Τους αρχαίους θεούς δεν τους γκρέμισαν οι Χριστιανοί αλλά οι Έλληνες Σοφοί και Φιλόσοφοι / Της Καίτης Τρεμπέλα

Η αντίληψη που επικρατεί είναι ότι, ο Χριστιανισμός πολέμησε και γκρέμισε την αρχαία θρησκεία, στην πραγματικότητα όμως αυτοί που την κλόνισαν συθέμελα ήταν οι Έλληνες φιλόσοφοι και οι πρόδρομοί τους προσωκρατικοί.

Ήδη ό Θαλής ο Μιλήσιος (643 – 548 πΧ.) όταν ρωτήθηκε “Τι πρεσβύτερον των όντων;” απάντησε “Θεός αγέννητον γάρ”. Ο δε Σωκράτης όταν ρωτήθηκε “Τι είναι Θεός;” αποκρίθηκε “Το αθάνατον και αΐδιον”.

Ο προσωκρατικός Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος (540 – 475 πΧ.), με το βάθος και τη δύναμη της θεολογικής του σκέψης, έγινε ό πρώτος θεολόγος του κόσμου που τόλμησε να κρίνει την ανηθικότητα των θεών και τις μωρίες του ανθρωπομορφισμού. “Στην πραγματικότητα, υπάρχει ένας μοναδικός Θεός, ο πιο μεγάλος, όλος μάτια, όλος αυτιά, όλος πνεύμα. Χωρίς προσπάθεια ο Θεός αυτός τα τραντάζει όλα με τη δύναμη του πνεύματος, στηριγμένος στον εαυτό του, ακίνητος διότι η κίνηση δεν ταιριάζει στο μεγαλείο του΄΄.

Ήδη αναγγέλλεται το πρώτο “ακίνητο κινούν” του Αριστοτέλη, σε μία απίστευτη για τον πρώιμο Ελληνισμό σύλληψη, εγκαταλείπεται εδώ κάθε ανθρωπόμορφη εικόνα του Θεού και μπαίνει στη θέση της ένα ανώτατο όν, που από έξω επενεργεί στον κόσμο.

Είπε ο Ξενοφάνης “Ένας Θεός υπάρχει, μέγιστος μεταξύ των θεών και των ανθρώπων, ούτε κατά τη μορφή όμοιος με τούς ανθρώπους, ούτε κατά τη σκέψη. Πάντοτε δε ο Θεός αυτός μένει ακίνητος και δεν αρμόζει σ αυτόν να κινείται πότε εδώ και πότε εκεί΄΄.

Ο Ηράκλειτος (540 – 480 πΧ.) καταδίκασε τις φαλλικές και άλλες λατρείες, γιατί ήταν άσεμνες και απειλούσε όσους έκαναν ανίερες τελετές (όργια, πορνεία) κ.α. Ο Αναξαγόρας (490 – 427 πΧ.) δίδαξε ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα δεν είναι Θεοί και παρόμοια υποστήριξαν οι Μιλήσιοι φιλόσοφοι, Αναξίμανδρος Αναξιμένης και Θαλής.

Ο σπουδαίος σοφιστής Πρωταγόρας (480 – 410 πΧ.) σατίριζε τη νηπιώδη θρησκευτικότητα των συγχρόνων του, γι’ αυτό οι φανατικοί ειδωλολάτρες των Αθηνών είχαν αποφασίσει να τον θανατώσουν. Ο πατέρας της ιστορίας, Ηρόδοτος (484 – 410 πΧ.), κατέκρινε χωρίς δισταγμό το μαντείο των Δελφών για ψεύτικους χρησμούς. Τους ανόητους χρησμούς του ιδίου μαντείου περιγελούσε και ο μέγιστος των Ελλήνων ρητόρων Δημοσθένης.

Ο αρχηγός της Κυνικής σχολής Αντισθένης (424 – 342 πΧ.) απεκήρυξε τη θρησκεία της εποχής του διότι οι θεοί ήταν θεοποιημένοι άνθρωποι. Ο ποιητής και φιλόσοφος Ευριπίδης (480 -406 πΧ.) και ο μέγιστος των λυρικών ποιητών Πίνδαρος (522 – 442 πΧ.) απογυμνώνουν με επιχειρήματα τις σαθρές ειδωλολατρικές δοξασίες. Ο Ευριπίδης τονίζει πως συχνά οι άνθρωποι επικαλούνταν το παράδειγμα των θεών για να δικαιολογήσουν τα σφάλματά τους. Την ίδια τακτική ακολουθεί και ο Αριστοφάνης.

Γενικά, οι φιλόσοφοι κατά τον W.C. Guthrie συμφωνούν ότι “Το ίδιο το θείον δεν είναι ανθρωπομορφικό, και με κανέναν τρόπο δεν είναι σαν τους θνητούς στο σώμα ή στον νου”.

Μερικοί δε από αυτούς τους στοχαστές θα μπορούσαν να ταξινομηθούν, αν το επιθυμούσαμε, ως μονοθεϊστές, ιδιαίτερα ο Ηράκλειτος και ο Ξενοφάνης.

Επίσης, οι προσωκρατικοί, άσχετα αν πίστευαν ή όχι σε μία ή περισσότερες θεϊκές δυνάμεις, όλοι ανεξαιρέτως διεκήρυσσαν θρησκευτικές απόψεις που απείχαν πάρα πολύ από τον ανθρωπομορφισμό των λαϊκών ή των δημοσίων λατρειών, οι οποίες στηρίζονταν στο Ομηρικό Πάνθεον.

Στην αρχαία Ελλάδα, οι βασικές ποινές ανάλογα με το αδίκημα ήταν το χρηματικό πρόστιμο, η δήμευση της περιουσίας, η εξορία και ο θάνατος. Φυλακές σαν τις σημερινές δεν υπήρχαν, παρά μόνο κάποια οικήματα που προσομοιάζουν με τα σημερινά κρατητήρια, όπου κρατούνταν για λίγο όσοι περίμεναν δίκη ή όσοι είχαν καταδικαστεί και περίμεναν εκτέλεση. Σ’ ένα τέτοιο κρατητήριο ήπιε το κώνειο ο Σωκράτης, επειδή αντιτάχθηκε στις δοξασίες της αρχαιοελληνικής θρησκείας.

Ο Περικλής και ο Θουκυδίδης συμμορφώνονταν με τις τελετές της πόλεως, δεν πολυπίστευαν όμως στην αποτελεσματικότητά τους ούτε στις δεισιδαιμονίες ούτε στους χρησμούς των μαντείων.

https://www.facebook.com/profile.php?id=100012543842486

 

Θα χαρούμε να ακούσουμε τις σκέψεις σας

Αφήστε ένα σχόλιο

Το Ρωμαίικο
Logo

Ραδιόφωνο του Ρωμαίικου