
Μερικοὶ ἀπαισιοδοξοῦν γιὰ τὸ μέλλον τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας γιὰ δύο λόγους. Ἄλλοι φοβοῦνται αὐτούς, ποὺ σημαδεύουν κατ’ εὐθεῖαν τὴν ἐθνική μας γλῶσσα, ὅπως ὁ Κίσσινγκερ. Ἄλλοι ἀνησυχοῦν ἀπὸ τὴν φορὰ τῶν πραγμάτων στὸ πλαίσιο τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινότητας σὲ συσχετισμὸ μὲ τὴν δική μας πνευματικὴ ὀκνηρία καὶ ἐπιπολαιότητα.
Ὁ πρώην ὑπουργὸς τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Ἀμερικῆς Χένρυ Κίσσινγκερ, φέρεται νὰ ἔχη δηλώσει, πρὸ τετραετίας σὲ ὁμιλία του στὴν Οὐάσινγκτον ὅτι «ὁ ἑλληνικὸς λαὸς εἶναι ἀτίθασος καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸν πλήξουμε βαθειὰ στὶς πολιτιστικές του ρίζες. Ἴσως τότε συνετισθῆ. Ἐννοῶ δηλαδὴ νὰ πλήξουμε τὴ γλῶσσα, τὴ θρησκεία, τὰ πνευματικὰ καὶ ἱστορικά του ἀποθέματα, ὥστε νὰ ἐξουδετερώσουμε κάθε δυνατότητά του νὰ ἀναπτυχθῆ, νὰ διακριθῆ, ἐπικρατήση…»
Ἀνεξάρτητα τῶν δημοσιευμάτων καὶ διαμαρτυριῶν, ποὺ προκάλεσε ἡ ἀνωτέρω δήλωση καὶ τοῦ γεγονότος ὅτι διεψεύσθη ἀπὸ τὸ Γραφεῖο τοῦ πρ. Ὑπουργοῦ Ἐξωτρικῶ τῶν Η.Π.Α. δὲν παύει νὰ συνιστᾶ μία ἀπειλὴ ποὺ αἰωρεῖται στὸν πνευματικό μας ὁρίζοντα καὶ μᾶς ἰδεάζει καὶ μᾶς ἀνησυχεῖ, γιατί ἡ πολιτιστικὴ ἅλωση ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ γλῶσσα. Κυρίως ὅμως μᾶς συνετίζει μὲ τὴν σκέψη ὅτι ὁ ἐχθρὸς εἶναι περισσότερο «ἐντὸς τῶν τειχῶν». Ἂν ἐμεῖς μαθαίνουμε τὴν γλῶσσα μας καὶ τρεφόμαστε μὲ τοὺς πνευματικοὺς θησαυρούς μας, θὰ θωρακιστοῦμε ἀποτελεσματικά, χωρὶς νὰ τρομάζουμε τὸν ἀνωτέρω καὶ ἄλλους λεονταρισμούς, διότι «τὸν μὴ ἀδικοῦντα ἑαυτὸν οὐδεὶς δύναται παραβλάψαι».
Πολλοὶ διερωτῶνται ποιὸ εἶναι τὸ μέλλον τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὴν Ἑνωμένη τώρα Εὐρώπη; Φόβοι ἐκφράζονται καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι παραλείπεται σκόπιμα ἢ ἀθέλητα ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ἀπὸ τὰ inventaria εὐρωπαϊκῆς ὁρολογίας (terminologie) ἢ παρεμβάλλονται προσκόμματα διερμηνείας στὰ σχετικὰ fora, πρὸς τῆς εὐρύτατης διάδοσης τῶν κυριωτέρων γλωσσῶν τῶν μεγάλων εὐρωπαϊκῶν χωρῶν, ποὺ ἔχουν καὶ τὴν μεγαλύτερη συνεισφορὰ στὸν τεχνολογικὸ πολιτισμό, ἂν καὶ χιλιάδες λέξεις τῆς διεθνοῦς σήμερα ὁρολογίας στὸν τομέα τῆς Ἰατρικῆς, Μηχανικῆς κ.λ.π. εἶναι ἑλληνικές, μερικὲς μάλιστα ἀπὸ τὶς «μετοικες» αὐτὲς λέξεις μᾶς ξαναγυρίζουν εἰσαγόμενες ἀπὸ τὸ Ἐξωτερικό.
Μὲ αὐτά, λοιπόν, τὰ δεδομένα καὶ τὴν διάδοση τῆς «πολυκουλτούρας» καὶ τῆς ἐπερχόμενης “eurolingua”, προφανῶς τῆς ἀγγλικῆς, ποὺ θὰ εἶναι ἡ “lingua franca” τῆς ἐποχῆς μας, εἶναι ἀνάγκη ἐθνική, νὰ διατηρήσουμε τὴν ἐθνική μας γλῶσσα, ποὺ μᾶς συνδέει μὲ τὴν παράδοση καὶ τὸν πολιτισμό μας καὶ διασφαλίζει τὴν αὐτοσυνειδησία καὶ τὴν ἑλληνικότητα. Καὶ μὴ λησμονοῦμε, ὅτι ἀπὸ τὴν μειονεκτικότητά μας πρὸς τὴν τεχνολογικὴ ὑπεροχὴ τῶν ἑταίρων μας, θὰ ἀντιβαρύνουμε μόνον ἐὰν τοὺς προσφέρουμε αὐτὸ στὸ ὁποῖο καὶ ὑπερτεροῦμε, δηλαδὴ τὴν πλούσια πνευματικὴ παράδοση, τὶς ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ, τὸ ἑλληνορθόδοξο οἰκουμενικὸ πνεῦμα, ποὺ φαίνεται ὅτι ἐκτιμᾶται σὲ ὅλα τὰ ἐπιπέδα.
Ἂς ἀναλογισθοῦμε ἀκόμη τὶς ἕδρες ἢ τὰ λεκτοράτα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ὄχι μόνο τῆς νεοελληνικῆς ἀλλὰ καὶ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς κλασσικῆς Φιλολογίας. Κατὰ τὰ τελευταία χρόνια ἐσημειώθη ἐνδιαφέρον τῶν φοιτητῶν στὰ Ἀμερικανικὰ Πανεπιστήμια γιὰ τὶς Ἑλληνικὲς σπουδές. Ἡ στροφὴ αὐτὴ ὀφείλεται στὴν ἀπογοήτευση τῶν νέων σπουδαστῶν ἀπὸ τὶς σύγχρονες κοινωνικὲς καὶ ἄλλες ἰδέες καὶ σπουδές, ὥστε γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὶς ἐφέσεις τῆς ψυχῆς τους, στρέφονται στὸν Πλάτωνα καὶ τὶς αἰώνιες ἀξίες τοῦ κλασσικισμοῦ.
Οἱ Ἕλληνες, γιὰ νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ἀνωτέρω ζήτηση, πρέπει νὰ σπουδάζουμε τὴν γλῶσσα μας καὶ διαφυλάσσουμε τὴν πνευματική μας κληρονομιά, ἑπομένως καὶ τοὺς θησαυροὺς τῶν ὕμνων. Γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Τσάτσος: «Εἶπα ὅτι ἡ γλῶσσα εἶναι τὸ ἱερὸ σκεῦος ποὺ περικλείει τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ πολιτισμοῦ. Ἂν σὲ κάθε πολιτισμένο λαὸ τέτοια εἶναι ἡ σημασία τῆς γλώσσας, σὲ ἐμᾶς ἔχει σημασία πολλαπλάσια. Δὲν εἶναι θησαυρὸς μόνο γιά μας. Εἶναι θησαυρὸς γιὰ ὅλη τὴν Εὐρώπη. Ἡ καλλιέργεια τῆς γλώσσας μας, κυρίως τῆς ἀρχαίας καὶ τῆς ἑλληνιστικῆς ὠφελεῖ ὅλη τὴν Εὐρώπη. Σὲ λίγες δεκαετίες, ὅταν στερέψει ἡ ψυχή της ἀπὸ τὴν πολλὴ τεχνικὴ πρόοδο, ἡ Εὐρώπη θὰ ἔλθη ἐδῶ στὴν alma mater καὶ θὰ βρεῖ τὸ λάλον ὕδωρ».
Ἄρα τὸ μέλλον τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας εὑρίσκεται στὰ δικά μας χέρια. Ὅπως τὸ φωνάζει ὁ Κωστὴς Παλαμᾶς: «Γιὰ τὴ μητέρα γλῶσσα μας τὰ λάβαρα κρατᾶτε». Γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ διδάσκεται στὰ σχολεῖα ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὡς ἑνότητα: ἡ νεοελληνικὴ σὲ συσχετισμὸ μὲ τὴν ἀρχαία, ποὺ δὲν μᾶς ἀποκόπτει ἀπὸ τὰ ἀρχαία κείμενα, ἑπομένως καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Τὰ συμπληρωματικὰ νομοθετικὰ μέτρα μετὰ τὴν «ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμιση» (1976) διασφαλίζουν τὴν διδασκαλία καὶ τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν, τὰ ὁποία πρέπει νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τοὺς δασκάλους καὶ νὰ μαθαίνονται ἀπὸ τοὺς μαθητὲς μὲ πίστη καὶ ἐνθουσιασμό. Ὅπως συνεβούλευε ὁ πατρο-Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς» «Νὰ σπουδάζετε τὰ παιδιά σας νὰ μαθαίνουν ἑλληνικά, διότι καὶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς εἶναι εἰς τὴν ἑλληνικὴ καὶ τὸ Γένος μᾶς εἶναι ἑλληνικόν. Καὶ ἐὰν δὲν σπουδάζης ἑλληνικά, ἀδελφέ μου, δὲν ἠμπορεῖς νὰ καταλάβης ἐκεῖνα ὅπου ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας».
*ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘ. ΧΩΡΑΣ
Δρ. Θ. τ. Δ/ΝΤΗΣ ΥΠ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ