού προέρχονται ἀπό τήν ἀνιδιοτέλεια».
Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει χριστιανική ἠθική, ὅπως τήν συναντᾶμε στήν δυτική θεολογία. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν πνευματικοί ἰατροί, πού θεράπευαν τούς ἀνθρώπους. Στά συγγράμματά τους συναντᾶμε μιά ἰατρική προοπτική.
«Οἱ Πνευματικοί Πατέρες εἶναι γιατροί, δέν εἶναι ἠθικοπατέρες, δέν εἶναι γιά νά φυλάξουν τήν ἠθική τῶν ἀνθρώπων ἐκ μέρους τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, γιά νά ἔχουμε καλύτερους Ἕλληνας. Δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός τῆς ὀρθοδόξου πνευματικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό καί τονίζω στούς φοιτητές ὅτι δέν ὑπάρχει ὀρθόδοξη ἠθική, δέν ὑπάρχει γιά μᾶς χριστιανική ἠθική. Τό γεγονός ὅτι ἱδρύσαμε ἕδρες χριστιανικῆς ἠθικῆς, εἶναι μία ἀπόδειξη πόσο μακρυά φύγαμε ἀπό τήν Ὀρθοδοξία».
Σέ κάποια ἱστορική φάση μεταφέρθηκε καί στήν Ἑλλάδα ἡ χριστιανική δυτική ἠθική, ἡ ὁποία ἀντικατέστησε τήν ὀρθόδοξη ἀσκητική. Αὐτή ἡ ἐκκοσμικευμένη ἠθική διδασκόταν παλαιότερα στίς Θεολογικές Σχολές.
«Μέ τήν νεοελληνική θεολογία στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν πού τά ξέρανε οἱ καθηγητές αὐτοί πού σπουδάσανε στήν Ρωσία, Γερμανία –αὐτοί ἦσαν οἱ πλέον μορφωμένοι θεολόγοι, ξέρανε καλύτερα ἀπ’ αὐτούς τούς ἀγράμματους– καί ἀπό τήν ἕδρα τους τί μᾶς δίδαξαν; Χριστιανική ἠθική καί μιά θεολογία χωρίς κάθαρση, φωτισμό καί θέωση. Καί ἀντικατέστησαν τήν κάθαρση, φωτισμό, θέωση μέ τί; Ἡ κάθαρση ἔγινε ἀπαλλαγή ἀπό ἠθικά παραπτώματα, ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως».
γ) Ἡ ὀρθόδοξη ἠθική ὡς ἀσκητική
Σέ ἀντίθεση μέ τόν δυτικό Χριστιανισμό, στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν γίνεται λόγος γιά μία αὐτόνομη ἠθική, γιά μιά ἠθικολογία, πού συνδέεται μέ μιά ἐξωτερική βελτίωση τῆς ζωῆς, ἀλλά κυρίως γιά ἀσκητική.
«Κατ’ ἀρχάς, ὅπως προαναφέρθηκε, ἡ λεγόμενη ἠθική συνδέεται μέ τήν δογματική, δέν στηρίζεται δηλαδή σέ φιλοσοφικές καί μεταφυσικές ἰδέες, ἀλλά στίς ἀποκαλυφθεῖσες ἀλήθειες.Ἐδῶ φαίνεται σαφῶς, ὅτι ἐξ ἐπόψεως ἀνθρωπολογικῆς δομῆς ὅτι ὑπάρχει μιά εἰδική ἀν τίληψη τῆς λειτουργίας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητας πού βέβαια ἔχει ἕναν χαρακτήρα πού ὁμοιάζει μέ τήν ἠθική, ἀλλά δέν εἶναι καθόλου ἠθική, διότι εἶναι ἀσκητική».
Διαβάζοντας τά πατερικά κείμενα, διακρίνουμε καθαρά ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν δέχονταν τήν ἠθική, ὅπως νοεῖται σήμερα. Ὅταν χρησιμοποιοῦσαν αὐτόν τόν ὅρο στά συγγράμματά τους, τά λεγόμενα ἀσκητικά, στήν πραγματικότητα ἐννοοῦσαν τήν ἀσκητική.
Ἔδιναν μεγάλη σημασία στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού διαφοροποιεῖται ἀπό τήν λογική καί εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς.
«Οἱ Πατέρες δέν δέχονται ἠθική, δέν ὑπάρχει ἠθική στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ἐννοῶ ὅτι οἱ Πατέρες διδάσκουν τήν ἀνηθικότητα, ἀλλά αὐτό πού σήμερα λέμε ἠθική, στούς Πατέρες λέγεται ἀσκητική. Λοιπόν, γιά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἄνθρωποι: Εἶναι ἄνθρωποι πού ἔχουν ἐσκοτισμένον τόν νοῦν καί, ἐπειδή ἔχουν ἐσκοτισμένον τόν νοῦν, ἔχουν τήν ὄψη ἀνήθικων ἀνθρώπων, αὐτό πού λέμε σήμερα εἶναι κακοί ἄνθρωποι, ἀνήθικοι ἄνθρωποι· ἀλλά οἱ Πατέρες τό ἐννοοῦν ὡς σκοτασμό τοῦ νοός. Καί εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν φωτισμό νοός». «Ἑπομένως, τό κέντρο τῆς ἀσκητικῆς εἶναι ὁ φωτισμένος ἤ ἐσκοτισμένος νοῦς καί ὄχι ἁπλῶς μιά ἐξωτερική συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου».
«Καί ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἀσκητικῆς; Ὁ σκοπός τῆς ἀσκητικῆς εἶναι ἁπλούστατος. Διαβάστε ὅλα τά τροπάρια, διαβάστε τήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος, διαβάστε τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὅλη τήν περίοδο ἀπό τό Πάσχα μέχρι τήν Πεντηκοστή, διαβάστε ὅλα τά λειτουργικά βιβλία προσεκτικά.»
Ποιός εἶναι ὁ σκοπός; Ὁ σκοπός εἶναι ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός τοῦ νοός.
«Καί κάτι ἄλλο. Ὁ Χριστιανισμός ὑπάρχει μέ μοναδικό σκοπό νά περνάη τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν κάθαρση καί νά τούς ὁδηγῆ στόν φωτισμό. Ὑπάρχει κανένας ἄλλος σκοπός τοῦ Βαπτίσματος; Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός. Δέν ὑπάρχει ἄλλος σκοπός».
Κάθε ἠθικό σύστημα ἔχει διαφορετικά κριτήρια πού καθορίζουν τό ἠθικό καί τό ἀνήθικο. Στήν Ὀρθοδοξία συμβαίνει κάτι διαφορετικό.«Δέν μπορεῖς νά βασίσης ἕνα ἠθικό σύστημα σέ αὐτό, ὅτι δηλαδή αὐτό εἶναι ἠθικό καί αὐτό εἶναι ἀνήθικο. Δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν ἠθική ἀπό αὐτῆς τῆς ἀπόψεως. Ὀρθόδοξη ἠθική δέν ὑπάρχει, ὑπάρχει μόνον ἀσκητική».
Τά κριτήρια στήν ὀρθόδοξη παράδοση εἶναι ἀσκητικά. Ἔτσι δικαιολογοῦνται οἱ ξαφνικές ἀλλαγές πορνῶν καί τελωνῶν. Στήν ἀκολουθία τῆς Μ. Τρίτης λέγεται γιά τήν πόρνη γυναίκα: «Ἡ πρώην ἄσωτος γυνή ἐξαίφνης σώφρων ὤφθη, μισήσασα τά ἔργα τῆς αἰσχρᾶς ἁμαρτίας». Πρόκειται γιά ἀλλαγή πού γίνεται μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὑπάρχει, ἄς ποῦμε, μιά αἴσθηση ἱστορική μέσα στήν παράδοσή μας, ἡ ὁποία δέν βασίζεται πάνω σέ ἠθικά κριτήρια, ἀλλά βασίζεται σέ ἀσκητικά κριτήρια.
«Διότι, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά εἶναι βουλιαγμένος, ἄς ποῦμε, μέσα σ’ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἁμαρτία κλπ., ἄξαφνα, μέ μία ἀλλαγή, γίνεται ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας.»
«Ἔχουμε τέτοια παραδείγματα ἀρκετά στήν Ὀρθοδοξία. Ἐδῶ γιά νά δῆ κανείς μιά διαφορά βλέπει ὅτι στήν δική μας Ἐκκλησία μπορεῖ μία πόρνη νά γίνει καλόγρια σ’ ἐμᾶς, δηλαδή, καί μάλιστα κι εὐπρόσδεκτη κιόλας».
Ἄλλωστε, καί αὐτή ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἠθική, ἀλλά πραγματική, πού συνετέλεσε στήν διαφθορά ὅλου τοῦ ἀνθρώπου, ἐπηρέασε ἀκόμη καί τήν κτίση. Ἡ πτώση ἐκφράζεται ὡς σκοτασμός τοῦ νοῦ, ὡς στέρηση «τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. γ΄, 23).
Πολλοί ἐννοοῦν τήν πτώση σήμερα ὡς ἠθική πτώση, ἐνῶ ὅταν μιλάη ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος γιά πτώση δέν ἐννοεῖ ἠθική πτώση, διότι δέν ἔχει ἠθική ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος.
Ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος εἶναι ἀσκητής. Διδάσκει ἀσκητική κι ὄχι ἠθική καί σκέφτεται ἀσκητικά καί ὄχι ἠθικά. Ἐννοεῖ ὅτι ἔχουν γίνει τώρα Ἐπίσκοποι ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν νοερά προσευχή. Αὐτό ἐννοεῖ.
Γι’ αὐτό εἶναι σάν τούς παλαιοτέρους λαϊκούς, πού δέν εἶχαν ἀκόμα νοερά προσευχή, πού ἦσαν νεοφώτιστοι, ἀλλά ὄχι φωτισμένοι ἀκόμα».
Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ὁμιλεῖ γιά θέωση καί ὄχι γιά μιά ἠθική.
«Ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, λέει, γιά νά γίνη κανείς Δεσπότης, ἔπρεπε τήν θεολογία νά τήν κάνη βίωμα. Τώρα τό διαβάζουμε αὐτό καί νομίζουμε ὅτι θέλει νά πῆ ὅτι κάνοντας βίωμα τήν θεολογία, σημαίνει ὅτι γινόμαστε καλά παιδιά. Ὅσοι τά βλέπουν σήμερα αὐτά ταυτίζουν τό βίωμα τῆς θεολογίας μέ τήν ἠθική. Ναί, ἀλλά τό βίωμα δέν εἶναι ἠθική. Τό βίωμα τῆς θεολογίας εἶναι ἡ νοερά προσευχή καί ἡ θέωση, ὄχι ἡ ἠθική».
«Ἐπίσης, ὅταν κάνη λόγο ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος γιά τό ὅτι οἱ Κληρικοί ἔχουν ἐκπέσει, δέν ἐννοεῖ ἁπλῶς τά ἠθικά παραπτώματα, ἀλλά ὅτι ἔχασαν αἰσθητῶς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν ἐννοεῖ ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ὅτι οἱ παπάδες καί οἱ δεσποτάδες ἔχουν γίνει ἀνήθικοι, παλιάνθρωποι μουντζουρωμένοι κ.ο.κ.»
Ἔτσι, ἡ ἠθική δέν χωρίζεται ἀπό τό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι καθαρά ἀσκητική. Γι’ αὐτό διαφέρει σαφέστατα ἡ χριστιανική ἠθική, ὅπως ἐπικράτησε στήν Δύση, ἀπό τήν ἀσκητική.
«Κανένας ἀπό τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δέν ἦταν φιλόσοφος καί ὁ τρόπος τῆς θεολογίας τους ἦταν καθαρά ἀντιορθολογικός, δηλαδή νοερά προσευχή κλπ. Ἡ ἄσκηση δέν ἦταν ἠθική.»
Ὑπάρχει διαφορά μεγάλη μεταξύ ἠθικῆς καί ἀσκητικῆς. Δέν εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Διότι ἡ ἄσκηση εἶναι θεραπευτική, ἐνῶ ἡ ἠθική δέν βοηθᾶ σέ τίποτα. Ἡ ἠθική ὁδηγεῖ στήν κόλαση στό τέλος – τέλος. Δέν ἐννοῶ, νά εἶναι κανείς ἀνήθικος, ὄχι ὑπό αὐτή τήν ἔννοια.
Ἡ ὀρθόδοξη ἠθική εἶναι ἀσκητική, ἀλλά δέν ἔχει τά θεμέλια τῆς φιλοσοφίας. Δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν φιλοσοφική ἠθική. Οὔτε μέ τήν θρησκευτική ἠθική τῶν δυτικῶν Χριστιανῶν, σχολαστικῶν, προτεσταντῶν κλπ. Καμμιά σχέση μέ αὐτό τό φαινόμενο.
«Στήν Ὀρθοδοξία, ὁ χειρότερος ἄνθρωπος μπορεῖ νά καθαρισθῆ καί νά φθάση στήν φώτιση».
Πηγή: Εμπειρική δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη † (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου) Επεξεργασία κειμένου: Δημήτρης Ρόδης για pneumatoskoinwnia.blogspot.gr